Μπορεί το βιβλίο «ο Γατόπαρδος» να γράφτηκε από τον Ντι Λαμπεντούζα στη Σικελία μιας άλλης εποχής ωστόσο η πιο διάσημη φράση του ήρωά του αποτυπώνει με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο τη νοοτροπία που σφραγίζει επί δεκαετίες την πολιτική και κοινωνική ζωή στη χώρα μας: «Αν θέλουμε να μείνουν όλα όπως είναι, τότε πρέπει όλα ν’ αλλάξουν».
Οικονομικές κρίσεις, υγειονομικές πανδημίες, εθνικές συμφορές και ανθρώπινες τραγωδίες οδηγούν σε διαδοχικά αδιέξοδα που αναγκάζουν τις πολιτικές ηγεσίες να δεσμεύονται ότι «αυτή τη φορά όλα θ’ αλλάξουν». Για να διαπιστώσουμε, την επόμενη φορά, ότι όλα έμειναν όπως ήταν.
Η δημόσια διαπίστωση του Κώστα Σημίτη ότι «αυτή είναι η Ελλάδα», ούτε τυχαία ήταν ούτε επικοινωνιακή. Μια διαπίστωση που προέκυψε από την πείρα του πρώην πρωθυπουργού, όταν στη διάρκεια της κυβερνητικής του θητείας συγκρούστηκε επανειλημμένα με τη θεωρία του Γατόπαρδου και πλήρωσε ακριβά το κόστος της προσήλωσής του σε αναγκαίες και επείγουσες μεταρρυθμίσεις.
Η πενταετία Καραμανλή που ακολούθησε έβαλε τέλος στην εκσυγχρονιστική αυταπάτη. Η λαϊκ(ιστικ)ή Δεξιά επέβαλε την πελατειακή «ανασυγκρότηση του κράτους» μέχρι και την τελευταία στιγμή προχωρώντας στη μονιμοποίηση 800.000 συμβασιούχων, λίγο πριν εγκαταλείψει την εξουσία. Οι «νταβατζήδες» συνέχισαν ανενόχλητοι το έργο τους.
Το κράτος συνέχισε να λειτουργεί, ακόμα και στα χρόνια της βαθιάς οικονομικής κρίσης, ως λάφυρο των εκάστοτε νικητών.
Γιατί άραγε το κόμμα ή τα κόμματα που κυβερνούν να πρέπει να αποφασίζουν για τη στελέχωση των διοικητικών θέσεων της δημόσιας διοίκησης;
Ποια λογική επιβάλλει την επιλογή των διευθυνόντων συμβούλων των κρατικών οργανισμών από συγκεκριμένους πολιτικούς χώρους; Ποιος είναι ο λόγος που οι διοικητές των νοσοκομείων, για παράδειγμα, θα πρέπει να αντικαθίστανται μετεκλογικά με βάση το αποτέλεσμα της κάλπης; Πώς είναι δυνατόν τα κριτήρια της επιστημονικής και επαγγελματικής επάρκειας καθώς και της διοικητικής εμπειρίας να υπακούουν σε κομματικές σκοπιμότητες;
Ωστόσο, η κυβέρνηση και οι πολιτικές δυνάμεις δεν έχουν να αντιμετωπίσουν μόνο τον κακό τους εαυτό και το υπόλογο παρελθόν τους. Οι παθογένειες στον τρόπο λειτουργίας του πολιτικού συστήματος, που άγγιξε από καιρό τα όριά του, αντανακλώνται στις παθογένειες που ταλανίζουν διαχρονικά τον δημόσιο τομέα.
Το αλαλούμ της ανοργανωσιάς και της ανικανότητας που επικράτησε το μοιραίο βράδυ στον σταθμό της Λάρισας δεν συμβαίνει μόνο στον συγκεκριμένο σταθμό. Ούτε και τα κολλητιλίκια, τα προσωπικά ρουσφέτια και η διαφθορά περιορίζονται μόνο στους σιδηροδρόμους. Αναλογίζονται άραγε μερικές συνδικαλιστικές ηγεσίες ότι την ίδια στιγμή που διαδηλώνουν διαμαρτυρόμενες για την τραγωδία των Τεμπών αρνούνται πεισματικά, ακόμα και τώρα, να συμπεριλάβουν την αξιολόγηση στα αιτήματά τους;
Καμιά σημασία δεν έχει ποιοι καταγγέλλουν περισσότερο, ποιοι φωνάζουν πιο δυνατά, ποιοι κουνάνε πιο απειλητικά το δάχτυλο. Σημασία έχει ποιες πολιτικές δυνάμεις μπορούν να αποδείξουν ότι είναι αποφασισμένες να τα βάλουν με το κακό και να το ξεριζώσουν.
Ποιες δυνάμεις είναι διατεθειμένες να αναλάβουν το πολιτικό κόστος της σύγκρουσης με το βαθύ κράτος και όλους τους παράγοντες εκείνους που οδήγησαν στο σημερινό επώδυνο αδιέξοδο. Διαφορετικά, ο Γατόπαρδος θα συνεχίσει να θριαμβολογεί για τα κατορθώματά του ενώ εμείς θα περιμένουμε να θρηνήσουμε τα επόμενα ανθρώπινα θύματα για να ξαναβγούμε οργισμένοι στους δρόμους.