Με τη δυνητική απόχρωση μιας φράσης που εμπεριείχε η δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη από την Τήνο, φαίνεται ότι διευρύνεται η εμβέλεια του κεντρικού μηνύματος που έχει εκπέμψει από την πρώτη στιγμή η κυβέρνηση γύρω από την υπόθεση των παρακολουθήσεων αλλά και της στρατηγικής που υιοθετεί για την αντιμετώπιση του πολιτικού πρέσινγκ των κομμάτων.
«Αυτήν την σπουδαία μέρα για την Ορθοδοξία το μεγάλο ζητούμενο για τη χώρα μας παραμένει η ενότητα και η προσήλωση στους στόχους του μέλλοντος», ήταν η προσεγμένη διατύπωση που χρησιμοποίησε ο πρωθυπουργός και στη διακριτή αναφορά στην ενότητα, προκύπτουν μεταφράσεις οι οποίες εκτός από την ευρύτερη, εθνική χροιά, τη συνδέουν και με την επιμονή στο πολιτικό αντίδοτο της κυβέρνησης απέναντι στην τακτική της τοξικότητας που το Μέγαρο Μαξίμου και η Πειραιώς, χρεώνουν στα αντίπαλα στρατόπεδα και κυρίως στην Κουμουνδούρου.
Άλλωστε με την αντίστροφη μέτρηση για τη μητέρα των κοινοβουλευτικών μαχών να έχει ξεκινήσει καθώς απομένουν οι τυπικές λεπτομέρειες για την οριστικοποίηση του ορόσημου της 25ης Αυγούστου, η κυβέρνηση διακηρύττει σταθερά ότι δεν θα εμπλακεί στο γαϊτανάκι των τοξικών, λεκτικών αντιπαραθέσεων. Περαιτέρω, ότι στο κοινοβουλευτικό τερέν θα πλαισιώσει τις πρωτοβουλίες που συνιστούν την πρώτη φάση της αντίδρασής της απέναντι στις παθογένειες που ανέδειξε η υπόθεση Ανδρουλάκη, με τις θεσμικές απαντήσεις για όλες τις πτυχές της υπόθεσης.
Οδεύοντας πάντως προς την εβδομάδα που θα διεξαχθεί η προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή, αποκτά ολοένα και πιο ευδιάκριτα χαρακτηριστικά ο άξονας της κυβερνητικής στρατηγικής να δίνονται απαντήσεις χωρίς τις ρητορικές ακρότητες της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά με αποδείξεις και ονόματα.
Ως διαπιστευτήρια αυτής της στρατηγικής εκλαμβάνεται η πρόσφατη, κοινή ανακοίνωση των υπουργείων Οικονομικών και Ψηφιακής Διακυβέρνησης στις κοινές μομφές που διατυπώθηκαν από ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ και τα περί δημιουργίας κυκλώματος για τις παράνομες παρακολουθήσεις με τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
«Απέναντι σε κάθε μορφής συνωμοσιολογία, ισοπεδωτική κομματική λογική και συκοφαντία απαντούμε με τον πιο αξιόπιστο τρόπο που υπάρχει: το έργο μας», τόνιζαν στην ανακοίνωση τους οι επιτελείς των οδών Νίκης και Φραγκούδη. Στην αιχμή των πέντε τεκμηρίων που επιστράτευσαν για να αναχαιτίσουν τα βέλη ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ βρίσκεται η ξεκάθαρη τοποθέτηση ότι το έργο πάνω στο οποίο γίνεται το ποντάρισμα της αντιπολιτευτικής κριτικής, βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε φάση αξιολόγησης προσφορών και κατά συνέπεια, δεν έχει πραγματοποιηθεί ακόμα η οποιαδήποτε εκταμίευση.
Επιπλέον, ότι η συγκεκριμένη δράση αφορά στην κυβερνοασφάλεια και με την υλοποίησή της έρχεται να καλυφθούν υπαρκτά κενά, όπως αποδεικνύεται από γεγονότα δυο, διαφορετικών χρονικών περιόδων, τόσο στα τέλη του 2019 όσο και στις αρχές του 2020. Ακόμη ότι το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης αποτελεί τον συνήθη φορέα χρηματοδότησης των προς ένταξη ψηφιακών έργων λόγω της φύσης τους. Όπως επισημαίνεται ρητά: «τα ανωτέρω τελούν υπό την επιφύλαξη της έκδοσης σχετικής υπουργικής απόφασης ένταξης του αναπληρωτή υπουργού οικονομικών, κατόπιν σχετικού ελέγχου του υποβαλλόμενου προς ένταξη έργου από την Ειδική Υπηρεσία Συντονισμού Ταμείου Ανάκαμψης (ΕΥΣΤΑ) του Υπουργείου Οικονομικών».
Ο άμεσος χαρακτήρας που είχε η κυβερνητική αντίδραση η οποία εκδηλώθηκε μέσω των συναρμόδιων υπουργείων και όχι από την Ηρώδου Αττικού, αλλά κυρίως το μοντέλο του ύφους, είναι αυτό με το οποίο θα πορευθεί η κυβέρνηση μέχρι την 25η Αυγούστου και τη συζήτηση στη Βουλή. Αυτή φαίνεται να είναι και η ρητή εντολή που έχουν λάβει όλα τα μέλη της κυβέρνησης, των οποίων η συνάφεια του αντικειμένου, εμπίπτει στο επίδικο ζήτημα. Να δίνουν ταχύτατες και τεκμηριωμένες απαντήσεις ενισχύοντας την πρωθυπουργική διακήρυξη ότι δεν θα μείνει καμία σκιά στην υπόθεση Ανδρουλάκη αλλά και κανένα θολό σημείο στην μεγάλη εικόνα που αφορά στον τρόπο λειτουργίας της ΕΥΠ.
Σε κάθε περίπτωση, και ενώ η μείζονα αλλά και η ελάσσονα αντιπολίτευση είναι έτοιμες να βγάλουν τα κοινοβουλευτικά μαχαίρια από τα κομματικά θηκάρια, η κυβέρνηση φαίνεται πως προετοιμάζει προσεκτικά την αντίδραση της και σε επίπεδο εθνικής αντιπροσωπείας. Ειδικά στο πεδίο που αφορά στη σύσταση εξεταστικής επιτροπής, την οποία ζήτησε ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, και έγινε άμεσα δεκτή, η πλειοψηφία ζυγίζει τις επιλογές της, δηλαδή να καταθέσει δική της πρόταση. Ταυτόχρονα όμως είναι ευδιάκριτη η κυβερνητική τάση το χρονικό βάθος στο οποίο θα τεθεί προς διερεύνηση η υπόθεση να είναι δεκαετίας, συμπεριλαμβάνοντας εκτός από τις υποθέσεις των Νίκου Ανδρουλάκη και Θανάση Κουκάκη, και τις καταγγελίες του ΚΚΕ καθώς επίσης του Παναγιώτη Λαφαζάνη.
Κίνηση που όπως εκτιμάται από έμπειρους κοινοβουλευτικούς και πέραν της γαλάζιας πτέρυγας, θα μετατοπίσει σημαντικό τμήμα της πολιτικής πίεσης και προς τα αντιπολιτευτικά έδρανα.