Λίγοι από τους μεγαλύτερους σε ηλικία αναγνώστες θα θυμούνται την ταινία του 1972, βασισμένη σε έργο του μετέπειτα νομπελίστα Πέτερ Χάντκε, απ’ όπου αντλεί τον τίτλο του το σημερινό σημείωμα. Οι νεότεροι, ίσως, να μην την έχουν ακούσει ποτέ.
Την ίδια αγωνία, φαντάζομαι ότι έχουν στο ΠΑΣΟΚ, ενόψει των προσεχών εκλογών. Το πάλαι ποτέ κραταιό κόμμα που πρωταγωνίστησε καθ’ όλη τη διάρκεια της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας, με τα θετικά και τα αρνητικά του, έχοντας πληρώσει ένα βαρύ και δυσανάλογο τίμημα για τη χρεοκοπία της χώρας, βάζοντας, ωστόσο, πλάτη, για τη διάσωση της και την παραμονή στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το δυτικό στρατόπεδο, εδώ και μήνες δείχνει σαν να μην μπορεί να αφουγκραστεί τόσο τις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας, όσο και τις προ(σ)κλήσεις των καιρών.
Η ανάληψη της ηγεσίας από τον κ. Νίκο Ανδρουλάκη, αναπτέρωσε τις ελπίδες όλων όσων πιστεύουν πως ο ασταθής δικομματισμός με τη συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ ως εναλλακτικού πόλου εξουσίας, είναι σε βάρος των συμφερόντων της κοινωνίας και της πατρίδας. Οι αρχικές ελπίδες, μετατράπηκαν, αρχικά σε μούδιασμα και στη συνέχεια σε απορία, βλέποντας τη νέα ηγεσία του ΠΑΣΟΚ να κάνει το ένα μετά το άλλο λάθος, με αποτέλεσμα να εδραιωθεί ευρύτερα, η πεποίθηση πως είναι δυνατή μια μετεκλογική σύμπραξη εκείνων που λοιδορήθηκαν, χλευάστηκαν και έγιναν θύματα βιαιοπραγιών, με τους θύτες τους. Η αλλαγή στη ρητορική των εκπροσώπων του ΠΑΣΟΚ έγινε αργά και καθυστερημένα.
Το ΠΑΣΟΚ, πέραν των ιστορικών του καταβολών και των μετέπειτα μεταμορφώσεών του, εκπροσωπούσε στη χώρα μας, μια ιδιότυπη, ελληνικής κοπής, σοσιαλδημοκρατική προσέγγιση. Χάρη σε αυτό, πλατιά κοινωνικά στρώματα ήρθαν σε επαφή με τις ιδέες της κοινωνικής δικαιοσύνης (μέσω της ανακατανομής του πλούτου είναι αλήθεια), του κοινωνικού κράτους (με όλες τις στρεβλώσεις ενός και πάλι, ελληνικής κοπής κρατισμού), αλλά και έναν παράδοξο κοσμοπολιτισμό και φιλοευρωπαϊσμό που έδωσε τη δυνατότητα γνωριμίας, όσμωσης και υιοθέτησης θέσεων φιλοπρόοδων για το κοινωνικό σύνολο.
Με την υποχώρηση του ΠΑΣΟΚ και τη μείωση της εκλογικής του δύναμης σε κλάσμα των προηγούμενων επιδόσεών του, έχει μείνει κενός ο χώρος για την εκπροσώπηση της σοσιαλδημοκρατίας στη χώρα μας. Ο ΣΥΡΙΖΑ με το πολιτικό DNA που έχει, δεν μπορεί ούτε να καλύψει αυτό το κενό, ούτε, πολύ περισσότερο να μεταλλαχθεί σε ένα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Καρπός του κύματος της αγανάκτησης και της ριζοσπαστικοποίησης λόγω της χρεοκοπίας, παραμένει προσηλωμένος στην τακτική πρόκλησης πολιτικής αναταραχής, υιοθετώντας όλα τα παράλογα αιτήματα διαφόρων ομάδων άσκησης πίεσης (αν δεν τα καθοδηγεί ο ίδιος).
Η πολιτική, όμως, όπως και η φύση, απεχθάνεται το κενό. Και το κενό υπάρχει μέχρι να πληρωθεί από κάποιον που θα δει αυτό που στο μάρκετινγκ αποκαλείται niche market και εκμεταλλευτεί το συγκριτικό του πλεονέκτημα.
Μπορεί το ΠΑΣΟΚ με τη σημερινή του ηγεσία να καλύψει αυτό το κενό; Όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, δύσκολα. Καθηλωμένο στα ποσοστά του, αναζητεί εναγωνίως νέες κοινωνικές συμμαχίες, χρησιμοποιώντας μία αμφίσημη και επαμφοτερίζουσα ορολογία ως προς το μεγάλο ζήτημα της κυβερνησιμότητας της χώρας μετά από δύο εκλογικές αναμετρήσεις, ενώ παράλληλα φυλλορροεί από στελέχη, τα οποία είτε αυτο-αποστρατεύονται, είτε προσχωρούν σε άλλα κόμματα.
Ευκαιρίες, όμως, εξακολουθούν να υπάρχουν, γιατί είναι υπαρκτή η ανάγκη για ένα ισχυρό, σύγχρονο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, το οποίο καταφέρει να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων του 21ου αιώνα και θα αφήσει πίσω του τους βερμπαλισμούς και τις αστοχίες του παρελθόντος. Ένα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, το οποίο θα προτείνει πρωτίστως το δικό του μοντέλο παραγωγής στις νέες συνθήκες και δεν θα αρκεστεί μόνο στις κορώνες της αναδιανομής. Θα καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις για την οικονομία, την τεχνολογία, την κλιματική αλλαγή, τα ανθρώπινα δικαιώματα, λαμβάνοντας υπόψη τις μεγάλες αλλαγές που έχουν στο μεταξύ συμβεί.
Θα δημιουργήσει ένα νέο, σύγχρονο κομματικό μηχανισμό, μακριά από τις αμαρτίες του κομματικού φεουδαρχισμού και της στοίχισης πίσω από προβεβλημένους κομματικούς κοτζαμπάσηδες. Κανείς δεν αμφιβάλει πως για όλα αυτά χρειάζεται χρόνος και άνθρωποι. Μπορεί ο χρόνος μέχρι τις εκλογές να είναι πια λίγος, ωστόσο η ζωή δεν τελειώνει το βράδυ της Κυριακής, μα συνεχίζεται. Ευτυχώς. Συνεχίζεται και προσφέρει νέες ευκαιρίες. Αν δεν τις αρπάξει το ΠΑΣΟΚ, θα το κάνει εν ευθέτω χρόνω κάποιος άλλος.
Η κοινωνία, ωστόσο, δεν μπορεί να προοδεύσει, έχοντας έναν ασταθή δικομματισμό ως βασική συνιστώσα του πολιτικού συστήματος. Όσο καλή κι αν είναι μία κυβέρνηση, για να αποδώσει, θα πρέπει να έχει απέναντί της μίας οργανωμένη και υπεύθυνη αντιπολίτευση, η οποία και θα στηλιτεύει τα κακώς κείμενα και θα καταθέτει συγκεκριμένες, κοστολογημένες και αποτελεσματικές προτάσεις. Σε διαφορετική περίπτωση, είναι ζήτημα χρόνου, η αλαζονεία ως άλλος Κρόνος, να φάει τα παιδιά του. Από τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ έχει επιλέξει άλλο δρόμο από αυτόν της υπεύθυνης αντιπολίτευσης, ανοίγει ένα παράθυρο ευκαιριών για το ΠΑΣΟΚ. Θα το κάνει όμως; Στο ερώτημα αυτό, η απάντηση θα δοθεί πολύ σύντομα.