«Χρωματιστοί» άρχοντες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και αχρωμάτιστα σκουπίδια
Eurokinissi
Eurokinissi

«Χρωματιστοί» άρχοντες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και αχρωμάτιστα σκουπίδια

Η κομματοκρατία και η υπερβολική πολιτικοποίηση εξακολουθούν να σκιάζουν την τοπική αυτοδιοίκηση, παρόλα όσα μάθαμε. Ότι δηλαδή δε μαζεύει αλλιώς τα σκουπίδια ο αντιμνημονιακός από τον μνημονικό δήμαρχο, όπως είχε ισχυριστεί η Ρένα Δούρου το 2014, όταν ετοιμαζόταν να διεκδικήσει την Περιφέρεια Αττικής.

Τότε ο Γιάννης Μπουτάρης σε επιστημονικό συμπόσιο του Αριστοτελείου, είχε αναφωνήσει: «Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί οι δήμαρχοι πρέπει να στοιχίζονται πίσω από κόμματα. Δηλαδή τα σκουπίδια πρέπει να τα μαζεύει αλλιώς ένας δεξιός και αλλιώς ένας αριστερός; Οι πολίτες έχουν εθιστεί στην ασυδοσία. Να σταματήσει ο λαϊκισμός του νταντέματός τους  από τους επαγγελματίες πολιτικούς».

Ο τότε δήμαρχος Θεσσαλονίκης είχε εκφράσει την ελπίδα  ότι οι περισσότεροι δήμοι θα επικαλούνται ορθολογικά και όχι κομματικά κριτήρια στη δουλειά τους

Φυσικά, φωνή βοώντος εν τη ερήμω. Δεν έγινε και δε θα γίνει εν ευθέτω χρόνω, γιατί δεν εξυπηρετεί το πολιτικό σύστημα, το οποίο  χρησιμοποιεί την Αυτοδιοίκηση ως ιμάντα πολιτικών εντυπώσεων και άγρας ψήφων. Ενίοτε βέβαια, επειδή οι εκλογές της Αυτοδιοίκησης είναι τόσο κομματικοποιημένες, ερμηνεύεται ως προοίμιο νίκης ή ήττας στις εθνικές εκλογές.

Χαρακτηριστικό ήταν το παράδειγμα του 1986. Ένα χρόνο μετά τις εθνικές του 1985 όπου το ΠΑΣΟΚ πήρε περίλαμπρη νίκη και εντολή δεύτερης τετραετίας, στους τρείς μεγάλους δήμους της χώρας, Αθήνα, Πειραιά και Θεσσαλονίκη, εξελέγησαν τρία κορυφαία ΝΔτικά στελέχη: Οι Εβερτ, Ανδριανόπουλος και Κούβελας.

Τότε ο Αντρέας είχε δηλώσει «Το λάβαμε το μήνυμα», και όντως το 1989 το αποτέλεσμα έδειξε ότι οι επιλογές του λαού στις δημοτικές του ‘86 ήταν το προείκασμα μεταστροφής στις εθνικές.

Τώρα οι δύο  διεκδικητές του δήμου Αθηναίων που στηρίζονται από κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση,  Μπακογιάννης και Ζαχαριάδης, ασχολούνται με τον… Κασιδιάρη. Ο Κασιδιάρης είναι πολιτικό πρόβλημα, αλλά είναι πρόβλημα της κεντρικής πολιτικής σκηνής, των θεσμών, της λαϊκής ετυμηγορίας και της πολιτικής ανάλυσης. Όχι των υποψηφίων ως υποψηφίων.

Σε συνέντευξή του στο Βήμα ο Κώστας Μπακαγιάννης ερωτηθείς για «μια δυσοίωνη κινητικότητα που παρατηρείται», απάντησε:

«Το μαύρο δεν ταιριάζει στην Αθήνα. Απλά, σταράτα και ξεκάθαρα. Οφείλουμε να έχουμε ένα μέτωπο, πέρα και πάνω από παρατάξεις και ιδεολογίες, πέρα και πάνω από εγωισμούς, ενάντια στη βία και στο μίσος, ενάντια στο μαύρο.Οι κάλπες δεν είναι πλυντήρια, οι εκλογές δεν μπορούν να είναι το ξέπλυμα των ναζιστών και των φασιστών».

Ευκαιρία βρήκε ο υποψήφιος του ΣΥΡΙΖΑ, Κώστας Ζαχαριάδης, να πλειοδοτήσει σε δημοκρατικότητα  και απευθυνόμενος στον νυν δήμαρχο, με ένα μακρόσυρτο λογύδριο στα social media, ενέπλεξε και τον πρόσφατο ψευδή ισχυρισμό περί 16ωρης  εργασίας την ημέρα:

«Για να βελτιώσουμε τις ζωές  των ανθρώπων και οπωσδήποτε να μειώσουμε τις ανισότητες και όχι  να τους υποχρεώνουμε να δουλεύουν 16 ώρες την ημέρα για να τα βγάλουν πέρα (…) το πρόβλημα με την άκρα δεξιά και τον φασισμό είναι ότι τα λόγια της κυβέρνησης είναι πιο μεγάλα από  τις λύσεις που φέρνει για να τον αντιμετωπίσει».

Ο υποψήφιος του ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζεται ως ανεπίδεκτος μαθήσεως.  Παρόμοια έλεγε και στις εθνικές εκλογές αλλά δεν κατάφερε να βγει βουλευτής. Θα τον ψηφίσει ο λαός για δήμαρχο επειδή φιλολογεί κατά του Κασιδιάρη; Σχέδια και προγράμματα περιμένει να ακούσει από αυτόν ο δημότης. Ότι είναι αντίπαλος του Κασιδιάρη το ξέρει ή το υποθέτει.

Το ίδιο βεβαίως ισχύει και για τον νυν δήμαρχο, Κώστα Μπακογιάννη. Αλλά αυτός τουλάχιστον έχει το άλλοθι ότι ρωτήθηκε από τον δημοσιογράφο στη συνέντευξη και ήταν υποχρεωμένος να δώσει μια απάντηση για να μη θεωρηθεί υπεκφυγή και κλείσιμο ματιού.

Έως ότου αλλάξει συνείδηση ο λαός, και αρχίζει να  ψηφίζει  τους καταλληλότερους από όπου και αν προέρχονται (από τον χώρο του δημοκρατικού τόξου φυσικά), οι υποψήφιοι δήμαρχοι ή περιφερειάρχες, ας ασχοληθούν με τα του οίκου τους.

Αρκετά προβλήματα  έχουν οι δήμοι και οι περιφέρειες. Άλλωστε, πολλές φορές η ξέφρενη πολιτικολογία χρησιμοποιείται ως λεοντή για να κρυφτεί η απουσία προγραμμάτων και η ανικανότητα στην επίλυση προβλημάτων.