Απολύτως αναμενόμενη η παραμονή του Παύλου Πολάκη στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Πολάκης είναι συστατικό στοιχείο του ΣΥΡΙΖΑ, σαρξ εκ της σαρκός του. Συσπειρώνει και έλκει το πλέον εχθροπαθές, μπρουτάλ, αυριανιστικό τμήμα των Συριζαίων ψηφοφόρων.
Αυτοί εκστασιάζονται με την ωμή γλώσσα του, τον φαντασιώνονται ως… λαϊκό Άη Γιώργη, ως τον ρομφαιοφόρο αρχηγέτη της λαϊκής επέλασης «και των πτωχών υπερασπιστής» κατά το απολυτίκιο, που θα αποκεφαλίσει τον δράκοντα – φύλακα που στερεύει την πηγή της λαϊκής δικαιοσύνης.
Δεν υπερβάλουμε, αρκεί να διαβάζει κανείς τις κατά καιρούς εκδηλώσεις λατρείας στο πρόσωπό του στο αγαπημένο του facebook, τον θυμό που ξεσήκωσε το ενδεχόμενο αποκλεισμού του από τα ψηφοδέλτια, και τις παροτρύνσεις να κάνει δικό του κόμμα.
Είναι εντυπωσιακό πως αυτό το κοινό αρκέστηκε στην φραστική επιθετικότητα του πρώην υπουργού, στον επιδεικτικά δήθεν ασυμβίβαστο χαρακτήρα του, στην υποτιθέμενη αρειμάνια ντομπροσύνη του, αλλά πέραν αυτών δεν προσμέτρησε την συμπεριφορά του. (Δεν θα είχαμε κανένα πρόβλημα με αυτά, καθότι δεν είμαστε της σχολής του political correct, εάν ο Πολάκης διασταύρωνε την, κατά Τσίπρα, αψάδα του με την περίφημη κρητική κουζουλάδα και αναλάμβανε την ευθύνη των πράξεών του).
Και η συμπεριφορά του συνίσταται στο ότι εκδήλωνε την «αντισυστημικότητά» του στο άκρως προστατευμένο περιβάλλον που του διασφάλιζε η συστημικότατη κοινοβουλευτική του θέση. Δεν ακούστηκε ποτέ στις μηνύσεις που του γίνονταν, να λέει «παραιτούμαι της βουλευτικής μου ασυλίας», όπως έχουν πει πασόκοι και ΝΔτες βουλευτές και υπουργοί.
Το high light στα ανωτέρω ήταν η συζήτηση που αφορούσε την ασυλία του για συκοφαντική δυσφήμηση, όπου ως Νίκος Ξανθόπουλος, ταπεινός και αδικημένος, έκλεισε την ομιλία του βάζοντας να ακουστεί από το κινητό του τηλέφωνο το τραγούδι του Στ. Καζαντζίδη, μέσα στο κοινοβούλιο: «δεν θέλω να μου δέσετε τα μάτια», και δίνοντας έμβαση στον στίχο «κι αν κάνετε τα στήθια μου κομμάτια, εσείς πεθαίνετε και όχι εγώ».
Το ίδιο περίπου έγινε και τώρα. Στην χθεσινή συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας ο Τσίπρας άνοιξε το δρόμο της παραμονής του στα ψηφοδέλτια, χαρακτηρίζοντας ως γενναία αυτοκριτική την επιστολή του, με την οποία ζητούσε συγγνώμη για τα προβλήματα που προκάλεσε στην Κουμουνδούρου.
Ήτοι, την σφοδρή αντίδρασή του για το ψηφοδέλτιο του κόμματος στα Χανιά, καθώς επιθυμούσε να συμπεριληφθεί επιστήθιος φίλος του, και για την οποία έκανε κωλοτούμπα.
Ήδη το έδαφος είχε προετοιμαστεί. Στον Πολάκη διαμηνύθηκε να στείλει την επιστολή συγγνώμης, προκειμένου να λειανθούν οι εντυπώσεις και να βρεθεί δικαιολογία παραμονής. Παράλληλα η… πέτρα του σκανδάλου, ο φίλος του Χαιρετάκης, για την απουσία του οποίου από τα ψηφοδέλτια είχε οργιστεί και είχε αμφισβητήσει τον Τσίπρα, διευκόλυνε την κατάσταση ανακοινώνοντας «Αποσύρω την υποψηφιότητά μου για να στηρίξω ένα πραγματικό αγωνιστή» - δείχνοντας τον Πολάκη
Έτσι και ο Τσίπρας ως στοργικός αρχηγός, δείχνοντας κατανόηση στον... άσωτο σύντροφο, του παρέσχε τον μόσχον τον σιτευτόν, ήτοι θέση στα ψηφοδέλτια. Στην επιστολή του ο Πολάκης δήλωνε ότι δεν είχε πρόθεση να αμφισβητήσει δημόσια τον Τσίπρα και τα όργανα του κόμματος. Και του έφταιγαν οι «πρόθυμες γραφίδες των συστημικών ΜΜΕ» που «έσπευσαν υποβολιμαία να υποστηρίξουν ότι αμφισβητώ τον Αλέξη Τσίπρα».
Όσον αφορά στην επίμαχη ανάρτηση με τις φωτογραφίες δημοσιογράφων και ονόματα δικαστικών λειτουργών ο Πολάκης έγραψε: «η πρόθεσή μου δεν ήταν σε καμία περίπτωση η στοχοποίηση συγκεκριμένων προσώπων δημοσιογράφων αλλά η ανάδειξη της χειραγωγούμενης από το καθεστώς Μητσοτάκη ενημέρωσης».
Για πολλοστή φορά ο γράφων διερωτάται: Η «χειραγωγούμενη από το καθεστώς Μητσοτάκη ενημέρωση» - ας πούμε για την οικονομία του λόγου ότι ισχύει - έχει τους δημοσιογράφους ως διεκπεραιωτές, όχι ως εντολείς. Και αυτοί εργαζόμενοι είναι. Εάν είναι όντως υποτελείς στο καθεστώς Μητσοτάκη, δεν αυτενεργούν. Κάποιοι τους δίνουν εντολές, και αυτοί είναι τα αφεντικά τους.
Γιατί ο γενναίος Παύλος, αλλά και όλος ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν ονομάτησαν ποτέ τους κατά καιρούς εντολείς των δημοσιογράφων; Δηλαδή τον Βαρδινογιάννη, τον Αλαφούζο, τον Σαββίδη, τον Λαμπράκη, τον Κυριακού, τον Κοντομηνά, ενώ αναμένουμε αν θα δούμε ονομαστική αναφορά για τον Μαρινάκη.
Γιατί έβρισκαν εύκολους αποδιοπομπαίους τράγους τους υπαλλήλους τους δημοσιογράφους, έστω τους καλοπληρωμένους; Μήπως γατί ήθελαν να τα έχουν καλά με τα αφεντικά τους;