H Νέα Δημοκρατία έχει ξεκάθαρη στρατηγική
ΜΟΤΙΟΝΤΕΑΜ/ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΕΡΒΕΡΙΔΗΣ
ΜΟΤΙΟΝΤΕΑΜ/ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΕΡΒΕΡΙΔΗΣ

H Νέα Δημοκρατία έχει ξεκάθαρη στρατηγική

Στην πολιτική ένα κόμμα δεν αρκεί να το ευνοεί ο συσχετισμός δυνάμεων που έχει διαμορφώσει. Αυτή είναι η αναγκαία συνθήκη στον δρόμο προς την εξουσία. Η ικανή συνθήκη είναι να έχει καθαρή στρατηγική, χωρίς πισωγυρίσματα. Και η Νέα Δημοκρατία έχει αυτή τη στρατηγική. 

Ποια είναι; Μέσω των δεύτερων εκλογών με την, ήπιας μορφής, ενισχυμένη αναλογική η κατάκτηση της αυτοδυναμίας. Ένας στόχος απολύτως εφικτός, αν στις πρώτες εκλογές κινηθεί περί το 33-34%, κάτι που είναι απολύτως φυσιολογικό με τα σημερινά δεδομένα. 

Συνεπώς δεν έχει κανένα λόγο ουσιαστικό να εμπλακεί σε συζητήσεις με το ΠΑΣΟΚ για σχηματισμό συνεργατικής κυβέρνησης, πολύ δε περισσότερο να ασχολείται με την πομφόλυγα Ανδρουλάκη για το πρόσωπο του πρωθυπουργού. Αυτό είναι ένα πρόβλημα αποκλειστικά του ΠΑΣΟΚ το οποίο θα βρει μπροστά του στην προεκλογική περίοδο. 

Διότι θα αναγκαστεί ο Ν. Ανδρουλάκης, υπό την πίεση των γεγονότων, να εμφανίσει την πρόταση του. Δεν μπορεί να ζητά την ψήφο των πολιτών εν λευκώ για ένα τόσο καθοριστικής σημασίας ζήτημα*. Έτσι θα έχουμε και ένα τρίτο πρόσωπο δίπλα σε αυτά των Μητσοτάκη και Τσίπρα, το οποίο θα βγει από το παρασκήνιο, θα μετρηθεί δημοσκοπικά και σαφώς θα επηρεάσει το εκλογικό αποτέλεσμα. 

Αν τελικά δεν τολμήσει ο Ν. Ανδρουλάκης να δημοσιοποιήσει την πρόταση του, θα δέχεται ανηλεές σφυροκόπημα τόσο από τη Νέα Δημοκρατία όσο και από τον ΣΥΡΙΖΑ. Και εύλογα. Όταν ένα κόμμα στην προεκλογική περίοδο έχει κάποιες πτυχές που το καθιστούν ευάλωτο, είναι φυσιολογικό αυτές οι πτυχές να αναδεικνύονται από τους αντιπάλους του. 

Η Νέα Δημοκρατία, ευθύς εξ αρχής, έθεσε το δίλημμα της αυτοδυναμίας ή της πολιτικής αστάθειας. Ένα δίλημμα που είναι, πέραν πάσης αμφιβολίας, υπαρκτό με βάση όλα τα δεδομένα. Το θέμα, επί της ουσίας, νομίζω πως έχει εξαντληθεί. Δεν είναι μόνον οι δυσάρεστες μνήμες από συνεργατικές κυβερνήσεις, είναι και η πραγματικότητα των αριθμών που φαίνεται πως θα διαμορφωθεί μετά τις εκλογές με την απλή αναλογική. 

Τα κουκιά δε βγαίνουν και, αν τελικά βγουν, θα σχηματιστεί μια κυβέρνηση συνεργασίας με οριακή πλειοψηφία, αδύναμη να αντιμετωπίσει τα μείζονα προβλήματα, εθνικά και οικονομικά. Η Νέα Δημοκρατία δεν έχει κανένα λόγο να συμπράξει στον σχηματισμό τέτοιας κυβέρνησης, πολύ δε περισσότερο όταν στις δεύτερες εκλογές θα έχει επιπλέον 30-35 βουλευτές. 

Απλά πράγματα. 

Εκείνο το οποίο χρειάζεται η Νέα Δημοκρατία είναι να ξεκαθαρίσει με τρόπο κατηγορηματικό πως οι συνεργατικές κυβερνήσεις δεν την αφορούν. Κινείται αποκλειστικά πάνω στον άξονα της αυτοδυναμίας της η οποία είναι απολύτως εφικτή. Το τι θα γίνει το βράδυ των δεύτερων εκλογών θα το συζητήσει, από θέση πρόσθετης ισχύος, έχοντας 30-35 έδρες παραπάνω, όπως προανέφερα. 

Είτε θα έχει κατακτήσει την αυτοδυναμία είτε θα βρίσκεται πολύ κοντά της, στη χειρότερη περίπτωση. Πάντως, θα έχουμε γλιτώσει από την περιπέτεια της συνεργατικής κυβέρνησης. 

* Επειδή αναφέρεται πως και στις κυβερνήσεις του 1989 το όνομα του πρωθυπουργού έπεσε στο τραπέζι εκ των υστέρων, να υπενθυμίσω ότι η κυβέρνηση Τζανετάκη ήταν «ειδικού σκοπού», για να μην παραγραφεί το σκάνδαλο Κοσκωτά και ο Μητσοτάκης ο ίδιος δεν επιθυμούσε την πρωθυπουργία για ευνόητους λόγους. Επί πλέον πρωθυπουργός επιλέχτηκε από το πρώτο κόμμα. Στις δεύτερες εκλογές καταλήξαμε στην καταστροφική λύση Ζολώτα γιατί -λόγω του εκλογικού συστήματος- δεν υπήρχε κανένα φως στον ορίζοντα. Σήμερα οι συνθήκες είναι εντελώς διαφορετικές, ενώ υπάρχει και η διέξοδος των δεύτερων εκλογών με την ενισχυμένη αναλογική.

Μη συγκρίνουμε ανόμοιες καταστάσεις επειδή αυτό μας βολεύει.