Του Γιάννη Σιδέρη
Σε γόρδιο δεσμό καθίσταται για την κυβέρνηση το καθεστώς των «εξασφαλίσεων» που ζητάει η Κομισιόν για τα τους ευρωπαίους εμπειρογνώμονες που απασχολούνται στην Ελλάδα.
Την στιγμή που ο εκπρόσωπος της Κομισιόν Μαργαρίτης Σχοινάς εξέφραζε την άποψη της Επιτροπής για κάποιες «εξασφαλίζεις» που θα πρέπει να τυγχάνουν οι ευρωπαίοι εμπειρογνώμονες, που απασχολούνται στην Ελλάδα, στο πλαίσιο του ελληνικού προγράμματος, ευρωπαίος αξιωματούχος δήλωνε στο κρατικό ΑΠΕ, για το καυτό θέμα τη ασυλίας στο καινούργιο ταμείο Ιδιωτικοποιήσεων: Στους κόλπους των Βρυξελλών υπάρχουν ανησυχίες ότι εφόσον δεν διευθετηθεί το ζήτημα (παροχή ασυλίας), κανένα στέλεχος των ευρωπαϊκών οργάνων δεν θα επιθυμεί να αποσταλεί στην Ελλάδα, και έτσι θα υπονομευτεί η επιτυχία του νέου ταμείου αποκρατικοποιήσεων. «Γι' αυτό το Eurogroup ζήτησε από την ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει στις απαραίτητες αλλαγές στη νομοθεσία, ώστε αντίστοιχες διώξεις να μην επαναληφτούν στο μέλλον».
Ποιες είναι οι «αντίστοιχες διώξεις»; Αυτές για τις οποίες γράψαμε χθες, ότι έξι μέλη του Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων του ΤΑΙΠΕΔ (εκ των οποίων τα τρία είχαν διοριστεί από το EuroWorking Group και κατάγονται από την Ισπανία, την Σλοβακία και την Ιταλία) κλήθηκαν να απολογηθούν στον εισαγγελέα Διαφθοράς.
Είναι εύλογη η επιφύλαξη, έως αρνητική διάθεση, των ευρωπαίων τεχνοκρατών, να αναλάβουν πόστα που εκ της φύσεώς τους είναι ευάλωτα στην κατηγορία της διαφθοράς, για πράξεις όπως είναι οι ιδιωτικοποιήσεις περιουσίας ξένου κράτους.
Ούτως ή άλλως η ίδια η πράξη της πώλησης είναι πάντα τρωτή, γιατί α) είναι εκτεθειμένη σε υποκειμενικές εκτιμήσεις επί της αξίας ενός περιουσιακού στοιχείου. β) Συνοδεύεται από την εχθρότητα του γηγενούς προς τον ξένο, ο οποίος ως «εισβολέας» και «κατακτητής», του εκποιεί την κρατική περιουσία, και γ) φουντώνει την εγχώρια καχυποψία μήπως το τίμημα του περιουσιακού στοιχείου, είναι μικρότερον του πρέποντος, επειδή ο «εκποιών» ενθυλάκωσε μίζα για να πουλήσει κοψοχρονιάς.
Η κυβέρνηση σκέπτεται διάφορες λύσεις αλλά δεν έχει βρει ΤΗΝ λύση
Η κυβέρνηση είναι αρκούντως προβληματισμένη γιατί στο παρελθόν, στην εποχή που το πολιτικό σύμπαν για το κυβερνών κόμμα, ήταν στα χρώματα του άσπρου-μαύρου (οι αποχρώσεις ήταν ύποπτες), είχε δαιμονοποιήσει την σχετική διαδικασία και δαιμονολογήσει τους εμπλεκόμενους. Δημιούργησε έτσι μια πολιτική κουλτούρα στους οπαδούς της, που θα πρέπει - και στο συγκεκριμένο θέμα - να προδώσει.
Σαφώς οι κυβερνητικές επιφυλάξεις έχουν ισχυρή βάση: Το γεγονός ότι το τίμημα ενός περιουσιακού στοιχείου και ο αγοραστής, θα είναι συλλογική απόφαση της ομάδας των εντεταλμένων στελεχών, δεν είναι «προεξοφλημένο» τεκμήριο αθωότητας. Σε θεωρητικό επίπεδο θα μπορούσε να υπάρξει υπόγεια συνεννόηση της διοικητικής ομάδας, εκποίηση, και ανάλογη υπόγεια προσωπική «ανταποδοτικότητα» σε έκαστο μέλος της.
Εξ αυτού η κυβέρνηση αναζητά μία ενδιάμεση λύση η οποία να παρέχει κάποιες εγγυήσεις ελευθερίας, για να είναι εντάξει και με το αίτημα του Eurogroup, αλλά να μην καθιστά ανεξέλεγκτη την ηγετική ομάδα που θα διαχειρίζεται την «αξιοποίηση» της κρατικής περιουσίας. «Όλοι πρέπει υπαγόμαστε σε ελεγκτική διαδικασία», όπως μας είπε στέλεχος του Μαξίμου».
Ωραίος και εύκολος ως θεωρητικός συλλογισμός, αλλά η πραγμάτωσή του, παρουσιάζει ανυπέρβλητη, προς το παρόν, δυσκολία. Το πρωθυπουργικό επιτελείο αναζητά την πλέον πρόσφορη, μεταξύ διαφορετικών λύσεων, αλλά το πρόβλημα είναι κατά πόσο αυτή που θα προτείνει, θα γίνει δεκτή, αφενός από το Eurogroup, αφετέρου από τα στελέχη που προόρισται να οριστούν στη διοίκηση του Υπερταμείου.
Δεδομένου μάλιστα, ότι αυτοί που θα την απαρτίσουν, θα είναι υψηλά στελέχη με καριέρες περιωπής, γεννάται το ερώτημα: ποιος θα αφήσει μια τέτοια δουλειά για να έρθει να συμπληρώσει μια θέση, για την οποία θα είναι εσαεί υποψήφιος για παραπομπή στον ανακριτή, επειδή κάποιο κόμμα, κάποια ομάδα συμφερόντων ή κάποια ομάδα κοινωνικής πίεσης, θα κρίνει μικρό το τίμημα πώλησης ενός κρατικού περιουσιακού στοιχείου;
Τον ανωτέρω συλλογισμό θέσαμε στον συνομιλητή μας, και η απάντηση ήταν «θα βρεθούν άλλοι, κάποιοι που θα θέλουν». Εύκολο ως απάντηση, αλλά το ερώτημα που ορθώνεται είναι: «οι άλλοι» που θα έρθουν, για ποιο λόγο θα έρθουν, αν πάντα κρέμεται από πάνω τους η δαμόκλειος σπάθη της παραπομπής στη δικαιοσύνη; Για τον …αλτρουισμό τους προς τους έλληνες;
Εν αναμονή λοιπόν. Το πρόβλημα αρχικά ήταν έξω από το πεδίο προβληματισμού του κυβερνητικού επιτελείου, αλλά η περιπέτεια των έξι μελών του ΤΑΙΠΕΔ, το έκανε να αναφυεί ξαφνικά μπροστά τους. Δεν είναι σίγουρο δε, ότι η μη επίλυσή του, δεν θα εμπλακεί ανασταλτικά στην πορεία των δόσεων.