Πολλές φορές οι μικρές λεπτομέρειες είναι αυτές που «σημαδεύουν» τις εξελίξεις στην πολιτική σκήνη, ειδικά σε κρίσιμες συγκυρίες. Η αλήθεια λοιπόν είναι ότι το περιστατικό με το κοινό ανακοινωθέν Ελλάδας- ΗΠΑ και τον χαρακτηρισμό ως «ιστορικής» της συμφωνίας των Πρεσπών έγινε την λάθος στιγμή. Έγινε σε μία ημέρα όπου όλα τα βλέμματα ήταν στραμμένα στο αντικείμενο των συνομιλιών του Μάικ Πομπέο με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και κυρίως στο μήνυμα που έστειλε η επίσκεψη του επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας στον Ταγίπ Ερντογάν.
Για να μην ξεχνιόμαστε λοιπόν ουδέποτε για την κυβέρνηση της ΝΔ αναγνωρίστηκε ως «ιστορική», η συγκεκριμένη συμφωνία. Η αλήθεια είναι ότι η ΝΔ ως αξιωματική αντιπολίτευση είχε επισημάνει τα αρνητικά της στοιχεία και είχε εξαντλήσει κάθε δυνατότητα -καταθέτοντας ακόμη και πρόταση δυσπιστίας- για να μην υπογραφεί και να μην κυρωθεί. Παράλληλα ο κ.Μητσοτάκης είχε επισημάνει ότι από την στιγμή που θα κυρωνόταν δε θα μπορούσε να καταγγελθεί μονομερώς. Πολύ περισσότερο όταν η Ελλάδα στηρίζει την εξωτερική πολιτική της στο Διεθνές Δίκαιο το οποίο δεν μπορεί αλλού να επικαλείται και αλλού να αγνοεί.
Αλήθεια επίσης είναι ότι η αμερικανική πλευρά έδωσε ιδιαίτερη σημασία στην επίτευξη της συμφωνίας μεταξύ των δύο μερών, καθώς αποτελούσε προϋπόθεση για την ένταξη της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ. Αυτή την συνάφεια μεταξύ της Συμφωνίας των Πρεσπών και της ένταξης της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ επισημαίνει η σχετική κοινή δήλωση των δύο Υπουργών Εξωτερικών.
Και εδώ αρχίζουν οι λάθος χειρισμοί : Ο χαρακτηρισμός της Συμφωνίας ως «ιστορικής» οφείλεται σε λάθος (που προήλθε από την ελληνική πλευρά) κατά την ανταλλαγή κειμένων της Κοινής Δήλωσης Ελλάδας-Η.Π.Α. καθώς η φράση αυτή δεν απηχούσε τις ελληνικές θέσεις. Το λάθος διορθώθηκε με τη σύμφωνη γνώμη της αμερικανικής πλευράς. Το επίσημο κείμενο είναι το τελικό και σε αυτό δεν υπάρχει η λέξη «ιστορική». Το τελικό κείμενο είναι αυτό που έχει αναρτηθεί τόσο στο υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας όσο και στο αγγλικό κείμενο της αμερικανικής πρεσβείας.
Ο κακός αυτός χειρισμός έδωσε την ευκαιρία όπως ήταν άλλωστε απολύτως αναμενόμενο στην αξιωματική αντιπολίτευση να ξιφουλκήσει εναντίον της κυβέρνησης, σε μία στιγμή που το μομεντουμ ήταν υπέρ του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Παρότι λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ έσπευσε να εκμεταλλευθεί την κακή κυβερνητική επιλογή, δε θα πρέπει να λησμονούμε ορισμένες «αλήθειες». Στις 25 Ιανουαρίου όταν ψηφιζόταν η Συμφωνία των Πρεσπών στη Βουλή ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνιζε μεταξύ άλλων : «....Αν, λοιπόν, η Συμφωνία των Πρεσπών κυρωθεί, δεν θα μπορεί να ακυρωθεί την επόμενη μέρα, καθώς διαθέτει μεγαλύτερη ισχύ από κάθε νόμο. Το Διεθνές Δίκαιο καθιστά δυσμετάβλητη κάθε τροποποίησή της. Τυχόν παραβίασή της μπορεί να σημαίνει διεθνή απομόνωση και Διεθνές Δικαστήριο για τη χώρα μας. Το βάρος που θα αναλάβει η επόμενη κυβέρνηση είναι τεράστιο. Και γι’ αυτό ακριβώς όλα κρίνονται σήμερα και αύριο, καθώς αύριο θα γίνει η ονομαστική ψηφοφορία πληροφορήθηκα, όχι μεθαύριο. Η ώρα της ευθύνης είναι τώρα. Όχι στο μέλλον».
Είναι σαφές λοιπόν ότι ο κ.Τσίπρας έχει αποφασίσει στρατηγικά να διαστρεβλώνει συνεχώς την παραπάνω θέση που είχε εκφράσει ο κ.Μητσοτάκης, αναζητώντας άλλοθι για τις δικές του επιλογές.
Στο πολιτικό παιχνίδι είναι βέβαιο ότι όλα αυτά επιτρέπονται από την πλευρά της αντιπολίτευσης, όμως τέτοιου είδους «λάθη» δεν μπορεί να γίνουν ανεκτά από την πλευρά της κυβέρνησης.