Θεωρώ την εφαρμογή του κριτηρίου της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής ως μία κορυφαία νομοθετική ρύθμιση, διότι είναι συγχρόνως δίκαιη, αξιοκρατική και διασφαλίζει την δυνατότητα παρακολούθησης ενός προγράμματος πανεπιστημιακού επιπέδου εκ μέρους του φοιτητή.
Εξ άλλου, έχω τοποθετηθεί κατ’ επανάληψη επί του θέματος με άρθρα μου στις 20/7/2021 και 30/7/2021 στον παρόντα ιστότοπο. Όπως θεωρώ εκ των ων ουκ άνευ την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος, ώστε να επιτραπεί η ίδρυση και λειτουργία μη κρατικών πανεπιστημίων, τα οποία θα λειτουργούν υπό την πλήρη εποπτεία του Υπουργείου Παιδείας και της ΕΘΑΑΕ.
Θέση την οποία έχουμε στηρίξει από το 2006 μερικοί εξ ημών, που ασχολούμαστε επισταμένως με τα θέματα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης τις τελευταίες δεκαετίες. Η αποτυχία στο εν λόγω εγχείρημα έχει καταγεγραμμένο πλέον ιστορικό, ενώ είναι γνωστοί εκείνοι, οι οποίοι εμπόδισαν την υπερψήφιση της πρότασης το 2007. Αυτό και οι επικείμενες εκλογές της 21ης Μαΐου είναι τα εναύσματα του σημειώματος, που ακολουθεί.
Μία φιλελεύθερη κοινοβουλευτική δημοκρατία λειτουργεί σωστά, όταν έχει μία λειτουργική και ικανή κυβέρνηση, μία εξ ίσου εποικοδομητική και ελέγχουσα αντιπολίτευση και μία ώριμη κοινωνία.
Στην χώρα μας η κοινωνία δείχνει σαφή σημάδια ωρίμανσης. Έχουμε μία λειτουργική και ώριμη κυβέρνηση, η οποία, παρ' όλα τα λάθη και παραλείψεις της, έχει αποκαταστήσει την αξιοπιστία και την αμυντική ικανότητα της χώρας και βρίσκεται σε προοδευτική και μεταρρυθμιστική τροχιά, αλλά έχουμε και μία αξιωματική αντιπολίτευση προβληματική και συχνά καταστροφική.
Επιθυμία και στόχος μιας μερίδας προοδευτικών πολιτών, μετά την λαίλαπα του 2012 για το ΠΑΣΟΚ, ήταν μέχρι πρότινος η συγκρότηση ενός σύγχρονου, προοδευτικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, το οποίο θα έπαιρνε κάποια στιγμή την θέση του ΣΥΡΙΖΑ, ως κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με προοπτική την ύπαρξη τουλάχιστον δύο κομμάτων, τα οποία τηρούν τον φιλοευρωπαϊκό στόχο της χώρας, τηρούν το Σύνταγμα και τους νόμους, σέβονται την αρχή της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης και των ΜΜΕ και βασίζουν την ενίσχυση του Κοινωνικού Κράτους στην προσέλκυση παραγωγικών επενδύσεων, στην μείωση της ανεργίας και στο τρίπτυχο Αριστεία - Αξιολόγηση - Αξιοκρατία.
Δυστυχώς, μετά τις εκλογές του Δεκεμβρίου 2021, αυτό απεδείχθη ουτοπικό. Ιδιαίτερα, η εμμονή του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ και των νέων στελεχών, τα οποία ορίσθηκαν από τον αρχηγό, στα συνθήματα «ΠΟΤΕ δεν θα κάνουμε τον αρχηγό του πρώτου κόμματος (είτε είναι ο Μητσοτάκης είτε ο Τσίπρας) πρωθυπουργό», «Θα στείλουμε την ΝΔ στην αντιπολίτευση και θα σχηματίσουμε προοδευτική κυβέρνηση», αλλά και την αρνητική θέση τους στην εφαρμοζόμενη αξιοκρατική Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής και την αμφίθυμη θέση για την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος με την φράση «Πρέπει πρώτα να δυναμώσουμε τα δημόσια πανεπιστήμια και μετά να δούμε το θέμα των μη κρατικών», δεν αφήνει μεγάλα περιθώρια συνεργασιών με το διαφαινόμενο πρώτο κόμμα στις επικείμενες εκλογές.
Ιδιαίτερα, όταν οι θέσεις του νέου αρχηγού στα θέματα Παιδείας (π.χ. το σύνολο των νόμων, που εισηγήθη η κυβέρνηση και ψήφισε η Βουλή) και Πολιτισμού (π.χ. δωρεά συλλογής Stern και μετατροπή πέντε μουσείων σε ν.π.δ.δ.) βρίσκονται σε διαμετρικά αντίθεση θέση με τις νομοθετικές ρυθμίσεις της απερχόμενης κυβέρνησης.
Η απάντηση, επομένως, του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ερώτηση «Αν η ΝΔ στις εκλογές την επόμενη εβδομάδα είναι πρώτο κόμμα τι θα κάνει με την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης τη Δευτέρα» ήταν μονόδρομος.
« . . . . . Για το αριθμητικό ενδεχόμενο κυβέρνησης συνεργασίας ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, το ζήτημα δεν είναι μόνο αριθμητικό.
Ο κ. Ανδρουλάκης έχει πει ότι δεν θέλει πρωθυπουργό εμένα, αυτό δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε, οι πολίτες ψηφίζουν και για πρωθυπουργό. Με το ΠΑΣΟΚ του κ. Ανδρουλάκη λίγα πράγματα έχω ουσιαστικά να συζητήσω.
Έχει φέρει την πολιτική του πιο κοντά στον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν θεωρώ τον κ. Ανδρουλάκη δύναμη προοδευτικού εκσυγχρονισμού. Θα αναγκαζόμαστε περισσότερο να πατάμε φρένο παρά γκάζι.
Μια τέτοια κυβέρνηση δεν νομίζω ότι θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της χώρας».
Πολλοί θα θέλαμε να ήσαν διαφορετικά τα δεδομένα. Όμως, τα τελευταία είναι και εκείνα, που καθορίζουν την περαιτέρω πορεία μιας κοινωνίας. Μέχρι, φυσικά, να αλλάξουν τα δεδομένα.
* Ο Ιωακείμ Γρυσπολάκης είναι ομότιμος καθηγητής και πρώην πρύτανης του Πολυτεχνείου Κρήτης