Με τη «χρυσόσκονη» του προγράμματος της Θεσσαλονίκης να θεωρείται ήδη θαμπωμένη, στην προεκλογική πραμάτεια του ΣΥΡΙΖΑ, συντηρείται ανεξήγητα σε περίοπτη θέση, η πρόταση για τη σύζευξη των αριστερών και κεντροαριστερών δυνάμεων. Το κάλεσμα για την προοδευτική διακυβέρνηση στο οποίο η Κουμουνδούρου επιμένει να απευθύνει αλλά προσώρας οι άλλες δυνάμεις εκπέμπουν σε άλλο μήκος κύματος ή κατά την βολική εκδοχή τηρούν απλώς σιγήν ασυρμάτου.
«Θέλω να σας πω ότι αν οι εκλογές γίνονταν πριν από το καλοκαίρι, ο ΣΥΡΙΖΑ θα δυσκολευόταν να βγει πρώτος. Η απόφαση του κ. Μητσοτάκη, η ανάγκη μάλλον, γιατί αναγκάστηκε από τις εξελίξεις, να πάει στο τέλος της τετραετίας διαμορφώνει ένα νέο πλαίσιο...», ήταν η παραδοχή Τσίπρα πριν από είκοσι ημέρες. Και τα κομμάτια των παραδοχών σε αυτό το προεκλογικό πάζλ επί της ουσίας προδίδουν την πραγματική στόχευση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με δεδομένη την αδυναμία της να ξεπεράσει τη δημοσιονομική στενωπό.
Ο πήχης είναι καθαρά τοποθετημένος στη γραμμή των εντυπώσεων με ένα σήμα συνεργασίας στο οποίο δεν υπάρχει ανταπόκριση και οι παραδοχές είναι η αναγνώριση της αναζήτησης πολιτικού σωσίβιου. Οι δημόσιες παρεμβάσεις από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ φωτίζουν ως προβολείς τους τακτικισμούς που συμπληρώνουν την στρατηγική της Κουμουνδούρου για την προοδευτική διακυβέρνηση. Όπως ο σχολιασμός του Δημήτρη Βίτσα, που συγκαταλέγεται στις μετριοπαθείς φωνές του ΣΥΡΙΖΑ, για τα ευρήματα της δημοσκόπησης της Alco.
«Μια χαρά τα βλέπω εγώ. Αν ήταν έτσι ακριβώς τα πράγματα γιατί να μην κάνει ο κ. Μητσοτάκης τώρα αμέσως εκλογές. Αλλά να σας πω την αλήθεια, κάντε την πρόσθεση. Η δική μας πρόταση είναι ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ, ΜέΡΑ25 και ανοχή του ΚΚΕ, θα δείτε ότι ξεπερνάμε το 40%», ήταν η θέση που εξέφρασε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ. Ο κ. Βίτσας όμως στην αυτονόητη επισήμανση ότι δεν υφίσταται ως δεδομένο αυτό το άθροισμα πολιτικών δυνάμεων, δεν το αρνήθηκε μεν, επιστράτευσε δε μια αποκαλυπτική αποστροφή: « Όχι, αλλά δείχνει τη δυναμική του».
Το κρίσιμα ερωτήματα όμως που συνοδεύουν αυτόν τον πολιτικό υπολογισμό, είτε αποφεύγεται να απαντηθούν από την Κουμουνδούρου, είτε η απόκριση σε αυτά δεν χαρακτηρίζονται από την πολιτική ευθύτητα. Όπως, για παράδειγμα, εάν στην προβολή που γίνεται, μια κυβέρνηση Τσίπρα, Ανδρουλάκη, Βαρουφάκη, δημιουργεί στο εκλογικό σώμα αισθήματα χαράς. «Ο κόσμος δεν χαίρεται πια, καθόλου εύκολα», είναι η λακωνική τοποθέτηση του μετριοπαθούς Δημήτρη Βίτσα, στην ίδια συνέντευξη. Ακόμη περισσότερο εάν το συγκεκριμένο σχήμα συνεργασίας μπορεί να βελτιώσει τους δείκτες που δυσκολεύουν την καθημερινότητα των πολιτών.
Φαίνεται πάντως ότι το ποντάρισμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι η πλειοψηφία θα εκδηλώσει την απαρέσκεια της για την κυβέρνηση πάνω από την εθνική κάλπη. Προσπερνάει όμως την κρίσιμη παράμετρο για τη δική της απήχηση στους ψηφοφόρους.