Το ότι συχνά παρεμβαίνουν στη δημόσια ζωή της χώρας, αρθρογραφούντες (ενίοτε ακατάπαυστα μάλιστα) ειδικοί επί της μελέτης του κράτους και της πολιτικής ζωής επιστήμονες, πρωτίστως συνταγματολόγοι και πολιτειολόγοι/ πολιτικοί επιστήμονες, έχει ένα σημαντικό θετικό: Τους επιτρέπει να ασκούν προς την κοινωνία παιδαγωγικό ρόλο, να εκλαϊκεύουν και να αναλύουν με τρόπο προσιτό στο ευρύ κοινό πλευρές και πτυχές του δημόσιου βίου, οι οποίες χωρίς τη σχετική παρέμβασή τους θα ήταν ίσως κατανοητές ή γνωστές μόνο στους ειδήμονες.
Ενέχουν όμως οι σχετικές παρεμβάσεις και ένα σημαντικό κίνδυνο: Αν όχι αναγκαία τον αυτοεξευτελισμό των επιστημόνων, που γράφουν συχνά με λογική στρατευμένου ινστρούχτορα (θέλω να ελπίζω -για το κύρος του επιστημονικού λόγου ή έστω του λόγου των υπηρετούντων την Επιστήμη στην κύρια δραστηριότητά τους ακαδημαϊκών- πως κάτι τέτοιο συμβαίνει σπανιότατα), τουλάχιστον το ενδεχόμενο διολίσθησης και αυτής της κατηγορίας των αρθρογράφων στη φτηνή συνθηματολογία. Χαρακτηριστικά…
Πανθομολογουμένως και αναμφίβολα εξαιρετικός συνάδελφος -για την εκτίναξη του οποίου προς την κορυφή της ακαδημαϊκής ιεραρχίας σημαντικό, πιστεύω, ρόλο έπαιξε και η ταπεινότητά μου- έγραψε στην, προφανώς εξαιρετικά πλουραλιστική, Καθημερινή της τελευταίας Κυριακής για «βοναπαρτιστικούς πειρασμούς που θέλγουν τον πρωθυπουργό», ως κατεξοχήν δε τέτοιος θεωρεί πως είναι «η επιθυμία του να κυβερνά αυτοδύναμος».
Μάλιστα ο διακεκριμένος επιστήμονας δεν αρκείται στη «διαπίστωση», αλλά καλεί και σε …αντίσταση: «Είναι ΧΡΕΟΣ του κοινοβουλευτισμού να αμυνθεί απέναντι σε αυτή τη διάθεση ακύρωσής του»! Ωστόσο…
Πάει περισσότερος από μισός αιώνας αφότου ο Μωρίς Ντυβερζέ κατέδειξε τις ομοιότητες της προεδρικής δημοκρατίας με τον πλειοψηφικό κοινοβουλευτισμό (δηλαδή την εκδοχή του κοινοβουλευτικού συστήματος όπου, συνήθως λόγω εκλογικού νόμου, αναδεικνύονται κατά κανόνα μονοκομματικές κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες και αντίστοιχες κυβερνήσεις): Και στις δύο περιπτώσεις ο βασικός εξουσιαστής της χώρας επί της ουσίας αναδεικνύεται αμέσως από τον λαό -χωρίς δηλαδή την ανάγκη μετεκλογικής διαμεσολάβησης διακομματικών διαβουλεύσεων και συμβιβασμών-, ενώ και στις δύο περιπτώσεις των εν λόγω συστημάτων διακυβέρνησης αυτός ο κεντρικός πόλος της πολιτικής εξουσίας κυβερνάει συγκεντρωτικά, έχοντας τη δυνατότητα να χρησιμοποιεί και εξωκοινοβουλευτικούς υπουργούς.
Αυτά, βέβαια, ίσως εν μέρει χαρακτηρίζουν και τον βοναπαρτισμό, ο οποίος όμως «σφραγίζεται» και από μια σειρά άλλων χαρακτηριστικών, που θεωρώ αδιανόητο να αγνοούσε ο εκλεκτός/κορυφαίος συνάδελφος. Ποια είναι αυτά;
Πρώτον, η συνεχής προσφυγή σε -εν πολλοίς χειραγωγούμενα- δημοψηφίσματα, προκειμένου να δοθεί η επίφαση της λαϊκής συγκατάθεσης στη βούληση του «Μονάρχη»…
Δεύτερον, ο απόλυτος και μονοπωλιακός έλεγχος από το καθεστώς όλων των υφιστάμενων γνωμοδιαμορφωτικών μηχανισμών, εφημερίδων ασφαλώς αλλά και παραγόντων με κοινωνική επιρροή. (Μιλάμε για μονοπώλιο, όχι για εξαγορά επιρροής με δημόσιο χρήμα, που διεθνώς –περισσότερο δε ενδεχομένως στη χώρα μας– συνιστά ένα από τα πιο νοσηρά εγγενή χαρακτηριστικά της Δημοκρατίας, προεδρικής και κοινοβουλευτικής εξίσου…).
Τρίτον, ο ολοκληρωτικός έλεγχος όλων των αρμών του κράτους, και των ενεργοποιούμενων σε τοπικό/περιφερειακό επίπεδο «τοιούτων», πχ των νομαρχών που λειτουργούν ως όργανα του κεντρικού εξουσιαστή…
Τέταρτον, η ροπή -εν πολλοίς λόγω της απουσίας εξουσιαστικών αντερεισμάτων- συχνά προς ανερμάτιστη, οπωσδήποτε δε τυχοδιωκτική εξωτερική πολιτική. Αυτή ενίοτε, κατά κανόνα σπανίως, προσπορίζει κάποια εθνικά οφέλη. Πχ την προσάρτηση στη Γαλλία, επί Ναπολέοντα του 3ου, Σαβοΐας και Νίκαιας, που έως τότε ανήκαν στο Πιεμόντε. Πολύ συχνότερα, όμως, οδηγεί σε εθνικές καταστροφές: Το κατά κυριολεξία Βατερλώ του ενός Ναπολέοντα, το μεταφορικό στο Μεξικό του άλλου…
Υπάρχουν πολλές από αυτές τις πτυχές της δράσης ή μάλλον της φύσης του βοναπαρτισμού που χαρακτηρίζουν την πολιτική του σημερινού πρωθυπουργού, κύριε συνάδελφε;
* Ο Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι συγγραφέας του βιβλίου «Ο Εθνικός Διχασμός και η κορύφωσή του. Η ΔΙΚΗ ΤΩΝ 'ΕΞΙ'. Εξιλασμός ή δικαστικός φόνος;», που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη