Το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να χαρακτηρίσει τις επενδύσεις σε φυσικό αέριο και πυρηνικούς σταθμούς ως φιλικές προς το περιβάλλον τίθεται προς ψήφιση αύριο Τετάρτη. Το Ευρωκοινοβούλιο θα αποφασίσει αν θα αποδεχτεί ή θα απορρίψει τη δέσμη μέτρων που προτείνει η Κομισιόν και η οποία έχει διχάσει επενδυτές.
Η ψηφοφορία αποτελεί το τελευταίο βήμα πριν την από καιρό καθυστερημένη απόφαση της ΕΕ για το αν θα συμπεριλάβει τις δύο αυτές πηγές ενέργειας στο σχέδιο για βιώσιμες επενδύσεις στην Ευρώπη.
Με στόχο περισσότερα ιδιωτικά κεφάλαια να διατεθούν σε πράσινα έργα, το σχέδιο θέτει το ευρωπαϊκό πρότυπο για βιώσιμες επενδύσεις. Ωστόσο, η συζήτηση έχει εξελιχθεί σε ευρύτερη πολιτική αντιπαράθεση για τα καύσιμα στα οποία πρέπει να επενδύσει η Ευρώπη για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και την αντικατάσταση του ρωσικού φυσικού αερίου.
Η εισβολή στην Ουκρανία από τη Ρωσία, τον κορυφαίο προμηθευτή αερίου της Ευρώπης, οξύνει την αντιπαράθεση και στους κόλπους της ΕΕ. Οι υποστηρικτές ισχυρίζονται ότι το σχέδιο θα συμβάλλει στη δημιουργία υποδομών και στις εισαγωγές μεγαλύτερων ποσοτήτων μη ρωσικού φυσικού αερίου στην ΕΕ.
Οι επικριτές επισημαίνουν ότι οι κανόνες καλύπτουν τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, αλλά όχι τους τερματικούς σταθμούς υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) που θα διευκολύνουν τις επιπλέον εισαγωγές.
Οι Ευρωβουλευτές συζητούν τους κανόνες για το φυσικό αέριο και τα πυρηνικά σήμερα Τρίτη και θα ψηφίσουν αύριο Τετάρτη σε σφιχτή διαδικασία, ενώ απαιτείται πλειοψηφία των 705 βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για να μπλοκάρει το σχέδιο.
Η απόρριψη του σχεδίου θα συνιστούσε πλήγμα για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία πέρασε πάνω από ένα χρόνο για να αναδιατυπώσει τους κανόνες εν μέσω παρεμβάσεων από το λόμπι των βιομηχανιών αερίου και πυρηνικής ενέργειας.
Οι επικριτές υποστηρίζουν ακόμη ότι οι μονάδες φυσικού αερίου θα πρέπει να τηρούν πολύ αυστηρότερους κανόνες ως προς το όριο εκπομπών από εκείνα της πρότασης της Κομισιόν.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε υιοθετήσει χαμηλότερο όριο εκπομπών σε πρώιμη πρόταση το 2020, αλλά το τροποποίησε μετά από αντιδράσεις από ορισμένα από τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ.