«Είναι αναγκαία η εξισορρόπηση μεταξύ της ακαδημαϊκής και εφαρμοσμένης γνώσης, έτσι ώστε να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στον ακαδημαϊκό χώρο και στα ερευνητικά κέντρα και τον επαγγελματικό τομέα», δηλώνει ο γενικός γραμματέας Έρευνας και Τεχνολογίας του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, καθηγητής Αθανάσιος Κυριαζής.
Σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο κ. Κυριαζής εξηγεί, γιατί η μεταφορά της ΓΓΕΤ από το υπουργείο Παιδείας στο Ανάπτυξης «όχι μόνο δεν καταργεί τον ενιαίο χώρο έρευνας και εκπαίδευσης, αλλά τον ενισχύει και σηματοδοτεί την ταύτιση της έρευνας και της καινοτομίας με την ανάπτυξη, τις επενδύσεις και τη βελτίωση της οικονομίας».
«Η στήριξη της βασικής έρευνας σε συνδυασμό με την εφαρμοσμένη, με σκοπό τον περιορισμό του brain drain συνιστά βασική επιδίωξη της κυβέρνησης», διαβεβαιώνει, παρατηρώντας πως η Ελλάδα κατέχει μόλις τη 18η θέση σε σύνολο 28 κρατών- μελών, ως προς το ποσοστό 1,14% του ΑΕΠ που διατίθεται για την Έρευνα, σε σχέση με τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο 3%.
Προκειμένου να μετουσιωθούν τα ερευνητικά δεδομένα σε προϊόντα, ο κ. Κυριαζής επισημαίνει πως «είναι απαραίτητο να δοθούν κίνητρα, ώστε τα πανεπιστήμια να γίνουν περισσότερο εξωστρεφή, να έχουν τη δυνατότητα συνεργειών και δημιουργιών spin off εταιριών» και προσθέσει ότι η ΓΓΕΤ θα συμβάλλει μέσω των ερευνητικών της προγραμμάτων στην κατεύθυνση αυτή.
Σημειώνει ακόμη πως στο νέο απλοποιημένο θεσμικό πλαίσιο των Ειδικών Λογαριασμών Κονδυλίων Έρευνας (ΕΛΚΕ) των Πανεπιστημίων η ΓΓΕΤ έχει βασικό ρόλο «όχι μόνο γιατί αφορά όλους τους ερευνητικούς εποπτευόμενους φορείς της, αλλά και γιατί οι ΕΛΚΕ αφορούν την Έρευνα».
Σχετικά με το θέμα της διαφάνειας και του αδιάβλητου των διαδικασιών για τις αξιολογήσεις ερευνητικών έργων, που χρηματοδοτούνται από το ΕΣΠΑ, το ΕΛΙΔΕΚ και άλλες πηγές γνωστοποιεί ότι μελετώνται αλλαγές, καθώς «υπάρχουν αρκετές διαμαρτυρίες και ενστάσεις για τα προηγούμενα αποτελέσματα».