Ο θάνατος της Φώφης Γεννηματά τροφοδότησε συναισθηματική φόρτιση στην κοινωνία. Ωστόσο, επειδή πάντα η ζωή συνεχίζεται, συν τω χρόνω το συναίσθημα αποφορτίζεται. Είναι δύσκολο να υποστηρίξει κάποιος ότι το ενδιαφέρον για το ΚΙΝΑΛ που συνεχίζεται ενόψει των εσωκομματικών εκλογών, οφείλεται και μόνο στη συγκίνηση για την αποδημία της πρώην Προέδρου.
Η Φώφη διέσωσε το ΠΑΣΟΚ από τη διάσπαση και την επαπειλούμενη εξαφάνιση. Και γι’ αυτό η θητεία της θα αποτελέσει αξιοσημείωτη καταγραφή στην εσωτερική ιστορία του. Όμως επί ημερών της το δημοσκοπικό ποσοστό του κόμματος έδειχνε να έχει πιάσει «ταβάνι». Οι αιτίες δεν οφείλονται μόνο στην ίδια, αλλά και δεν έχουν σημασία πλέον.
Ούτως ή άλλως η εκλογή νέου αρχηγού σε ένα κόμμα αναρριπίζει τις ελπίδες στον κόσμο που το ακολουθεί. Ανθρώπινη η προσδοκία κάθε νέας αρχής. Όμως το ενδιαφέρον που παρατηρείται στην ευρύτερη κοινή γνώμη για την ανάδειξη προέδρου του ΚΙΝΑΛ, ίσως αποτυπώνει τη διάθεση διαφυγής από το γενικότερο μπλοκάρισμα της πολιτικής ζωής.
Ο κόσμος της κεντροαριστεράς ασφυκτιούσε, ένιωθε συμπιεσμένος ανάμεσα στη ΝΔ (λιγότερο στον Μητσοτάκη ως πρόσωπο) και τον ΣΥΡΙΖΑ. Ήταν παγιδευμένος στη διαμάχη του «κουτσού» δικομματισμού. Ένα κόμμα εξουσίας, η ΝΔ, και το έτερο (μισό) ο ΣΥΡΙΖΑ, από το οποίο πολλοί κεντροαριστεροί απέστρεφαν οφθαλμόν.
Αυτή τη δεκαετία αποδείχτηκε ότι υπάρχει μη γεφυρώσιμη διαφορά του κόσμου αυτού με τον ΣΥΡΙΖΑ. Διαφορά ιστορικής πορείας, πολιτικής κουλτούρας, πολιτισμού, μετριοπάθειας, ορθολογισμού. Έτσι οι εσωκομματικές εκλογές στο ΚΙΝΑΛ λειτούργησαν σαν βαλβίδα αποσυμπίεσης.
Φυσικά, κατά την προεκλογική περίοδο «παρατράγουδα» θα γίνουν. Σύντροφοι είναι μεν μεταξύ τους οι υποψήφιοι, αλλά και συνάμα αντίπαλοι. Δεν είναι κολλητοί ώστε να μην καταδείξουν ο ένας τα τρωτά του άλλου. Και αυτό δεν αποτελεί ανάρμοστη, αντιδεοντολογική, συμπεριφορά.
Παράλληλα θα παρατηρηθούν και μερικά «ατυχήματα», όπως και μερικές συμπεριφορές φωτοτυπημένες από το παρελθόν. Η στάση ενός υποψηφίου ας πούμε, με εν πολλοίς «δανεικό» ή υπερτιμημένο «εγώ», και η απαξία προς τους συνυποψηφίους του, με τη μη εμφάνισή του μαζί τους στο ντιμπέϊτ.
Η ενός άλλου που θέλησε να επαναφέρει μια πτυχή του μειωτικού για τους δημοσιογράφους, «έθιμο» του παρελθόντος. Να επιλέγουν τα κόμματα στα ντιμπέϊτ δημοσιογράφους κοινής αποδοχής, κυρίως τηλεοπτικούς «αστέρες» ( και οι δημοσιογράφοι το δέχονταν, και η ΕΣΗΕΑ ποιούσε την νήσσαν για το «κοινής αποδοχής», και όσοι από τότε το επεσήμαιναν, απλώς… ζήλευαν τη «δόξα» των «αστέρων»).
Όλα αυτά πάντως είναι επί μέρους δυσαρμονίες μπρος στην διαφαινόμενη ανάκαμψη, η οποία αν υπάρξει θα «ξεμπλοκάρει» το πολιτικό σκηνικό από την ανισομερή παγίωση του ενάμισι κόμματος.
Φυσικά, οι προβλέψεις δεν είναι νομοτελειακά ανθηρές, ούτε οι εξελίξεις ευθύγραμμες. Υπάρχει διαφορά τάσης ανάμεσα στον μικρόκοσμο του ΠΑΣΟΚ του 8% και του ευρύτερου κοινωνικού περιγύρου, ο οποίος σε ποσοστό έως και 45% του εκλογικού κόμματος δεν θα είχε αντίρρηση να ψηφίσει ΚΙΝΑΛ. Γι’ αυτό βλέπουμε να υπάρχει διαφορά στην αποδοχή των υποψηφίων, όσο η έρευνα ξεφεύγει από το στενά κομματικό πλαίσιο και διευρύνει το ερώτημά της στο ευρύτερο εκλογικό σώμα.
(Είναι λογική η διαφορά τάσης βέβαια. Αυτοί που παρέμειναν αμετάπειστοι στο κόμμα τους όταν αυτό κατέρρεε, και δεν παρασύρθηκαν από τα ισχυρά ρεύματα της τελευταίας δεκαετίας, από την πίεση και τον ορυμαγδό των καταγγελιών, έχουν ένα δικό τους τρόπο σκέψης, πολιτικής προσέγγισης και κομματικής προσήλωσης).
Για την εκλογική σταθεροποίηση ή αύξηση των ποσοστών του ΚΙΝΑΛ στις εθνικές εκλογές θα παίξει ρόλο και η μετεκλογική συμπεριφορά των χαμένων υποψηφίων. Κάποιοι, ή κάποιος, μπορεί να «θυμώσει» επειδή ο κόσμος δεν επιβράβευσε το μέγεθος της μεγαλοσύνης του. Ακόμη και στην περίπτωση που δε θα δράσει ενεργά αντιπολιτευτικά, η αποστασιοποίησή του ιδίου και του μπλοκ των οπαδών του, αρκεί για καταστήσει πρόσκαιρη την τωρινή δειλή λάμψη των ποσοστών.
Από την άλλη, υπάρχει και η κοινωνία. Όσο περισσότερο μαζική θα είναι η προσέλευσή της στις εσωκομματικές εκλογές, τόσο περισσότερο θα προσδώσει τη δική της δυναμική και θα αποθαρρύνει τις αποσκιρτήσεις, τις υπονομεύσεις, και τις διαμάχες κομματικών ομάδων και θλιμμένων αρχηγήσιμων.