Του Γιάννη Σιδέρη
Ο υπουργός Εσωτερικών Παναγιώτης Κουρουμπλής, προκαταλαμβάνει και προαναγγέλλει τις απόψεις του «ιστορικού του μέλλοντος», για την άρνηση του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού να συναινέσουν στον τακτικισμό του ΣΥΡΙΖΑ, ψηφίζοντας το νέο εκλογικό νόμο.
Απευθυνόμενος στον εισηγητή της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, Κώστα Σκανδαλίδη, υπενθύμισε ότι το 1990 «το ΠΑΣΟΚ έλεγε για τον εκλογικό νόμο στην Αριστερά ότι συμμαχεί με τους φυσικούς της αντιπάλους και συγκρούεται με τους φυσικούς συμμάχους». Και συνέχισε λέγοντας: «σήμερα τοποθετείστε με τρόπο που ο ιστορικός του μέλλοντος θα προβληματιστεί για τους λόγους που το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι θέλουν το μπόνους. Τι σας αφορά; Αν υπάρξει μπόνους θα υπάρξει μονοκομματική κυβέρνηση. Αυτό είναι το ζητούμενο για εσάς ή η συμμετοχή σας σε μια προοδευτική κυβέρνηση που θα συγκεντρώσει τις δημοκρατικές δυνάμεις; Θα είναι αυστηρός ο ιστορικός του μέλλοντος απέναντι σε αυτές τις επιλογές».
Απορεί κανείς διττά:
α) Αφού ο κ. Κουρουμπλής συγκαταλέγει το ΠΑΣΟΚ στους «φυσικούς συμμάχους» του ΣΥΡΙΖΑ, τι τον οδήγησε να φύγει από το ΠΑΣΟΚ; Μήπως η μνημονιακή υποταγή; Και αν ναι, γιατί δεν φεύγει από τον υποταγμένο μνημονιακά ΣΥΡΙΖΑ;.
β) Αφού το ΠΑΣΟΚ είναι φυσικός σύμμαχος του ΣΥΡΙΖΑ, πως ο τελευταίος επέλεξε, σαν έτοιμος από καιρό, να συγκυβερνήσει δύο φορές με το κόμμα του Πάνου Καμμένου; (και άραγε τι θα πει ο ιστορικός του μέλλοντος γι΄ αυτή την παράταιρη «σύσμιξη»;).
Απλώς τα κόμματα όταν βρίσκονται σε φάση αποδόμησης ανακαλύπτουν... κρυμμένες αρετές σε παραπλήσιους χώρους και τους εκθειάζουν εκ του πονηρού για να τους σαγηνεύσουν. Πολύ φυσικό για την Ελλάδα, που η πολιτική της ζωή ταιριάζει σε αυτό που έχει πει ο Τζέιμς Φρήμαν Κλαρκ: «Ένας πολιτικάντης σκέφτεται τις επόμενες εκλογές. Ένας πολιτικός, τις επόμενες γενιές».
Διαρκής η πολιτική του δελεασμού, στη μεταπολιτευτική ιστορία. Κάποια στιγμή οι ρόλοι ήταν αντεστραμμένοι. Το ''89 ο μακαρίτης Μένιος Κουτσόγιωργας, αλχημιστής περί τα εκλογικά, είχε συνθέσει έναν εκλογικό νόμο, τύπου απλής αναλογικής, ώστε να μην κατορθώσει να κάνει κυβέρνηση η ΝΔ, και ως γνωστόν ο Μητσοτάκης χρειάστηκε τρεις εκλογικές αναμετρήσεις για να αποκτήσει μια εύθραυστη αυτοδυναμία 151 εδρών, την οποία και πλήρωσε συντόμως (τιμωρία της ιστορίας γιατί το '87 ο Μητσοτάκης ζητούσε την απλή αναλογική!).
Όμως το ΠΑΣΟΚ, ανακάλυψε τη δημοκρατική γοητεία της «απλής και άδολης» αναλογικής και πρότεινε συγκυβέρνηση και καθιέρωσή της στους «πολιτικούς συμμάχους» του, όταν είχε βρεθεί στο ακραίο σημείο απαξίωσης, και αντιμετώπιζε την αισχύνη του ειδικού δικαστηρίου. (Η περυσινή πρόταση του ΠΑΣΟΚ είναι άλλης εντάσεως. Δεν ήταν κυβέρνηση, το σκεπτικό εκκινούσε από τις ιδιόμορφες συνθήκες στις οποίες είχε φέρει την χώρα η «περήφανη διαπραγμάτευση» του ΣΥΡΙΖΑ, και στόχευε σε εθνική ενότητα για διαφυγή από τα αδιέξοδα).
Ο ΣΥΡΙΖΑ παίζει με τον αποπροσανατολισμό
Χθες ξέσπασε σκληρή αντιπαράθεση μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ για το όχι του τελευταίου στο νόμο. Η κα Γεννηματά επιτέθηκε στην κυβέρνηση και ταυτόχρονα στη ΝΔ - προφανώς για να αποκρούσει την κατηγορία ότι «σέρνεται στο άρμα Μητσοτάκη».
Δήλωσε μεταξύ άλλων: «Συνεχίζουν και στο θέμα του εκλογικού νόμου το δικομματικό τους παιχνίδι. Κόντρα στην απαίτηση του λαού για εθνική συνεννόηση. Ξεκαθαρίζουμε για μία ακόμα φορά. Οι τυχοδιωκτικές επιλογές και οι εκβιασμοί του κ. Τσίπρα δεν περνούν. Ο δε κ. Μητσοτάκης θα μας βρει απέναντί του σε κάθε προσπάθεια επαναφοράς του ληστρικού bonus των 50 εδρών». Παράλληλα, επανέλαβε την πρότασή της για πάγωμα της διαδικασίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ την κατηγόρησε ότι «παίζει κρυφτό» και της έθεσε το ερώτημα: «Θα συνταχτεί στο πλευρό των συντηρητικών δυνάμεων και του κ. Μητσοτάκη ή θα στηρίξει το πάγιο αίτημα των προοδευτικών δυνάμεων για απλή αναλογική;».
Ανταπάντησε στον ΣΥΡΙΖΑ ο εκπρόσωπος τύπου του ΠΑΣΟΚ Παύλος Χρηστίδης: «Κυβερνητική συνεργασία με τους ΑΝΕΛ, κοινοβουλευτικό μέτωπο με την Χρυσή Αυγή και έχουν το θράσος στο ΣΥΡΙΖΑ να παραδίδουν μαθήματα προοδευτικότητας. Καταλαβαίνουμε ότι είναι ζαλισμένοι από τις συνεχείς κωλοτούμπες, όμως η πλάκα κομμένη».
Η «πλάκα» είναι ωστόσο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πετυχαίνει εν μέρει το στόχο του: Τον αποπροσανατολισμό της δημόσιας ατζέντας από την χαώδη οικονομική πραγματικότητα, τροφοδοτώντας σκιαμαχίες επί των θεσμικών ταχυδακτυλουργιών του, τις οποίες ανάγει σε πρώτιστα θέματα.
Φυσικά η πολιτική αυτή έχει μικρή διάρκεια και ημερομηνία λήξης την ημέρα ψήφισης του νομοσχεδίου. Μετά έρχονται τα μπάνια του λαού, οπότε στη θερινή ραστώνη θα ξεχαστούν τα προβλήματα. Μέχρι το απότομα ξύπνημα του Φθινοπώρου.