Αν μια κυβέρνηση - η οποιαδήποτε κυβέρνηση - αντέχει, αυτό υποδηλώνει πως η αντιπολίτευση δεν κάνει καλά τη δουλειά της. Πολύ δε περισσότερο αν η κυβερνητική θητεία είναι πλήρης δυσκολιών και αντιξοοτήτων.
Προφανώς, το κύριο βάρος στην άσκηση αντιπολίτευσης το φέρει η αξιωματική αντιπολίτευση, που εκ της θέσεως της, αποτελεί την εναλλακτική πρόταση εξουσίας.
Στην πατρίδα μας είναι γνωστά τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων και δε χρειάζεται περαιτέρω ανάλυση. Εκείνο που εντυπωσιάζει είναι η αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να καρπωθεί, έστω κατ' ολίγον, τη φθορά της κυβέρνησης. Αυτό δεν οφείλεται μόνον στα κυβερνητικά πεπραγμένα του, που δεν έχουν ξεχαστεί, αλλά και στον τρόπο που ασκεί την αντιπολίτευση. Ασύντακτα, απρογραμμάτιστα, διχαστικά, απωθητικά.
Ενδεικτική αυτής της έλλειψης μιας συγκροτημένης τακτικής ήταν ο τρόπος που αντιπολιτεύτηκε ο ΣΥΡΙΖΑ τους τελευταίους δύο μήνες.
Ξεκίνησε με την υπόθεση του στελέχους της Νέας Δημοκρατίας που έχει κατηγορηθεί για παιδοβιασμό. Επί ημέρες προσπαθούσαν να αποδείξουν πως η δραστηριότητα του εν λόγω στελέχους χαρακτήριζε το σύνολο της παράταξης, επιδιώκοντας την ηθική απαξίωση της. Να θυμίσω στον αναγνώστη πως το σύνθημα «Νέα Δημοκρατία, κόμμα παιδοβιαστών» ήταν κυρίαρχο στο Διαδίκτυο επί μερικές ημέρες.
Όταν όμως αποκαλύφθηκε πως στην περίφημη λίστα των 217 βρισκόταν και το όνομα στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ όλη η πολιτική εκμετάλλευση του θέματος κατέρρευσε, αφήνοντας έκθετους τους εμπνευστές αυτής της άθλιας αντιπολίτευσης. Το ταμείον πήγε μείον.
Ευθύς αμέσως προέκυψε η υπόθεση του βουλευτή Γρεβενών της Νέας Δημοκρατίας που ήταν μπλεγμένος στην αγορά «κόκκινων δανείων», με σκανδαλώδη τραπεζική χρηματοδότηση. Μια δραστηριότητα ασυμβίβαστη, σε όλα τα επίπεδα με την ιδιότητα του βουλευτή, που μπορούσε κάλλιστα να δημιουργήσει σοβαρό πολιτικό πρόβλημα στην κυβέρνηση, καθώς ακουμπούσε την ευαίσθητη περιοχή των δανειοληπτών.
Αντί λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ να εξαντλήσει αντιπολιτευτικά αυτό το ζήτημα προκαλώντας φθορά στην κυβέρνηση, σύρθηκε πίσω από τις «αποκαλύψεις» για το παράνομο λογισμικό, εξαφανίζοντας από την επικαιρότητα το θέμα του βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας.
Τελικά, και η ιστορία των υποκλοπών εκφυλίστηκε από τους λανθασμένους χειρισμούς της αποκαλούμενης «αποκαλυπτικής» δημοσιογραφίας. Έβγαλαν μόνοι τα μάτια τους, με τις λίστες γραμματέων και συζύγων, ενώ στο τέλος ξέσπασε και ένας καυγάς μεταξύ των πρωταγωνιστών των αποκαλύψεων.
Στο ζήτημα των υποκλοπών ήταν φανερόν πως ένα κόμμα, ο ΣΥΡΙΖΑ, σύρθηκε πίσω από τις εκδοτικές ανάγκες ενός φιλικά προσκείμενου δημοσιογράφου, βάζοντας στη γωνία το ζήτημα του βουλευτή των Γρεβενών, που αναμφίβολα θα μπορούσε προσλάβει σημαντικές κοινωνικές προεκτάσεις, με πολιτικές συνέπειες για την κυβέρνηση.
Τέλος, είχαμε την περίπτωση της δανειολήπτριας δημοσιογράφου που έχασε την κατοικία της σε πλειστηριασμό. Και αυτή η υπόθεση «μύριζε μπαρούτι» για την κυβέρνηση. Υπήρχε το προηγούμενο της Ισπανίας. Αντί να αφήσει ο ΣΥΡΙΖΑ οι αντιδράσεις να εκδηλωθούν αυθόρμητα, γιατί υπάρχει ευαισθησία στην κοινωνία για την πρώτη κατοικία, έσπευσε ο Α. Τσίπρας να εκμεταλλευθεί τη δύσκολη κατάσταση της δημοσιογράφου.
Και μόνον η επιτόπια παρουσία του έφερε στη μνήμη των πολιτών το γεγονός πως επί ΣΥΡΙΖΑ έγιναν χιλιάδες πλειστηριασμοί και διώχθηκαν ποινικά όσοι αντιδρούσαν. Και σα να μην έφτανε αυτό το φιάσκο, προέκυψε πως η κατάσταση δεν ήταν όπως την παρουσίαζε η δημοσιογράφος, καθώς και η ίδια είχε σημαντικές ευθύνες για την απώλεια της κατοικίας της.
Αυτά που περιέγραψα αφορούν ένα διάστημα μόνο δύο μηνών. Λάθη πολιτικά, λάθη επικοινωνιακά που αποτελούν ένα δώρο πανάκριβο προς την κυβέρνηση.