Η κατήφεια για τα δημοσκοπικά ποσοστά που φυτοζωούν και η ανησυχία για το προσωπικό πολιτικό μέλλον του κ. Τσίπρα εάν χάσει και τις επόμενες διπλές εκλογές (έχοντας ήδη χάσει τρεις από τον Μητσοτάκη), είναι ανθρώπινο να δημιουργούν αγωνία.
Όμως, το πώς εκφράζεται αυτή η αγωνία αφορά την ποιότητα του προσώπου. Η κραυγή «πάρτε πίσω τα κλεμμένα» που εξακόντισε χθες, βγήκε κατευθείαν από το αφρίζον πλήθος των πλατειών, από τα κίτρινα πρωινάδικα της τηλεοπτικής ελαφρότητας, που όταν διαπιστώθηκε η χρεοκοπία, κραύγαζαν «φέρτε πίσω τα κλεμμένα».
Ηταν τότε που τροφοδοτούσαν το θυμικό του πλήθους, υπονομεύοντας τη νηφάλια συζήτηση και την κατανόηση για τις αιτίες της χρεοκοπίας.
Τα νυν «κλεμμένα» είναι τα υπερκέρδη των εταιριών ενέργειας, που ο ΣΥΡΙΖΑ τα υπολόγισε σε 1,4 δισ. ευρώ, ενώ υποστήριξε ότι η ακρίβεια έχει την υπογραφή της κυβέρνησης - φαίνεται δεν άκουσε τίποτα για τη δίχρονη κρίση της πανδημίας.
Σαφώς δίκαιο το αίτημα του ΣΥΡΙΖΑ, όμως ο λαϊκίστικος έκφρασης το απαξιώνει. Ήταν επίσης και άσφαιρο επί της ουσίας, καθότι ο Μητσοτάκης λίγο πριν είχε δηλώσει πως θα νομοθετήσει έτσι, ώστε να επιστραφούν τα κέρδη που έχουν αποκομίσει και συνεχίζουν να αποκομίζουν οι εταιρείες ενέργειας. Δεσμεύτηκε ότι το 90% θα μπει σε έκτακτη φορολόγηση και θα επιστραφεί στο ελληνικό δημόσιο.
Ωστόσο, κατά τον Μητσοτάκη, θα πρέπει πρώτα να δουν πόσα είναι αυτά τα κέρδη, τη στιγμή που καμιά ευρωπαϊκή χώρα δεν τα έχει φορολογήσει ακόμη. Γι’ αυτό και έδωσε εντολή στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας να αρχίσει να αναλύει τα στοιχεία όλων των εταιρειών ενέργειας από τον Οκτώβριο ως σήμερα, και με βάση αυτό το πόρισμα θα κινηθεί.
Μια σοβαρή αντιπολίτευση θα κατέγραφε στο «τεφτέρι» της την πρωθυπουργική ανακοίνωση, και για να την υπενθυμίζει στην κυβέρνηση πιέζοντάς την, και θα «ξεψάχνιζε» το πόρισμα της ΡΑΕ όταν ολοκληρωθεί, και το κυβερνητικό νομοθέτημα, προκειμένου να διαπιστώσει εάν το ποσοστό που υποσχέθηκε ο πρωθυπουργός, θα είναι πράγματι αυτό που θα επιστραφεί στην κοινωνία.
Και αυτά θα ήταν αναγκαία γιατί στην Ελλάδα είμαστε, και πολλές ευγενείς υποσχέσεις παραπέμπονται στις ελληνικές καλένδες. Αλλά μια τέτοια σοβαρότητα, που νομίζουμε θα έφερνε και περισσότερες ψήφους, απάδει στην ποιότητα ΣΥΡΙΖΑ.
Εν τω μεταξύ, η αγωνία που τους διακατέχει, η ανάγκη να αντιπολιτευτούν εξάλλως και επί παντός του επιστητού, είναι τόσο έντονη που δεν έχουν την ψυχραιμία να συνεννοηθούν μεταξύ τους. Στο χθεσινό αλαλούμ η Εφη Αχτζιόγλου έφτασε να... διορθώνει τον Τσίπρα!
Μιλώντας κατά τη συζήτηση στη Βουλή για τη μείωση του ΕΝΦΙΑ, η κα Αχτσιόγλου δήλωσε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ καταψηφίζει επί της αρχής το νομοσχέδιο, και δηλώνει «παρών» στα άρθρα που αφορούν στη μείωση των συντελεστών του φόρου, καθώς το κόμμα της διαφωνεί με την «αρχιτεκτονική» της κυβερνητικής πολιτικής.
Κατά την άποψή της την ίδια στιγμή που ευνοούνται κάποιοι πολίτες χαμηλών εισοδημάτων, ευνοούνται υπερπολλαπλάσια πολίτες ανώτατων εισοδημάτων.
Ως προς αυτό, δικαίωμά τους. Δεν θα υπήρχε καμιά είδηση. Η είδηση είναι ότι προηγουμένως ο Αλέξης Τσίπρας είχε δηλώσει ότι θα ψηφίσουν τη μείωση του ΕΝΦΙΑ, και μάλιστα το είχε πει με το «τσιπρικό» του στυλ: Μου κάνετε κόλπα κε Μητσοτάκη αν θα ψηφίσω τον ΕΝΦΙΑ; Ωραία μαγκιά. Προφανώς και το τελευταίο ευρώ που έρθει εδώ και θα διευκολύνει τον Ελληνα πολίτη, θα το ψηφίσουμε.
Δηλαδή ο αρχηγός δήλωνε ότι θα ψηφίσει και η υπεύθυνη Οικονομικών ανακοίνωνε το «όχι» και το «παρών».
Με την εμφάνιση και τη γλώσσα καφενείου που χρησιμοποιεί ο Τσίπρας, και με την αδυναμία τους να αρθρώσουν αξιόπιστη αντιπολιτευτική πολιτική που θα ξεπερνάει τα συνθήματα, δεν είναι τυχαίο που η ΝΔ έστω και πληγωμένη από την ακρίβεια, διατηρεί ευανάγνωστη διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Καθόλου τυχαίο δεν είναι ότι ο πρωθυπουργός εξακολουθεί να κατισχύει του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Χθες στη δημοσκόπηση της Μetron Analysis που δημοσίευσε το Mega, η πρωθυπουργική καταλληλότητα του Κυριάκου Μητσοτάκη φτάνει στο 30%, ενώ του Αλέξη Τσίπρα ακριβώς στα μισά, 15%.
Αυτό αποτελεί το συγκριτικό πλεονέκτημα της ΝΔ, ειδικά όταν οι συνθήκες είναι έκτακτες, ανησυχητικές και επικίνδυνες, όπως οι τωρινές.