Του Γιάννη Σιδέρη
Η πολιτική εμπεριέχει κυνισμό και εκφράζεται δι' αυτού, αλλά υπάρχουν όρια. Οι νεκροί είναι ιεροί, και καμία σκοπιμότητα δεν αντέχει την επικοινωνιακή τους εργαλειοποίηση. Καμία κυβέρνηση του δυτικού κόσμου δεν θα άντεχε την κοινωνικήν μήνιν, και δεν θα είχε παραμείνει στην εξουσία, εφόσον αποδεικνυόταν ότι ο Πρωθυπουργός της χώρας γνώριζε την ύπαρξη νεκρών αλλά ενώπιον των καμερών προσποιείτο τον ανήξερο. Εάν δεν εξέφραζε την συντριβή του, αλλά ως άσπιλος, «ανενημέρωτος» και ανέγγιχτος της φρίκης, ρωτούσε θεατρικά αθώα «τι ώρα θα πετάξουν τα Καναντέρ;»!
Αυτά όμως σε πολιτισμένες χώρες όπου οι... αλλοτριωμένοι πολίτες (όπως τους χαρακτήριζε παλιά η ελληνική υπερεπαναστατικότητα), έχουν αίσθηση ρόλων και θεσμών, έχουν επίγνωση και απαίτηση εκ μέρους αυτών που τους εκπροσωπούν. Στο χυλώδες ελληνικό κοινωνικό τοπίο πέρασε ως συνήθης μικροπολιτική – αλλά και κατανοητή -συμπεριφορά η «άγνοια» του Πρωθυπουργού περί ύπαρξης νεκρών. Οι πολίτες έχουν μάθει να την αναμένουν, να τη δικαιολογούν και να τη θεωρούν ως φυσική!
Χθες ο Πρωθυπουργός ξαναεπισκέφτηκε τον τόπο της φρίκης, ενόψει της ανόδου του στη ΔΕΘ, σε προστατευμένο βέβαια περιβάλλον, καθώς και τα πνεύματα ηρέμησαν κάπως, αλλά και στο ακροατήριο εθεάθησαν πολίτες άγνωστοι στους ντόπιους! Όμως η… ηρωική φράση -σύνθημα που εκστόμισε ότι «Το Μάτι δεν πωλείται», ήταν απαράδεκτα ανίερη και ευτελιστική για τις χαμένες ζωές.
Ηταν μια φράση πενταετίας, ένα παρωχημένο ηχείο της απύλωτης αντιπολιτευτικής του προπαγάνδας: Αφενός υποβάθμισε σε επίπεδο υποτιθέμενης μελλοντικής εμπορευματικής αγοραπωλησίας γης, τον τόπο του ολοκαυτώματος 98 ζωών. Αφετέρου φαντάζει αναξιόπιστη να τη λέει ο άνθρωπος που παρέδωσε τη δημόσια περιουσία στους ξένους για 99 χρόνια. Πήγε εκεί, στον τόπο της απώλειας και του θρήνου, να πολιτικολογήσει εθνικολαϊκώς – να υπονοήσει ότι συμφέροντα κρύβονται πίσω από την πυρκαγιά, εξ' ου και η διαβεβαίωση ότι «το Μάτι δεν πωλείται» (μόνο αυτή την έννοια υπονοεί η διαβεβαίωση) - ο Πρωθυπουργός δυστυχώς υπολείπεται συναισθηματικής νοημοσύνης.
Η ΔΕΘ έχει ορισθεί ως το απόλυτο όριο για την κυβέρνηση, ως η χρονική αφετηρία από την οποία θα αρχίσει η ανάκαμψη. Ήδη τα κυβερνητικά στελέχη έχουν αναθαρρήσει καθώς οι πρώτες μεταθερινές δημοσκοπήσεις δείχνουν μία μικρή άνοδο της συσπείρωσης σε σχέση με τις αρχές του Καλοκαιριού. Το κυβερνητικό επιτελείο την ερμηνεύει ως αναγνώριση των προσπαθειών της κυβέρνησης για την μη περικοπή των συντάξεων ( την οποία η ίδια ψήφισε), και ως αναμονή του κοινωνικού επιδόματος (ελεημοσύνης) – ήτοι προσπάθειες που κατ΄ αυτούς, «αποδεικνύουν» το ενδιαφέρον της κυβέρνησης για τους αναξιοπαθούντες πολίτες, και οι πολίτες το κατανοούν (σ.σ. επίδομα να είναι και ό, τι να' ναι. Αντρέα ζεις, εσύ τους οδηγείς!).
Παρόλα αυτά η αχίλλειος πτέρνα της κυβέρνησης συνίσταται στο να ανταποκριθεί πειστικώς στην πρόσκληση – πρόκληση που της απηύθυναν αρχικά το ΚΙΝΑΛ και στη συνέχεια η ΝΔ, να άρει νομοθετικώς την περικοπή συντάξεων την οποία έχει ψηφίσει. Λογικό το επιχείρημα: Αφού βγήκαμε υπερηφάνως από τα μνημόνια, αφού η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι ανακτήσαμε τη δημοσιονομική μας αυτονομία, γιατί άραγε δεν μπορούμε να ακυρώσουμε τον ψηφισθέντα νόμο και χρειαζόμαστε την συναίνεση των δανειστών;
Ετερο δύσκαμπτο και δυσεπίλητο πρόβλημα είναι το Σκοπιανό. Οι πρόσφατες αποκαλύψεις των WikiLeaks, όπου αποδεικνύουν ότι τα Σκόπια πέτυχαν την μακρόχρονη στόχευσή τους, ενώ η ελληνική κυβέρνηση επεδόθη σε μια παρωδία διαπραγμάτευσης με αποτέλεσμα να παραδοθεί και να παραδώσει στα Σκόπια αυτό που επί δεκαετία απαιτούσαν, αποδυναμώνει το κυβερνητικό αφήγημα για επίλυση των διμερών διαφορών.
Η κυβέρνηση δέχτηκε αναλλοίωτα τα αιτήματα των Σκοπιανών, ενώ η συγκυρία της αποκάλυψης, λίγο πριν τη ΔΕΘ, αναζωπυρώνει τη λαϊκή οργή. Να θυμίσουμε ότι αντιρρήσεις στη συγκεκριμένη «επίλυση» δεν είχαν μόνο οι λελογισμένοι και πολιτικοποιημένοι πολίτες, που διαβλέπουν ότι με την συγκεκριμένη συμφωνία τα εθνικά προβλήματα έρχονται ορμητικά από το μέλλον, αλλά και δυναμικές κοινωνικές ομάδες που αντλούν τα δύναμή τους από το περιθώριο: Από εθνικιστικές ενατενήσεις πολιτικού παλαιοημερολογητισμού, καθώς και από παραθρησκευτικές αφηγήσεις θρησκευτικού ζηλωτισμού (μη εξαιρουμένου και αυτού της ανακατάληψης της «Πόλης»). Όλοι αυτοί αναζωπυρώθηκαν με τις πρόσφατες αποκαλύψεις. «Μετράνε» ή όχι - αριθμητικώς σίγουρα μετράνε – επιβαρύνουν το κλίμα στη Βόρεια Ελλάδα, για το πρωθυπουργό και το αφήγημά του.
Η κυβέρνηση στη ΔΕΘ θα βρεθεί οριακά τη ζώνη του λυκόφωτος. Είτε θα φανεί πειστική και θα αρχίσει την ανάκαμψή της, είτε θα βυθιστεί περαιτέρω στο σπιράλ της δημοσκοπικής ύφεσης. Θα το γνωρίζει και θα το γνωρίζουμε μετά τη ΔΕΘ. Σαφή δεδομένα ακόμη δεν υπάρχουν.