Του Νίκου Μελέτη
Σε ένα υψηλού ρίσκου game of chicken έχουν παρασυρθεί Αθήνα και Σκόπια καθώς αφήνοντας την διαδικασία να ξεχειλώσει μέχρι τον Ιούνιο όπου τα χρονοδιαγράμματα είναι πλέον σφιχτά, οι δυο πλευρές εκτεθειμένες σε εσωτερικές αλλά και εξωτερικές πιέσεις, τα μεν Σκόπια πιέζουν για νέα ανταλλάγματα της τελευταίας στιγμής, με την Αθήνα να θεωρεί ότι έχει υπάρξει κατ αρχήν συμφωνία από την οποία δεν προτίθεται να υποχωρήσει.
Αυτό που έχει προτεραιότητα την συγκεκριμένη στιγμή είναι να δημοσιοποιηθεί πλήρως το πλαίσιο συμφωνίας στο οποίο είχαν καταλήξει μέχρι τώρα οι δυο πλευρές και έτσι να αποφευχθεί η προσπάθεια της σκοπιανής κυβέρνησης να επαναδιαπραγματευθεί το πλαίσιο θεωρώντας ως διαπραγματευτικό κεκτημένο τα όσα της προσέφερε χάριν του συμβιβασμού η Αθήνα, θέτοντας υπό επαναδιαπραγμάτευση όμως τα βασικά ζητήματα τα οποία είχε θέσει η Ελλάδα, όπως το erga omnes και η συνταγματική αλλαγή.
Τα επόμενα εικοσιτετράωρα, μετά και τις αναμενόμενες παρεμβάσεις του διεθνούς παράγοντα που τόσο στις Βρυξέλλες και στις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες όσο και στην Ουάσιγκτον ήταν σχεδόν έτοιμος να πανηγυρίσει την επίλυση ενός χρονίζοντος περιφερειακού προβλήματος, θα είναι κρίσιμα για την διαδικασία καθώς είτε θα οδηγήσουν σε νέο συμβιβασμό, είτε σε αδιέξοδο.
Και στις δυο περιπτώσεις όμως οι συνέπειες και για τις δυο πλευρές θα είναι σοβαρές.
Σοβαρό προβληματισμό πάντως προκαλεί η τακτική την οποία ακολούθησε και η ελληνική πλευρά, καθώς άφησε να πλανάται όλο αυτόν τον καιρό η εντύπωση ότι η συμφωνία απέχει μια «ανάσα». Και μάλιστα την περασμένη Δευτέρα μετά την πρώτη θετική δήλωση του κ. Δημητρόφ μετά την συνάντηση με τον κ. Κοτζιά, ακολούθησε η δήλωση του Ελληνα ΥΠΕΞ που επιβεβαίωσε ότι υπάρχει συμφωνία μεταξύ των δυο πλευρών η οποία έμενε να επιβεβαιωθεί από τους δυο πρωθυπουργούς.
Πρακτικά η εικόνα που είχε δοθεί είναι ότι η συμφωνία είχε κλείσει και απέμενε η επιλογή της μιας εκ των τριών επιλογών που είχαν στα χέρια τους οι δυο πρωθυπουργοί σχετικά με την ονομασία.
Όμως εφόσον υπήρχε συμφωνία αυτή κάλυπτε και το erga omnes και την Συνταγματική Αλλαγή, που αποτελούν πλέον την σκληρή κόκκινη γραμμή της Αθήνας, διαφορετικά δεν θα μπορούσαν οι δυο ΥΠΕΞ να μιλήσουν για συμφωνία και για παραπομπή της τελικής απόφασης στους δυο πρωθυπουργούς.
Για τον λόγο αυτό και προκειμένου να αποτραπεί η προσπάθεια του κ. Ζαεφ να ανατρέψει την ισορροπία που είχε διαμορφωθεί μετά από επίπονες και πολύωρες διαπραγματεύσεις, η ελληνική πλευρά είναι υποχρεωμένη να παρουσιάσει τις γραπτές αποδείξεις της δέσμευσης που ανέλαβε ο κ. Δημητρόφ και προφανώς ο κ. Ζαεφ.
Γιατί σε τόσο σημαντικά και σοβαρά ζητήματα μόνο οι γραπτές δεσμεύσεις έχουν περιεχόμενο και αξία.
Εάν η σκοπιανή πλευρά αρνηθεί ότι είχε αποδεχθεί το πλαίσιο επί του οποίου ήταν έτοιμοι να συμφωνήσουν οι δυο πρωθυπουργοί, τότε είναι σαφές ότι η Αθήνα δεν έχει άλλη επιλογή από την καταγγελία της στάσης αυτής της κυβέρνησης της ΠΓΔΜ και αναστολής κάθε διαπραγμάτευσης μέχρις ότου ο κ. Ζαεφ αποδείξει ότι μπορεί να είναι αξιόπιστος συνομιλητής.
Ο σκοπιανός πρωθυπουργός γνώριζε πολύ καλά εδώ και μήνες το περιβάλλον που υπάρχει στην χώρα του και τις δυσκολίες που θα είχε για να περάσει μια συμφωνία με την Ελλάδα.
Όμως υπονομεύει ο ίδιος την διαδικασία όταν αφήνει να εξελιχθούν οι συνομιλίες και με βαλκανική κουτοπονηριά περιμένει να φθάσουν στο τελευταίο λεπτό και να εγείρει τότε, νέες απαιτήσεις ελπίζοντας ότι η ελληνική κυβέρνηση θα υποκύψει στον εκβιασμό του, προκειμένου «να μην χαθεί η ευκαιρία».
Ο κ. Ζαεφ υπολόγισε λάθος όμως καθώς ίσως στην Αθήνα το πολιτικό περιβάλλον είναι ακόμη πιο δύσκολο από εκείνο στα Σκόπια για την αποδοχή μιας λύσης, όσο καλής κι αν είναι.
Ετσι η οποιαδήποτε «έκπτωση» στο erga omnes και στην συνταγματική αλλαγή, οποιαδήποτε νέα παραχώρηση στο θέμα της ταυτότητας, είναι θέματα που δεν μπορεί να δεχθεί πια στο τραπέζι η ελληνική κυβέρνηση.
Το game of chicken δεν φαίνεται να λειτουργεί προς το παρόν καθώς η υποχώρηση είναι δύσκολη και για τις δυο πλευρές. Την 1η Ιουνίου καμιά από τις δυο πλευρές δεν έδειξε να υποχωρεί και έτσι φαίνεται ότι οδηγούμαστε σε (μίνι) αδιέξοδο. Οι ημέρες που απομένουν είναι πια λίγες και οι δυνατότητες όχι πολλές, προκειμένου οι δυο πλευρές να λοξοκοιτάξουν και να αποφευχθεί η σύγκρουση.