Του Γιάννη Σιδέρη
Γράφαμε την Τετάρτη 11 Μαΐου, ότι ανασχηματισμός δεν θα γίνει. Τονίζαμε ότι σαφώς η συγκυρία βοηθάει την πολιτική φιλολογία περί του θρυλούμενου ανασχηματισμού, επειδή αυτός ήταν από καιρό προγραμματισμένος να γίνει αμέσως μετά την αξιολόγηση, ωστόσο υπεισέρχονται κάποια πρακτικά προσκόμματα.
Γράφαμε ότι ο χρόνος που θα γίνει θα εξαρτηθεί: α) Από την ολοκλήρωση και ψήφιση νομοσχεδίων που τρέχουν, όπως οι νόμοι για τις αδήλωτες καταθέσεις, τις ηλεκτρονικές συναλλαγές, τις δημόσιες συμβάσεις, ο αναπτυξιακός, κλπ. β) Από το αν και πότε θα γίνει το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς ο ανασχηματισμός θα γίνει μετά από αυτό. (για την λογική της Αριστεράς δεν είναι καθόλου ήσσονος σημασίας η ακολουθία αυτή).
Ήρκησε ωστόσο το ίδιο βράδυ μια - παρερμηνευμένη - δήλωση της κυβερνητικής εκπροσώπου Όλγας Γεροβασίλη, ότι η Κυβέρνηση θα κάνει άνοιγμα και σε δυνάμεις εκτός ΣΥΡΙΖΑ, για να βάλει φωτιά στα τόπια. Τα ονόματα των υποψηφίων υπουργήσιμων άρχισαν να παρελαύνουν στη γραπτή και ηλεκτρονική ειδησεογραφία, με καταιγιστικό ρυθμό.
Σήμερα προσθέτουμε έναν ακόμη παράγοντα, που συνηγορεί στην καθυστέρηση του ανασχηματισμού: Μετά την διαφαινόμενη αξιολόγηση της 24ης Μαΐου, θα συνέλθει το Υπουργικό Συμβούλιο και σε αυτό ο πρωθυπουργός θα ορίσει τομείς ευθύνης για τα συναρμόδια υπουργεία, αλλά και χρονοδιάγραμμα αποπεράτωσης έργου εκάστου υπουργείου. Μια τέτοια ενέργεια δεν συνηγορεί σε σύντομη αναδιάρθρωση του Υπουργικού Συμβουλίου.
Μεγάλη κινητικότητα
Ωστόσο σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα υπάρχουν πρόσωπα και κινήσεις που έχουν συγκλίνουσα πορεία με τον ΣΥΡΙΖΑ. Τα σίγουρα ονόματα είναι αυτά του Φώτη Κουβέλη και της Μαριλίζας Ξενογιαννακοπούλου. Η συγκλίνουσα πορεία δεν ερμηνεύεται αυτομάτως και ως προθάλαμος υπουργοποίησης, αν και είναι το πλέον πιθανό να καταλάβουν υπουργικό θώκο. Πάντως αυτή την στιγμή, όπως διαβεβαίωσαν το liberal οι προαναφερθέντες, δεν υπάρχει, όχι συζήτηση ούτε καν νύξη περί αυτού.
(«Ουδέν σχόλιον» ήταν η απάντηση στο liberal, του πρώην υπουργού Νίκου Χριστοδουλάκη, το όνομα του οποίου επίσης ακούγεται για ανάληψη υπουργικής θέσης).
Ούτως ή άλλως η ώσμωση του κ. Κουβέλη με τον ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι παράδοξη, αφού ήταν στέλεχος του κόμματος και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι, τρόπον τινά, ο φυσικός του χώρος. Πολύ περισσότερο τώρα νιώθει οικεία, μετά την διάσπαση του Καλοκαιριού και την απομάκρυνση της «κομμουνιστογενούς» πτέρυγας των «Λαφαζανικών».
Πιο παράδοξη ηχεί η προσέγγιση της κας Μαριλίζας Ξενογιαννακοπούλου, η οποία προέρχεται από το «βαθύ ΠΑΣΟΚ». Αυτό δεν το γράφουμε με την υποτιμητική έννοια που έχει ο όρος στην τρέχουσα, αγοραία πολιτική καθομηλουμένη. Εννοούμε ότι είναι γέννημα-θρέμμα ΠΑΣΟΚ. Είμαστε ωστόσο σε θέση να γνωρίζουμε ότι δεν προσελκύστηκε τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ. Τουλάχιστον από το 2014 αντιμετώπιζε με θετική διάθεση την γιγάντωσή του, όπως και την κατάληψη της εξουσίας το 2015.
Προφανώς θεωρεί ότι το νέο δίπολο που σχηματίζεται στην πολιτική ζωή είναι η Ν.Δ. –ΣΥΡΙΖΑ, και προτίθεται να δώσει το παρών.
Συνεργασία με Παπανδρέου;
Δεν είναι η μόνη βέβαια. Μια παρόμοια ανάλυση κάνει και το επιτελείο του πρώην πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου. Εξ αυτού και στην πρόσφατη απάντησή του στην πρόσκληση της Προέδρου του ΠΑΣΟΚ, Φώφης Γεννηματά, για συμπόρευση της Κεντροαριστεράς, πρότεινε στον διάλογο αυτό να συμμετάσχει και ο ΣΥΡΙΖΑ - ξαφνιάζοντας βέβαια αρκετούς, τόσο στο νεόκοπο «Κίνημα Δημοκρατών Σοσιαλιστών » που ηγείται, όσο και στον πασοκικό χώρο – γιατί ήταν ο κ. Τσίπρας που είχε παρομοιάσει την οικονομική του πολιτική τον καιρό που ήταν πρωθυπουργός, με αυτή του αιμοσταγούς χιλιανού δικτάτορα Πινοσέτ! (τα θύματα της δικτατορίας του υπολογίζονται σε περισσότερα από 40.000!).
Ο κ. Παπανδρέου και οι συν αυτώ, πιστεύουν ότι παγιοποιείται το νέο δίπολο Δεξιάς – Κεντροαριστεράς. Το ίδιο φυσικά - τον συμφέρει να - πιστεύει και ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας, ο οποίος από του βήματος της Βουλής αναφώνησε «Κεντροαριστερά χωρίς Αριστερά, δεν γίνεται».
Είναι αρκετά πιθανό να υπάρξει κάποιου είδους συνεργασία ανάμεσα στο «Κίνημα» και τον ΣΥΡΙΖΑ. Στην περίπτωση αυτή θα δούμε στελέχη όπως οι κ. Ρέππας, Καστανίδης, Νιώτης κ.α να πλαισιώνουν μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, μεταγγίζοντας και την σχετική εμπειρία κυβερνησιμότητας, που τόσο εκκωφαντικά απουσιάζει στην παρούσα κυβέρνηση.
Ωστόσο όλα αυτά έχουν μία προϋπόθεση: Ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα παγιωθεί ως ο ένας από τους δύο πόλους του πολιτικού συστήματος - γεγονός για το οποίο η (μηδαμινής αξίας) γνώμη του γράφοντος, αμφιβάλει.