Ασφαλώς δεν είναι πολλοί όσοι αισθάνονται ευτυχείς από την καταγραφόμενη ισχυρή κοινωνική δυναμική που θα μπορούσε, αν επιτρεπόταν η συμμετοχή του, να οδηγήσει εντός του, με αρκετή υποκρισία αποκαλούμενου, «ναού της Δημοκρατίας» το μόρφωμα «Κανελλόπουλου-Κασιδιάρη».
Μήπως αποτελεί, όμως, ακόμη μεγαλύτερο κακό από αυτό το ενδεχόμενο η επιδιωκόμενη, με τον τρόπο μάλιστα που επιδιώκεται, νομοθετική στέρηση από το σχήμα αυτό της δυνατότητας να διεκδικήσει τη λαϊκή ψήφο;
Προσωπικά θα είχα αυτή την ανησυχία. Αφού η ίδια η ουσία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας είναι η παρουσία και η ανταγωνιστική συνύπαρξη στον κορυφαίο αντιπροσωπευτικό θεσμό όλων των υπαρκτών και με λαϊκή απήχηση κοινωνικών ρευμάτων, ώστε οι συγκρούσεις εκεί θέσεων, ιδεολογιών (ακόμη και απεχθών) καθώς και επιχειρημάτων να αφήνουν λιγότερο περιθώριο και μικρότερη κοινωνική ανοχή για χρήση άλλων, πεζοδρομιακών και πιο βίαιων, μεθόδων αντιπαράθεσης…
Οπωσδήποτε πάντως η αποστέρηση πολιτικών σχημάτων και ρευμάτων από τη δυνατότητα διεκδίκησης της λαϊκής ψήφου πρέπει να γίνεται με φειδώ και σε όλως ακραίες περιπτώσεις, πάντοτε δε με όρους και διαδικασίες που δεν συνιστούν κατάργηση ή κατάλυση του κορυφαίου θεσμικού πυλώνα καθώς και του αξιακού υποστρώματος του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Ό,τι όμως έχει γίνει έως τώρα φοβάμαι πως δημιουργεί μεγαλύτερους κινδύνους για το πολίτευμα από αυτούς που θα δημιουργούσε η πρόσκαιρη κοινοβουλευτική εκπροσώπηση μιας έστω και βίαια ριζοσπαστικής, απεχθούς δε ιδεολογικά, πολιτικής παρέμβασης. Εξηγούμαι:
Κατά πρώτον, παρήχθη στοχευμένη νομοθεσία και ο συγκεκριμένος δικαιικός κανόνας φάνηκε να μην ανταποκρίνεται στον απρόσωπο και γενικό χαρακτήρα που εκ φύσεως οφείλει να έχει. Επιπρόσθετα, αγνοήθηκε η συνταγματική διάταξη του άρθρου 51.3 που ρητά αποκλείει τη δια νόμου στέρηση των εκλογικών δικαιωμάτων σε μη αμετακλήτως καταδικασθέν άτομο.
Βέβαια ο αντιφασιστικός οίστρος κάποιων συνταγματολόγων τούς έκανε να ισχυριστούν ότι η απαγόρευση αποστέρησης των δικαιωμάτων αυτών αφορά άτομο μη αμετακλήτως καταδικασμένο, όχι όμως κόμμα το οποίο -ισχυρίζονται ότι- μπορεί να αποκλειστεί των εκλογικών διαδικασιών!
Λες και δεν αποτελεί στοιχειώδη ερμηνευτικό κανόνα της νομικής επιστήμης το «εκ του ελάσσονος το μείζον». Και έτσι υποστηρίζεται πως θωρακίζονται μεν τα εκλογικά δικαιώματα ατόμων πρωτοδίκως ή τελεσιδίκως μόνο καταδικασμένων, αλλά επιτρέπεται η απαγόρευση εκλογικής συμμετοχής σε πολυπρόσωπα συλλογικά υποκείμενα, στα οποία το υπό ανατρεπτική αίρεση καταδικασμένο άτομο αποτελεί ένα ελαχιστομόριο! (Για να καταδειχθεί ακόμη σαφέστερα το παράλογο: Θα μπορούσε ένα κόμμα να έχει πχ 30.000 μέλη, καθ’ υπόθεση όλα πρωτοδίκως ή και τελεσιδίκως καταδικασμένα, με ενεργά κατά τον Καταστατικό Χάρτη τα εκλογικά τους δικαιώματα, το πολιτικό υποκείμενο όμως που θα συγκροτούσαν αυτά τα άτομα θα ήταν απαγορευμένο!).
Αλλά σημαντικό είναι και το πότε και το πώς έγιναν οι σχετικές νομοθετικές παρεμβάσεις…
Ως προς το πότε… Όσο δεν καταγραφόταν δημοσκοπικά κοινωνική δυναμική ικανή να φέρει το μόρφωμα Κασιδιάρη εντός Βουλής, μέχρι και η μέσα από τις φυλακές άσκηση πολιτικής δραστηριότητας εκ μέρους του έγκλειστου πρώην χρυσαυγίτη δεν είχε παρεμποδιστεί (αν δεν διευκολυνόταν…). Μήπως επειδή η αύξηση του ποσοστού των εκτός Βουλής κομμάτων θεωρείτο πως διευκολύνει την κυβερνησιμότητα του τόπου, ακόμη και την αυτοδυναμία; Ενώ η νέα προοπτική -της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης ενός ακραία αντισυστημικού μορφώματος- ενεργοποίησε ξαφνικά «δημοκρατικές ευαισθησίες»;
Ως προς, δε, το πώς …
Η «τροπολογία επί της τροπολογίας» της έσχατης στιγμής, που καθιστά 10μελές -αντί για πενταμελές, ως παγίως συνέβαινε- το δικαιοδοτούν όργανο, πιθανότατα δεν είναι αθώα. Οι πέντε αρχαιότεροι αρεοπαγίτες, που συγκροτούσαν την αρχική σύνθεση, συνταξιοδοτούνται όλοι πλην ενός τον Ιούνιο. Άρα δεν θα ήταν επιδεκτικοί δελεασμού έναντι υποσχέσεων για προώθηση προς τις δικαστικές κορυφές. Τώρα προστίθενται νεότεροι δικαστές, εξαρτώμενοι ως προς την περαιτέρω εξέλιξη τους -άλλη παθολογία αυτή- από την πολιτική εξουσία…
Ποιες δε είναι οι συνέπειες, αρνητικές ασφαλώς τόσο για την αξιοπιστία όσο και για τη λειτουργία της δημοκρατίας, της όλης μεθόδευσης; (Η οποία διέπεται κατά κάποιο τρόπο από τη λογική «να ‘εκλέξουμε’ άλλο λαό, αφού τμήμα του σημερινού ψηφίζει εκτός του επιθυμητού πλαισίου»…).
Μια είναι ήδη συντελεσμένη: Βρέθηκε ανώτατος δικαστής που δημόσια καταλόγισε σε αλληλοεπικοινωνούντες πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες απόπειρα εξαγοράς της δικανικής του κρίσης. Την ανειλικρίνεια του δε, ακόμη και αν υποτεθεί πως αυτός είχε λόγους προσωπικής πικρίας κατά της κυβέρνησης, ένα σοβαρό τμήμα της κοινωνίας δεν την θεωρεί δεδομένη.
Μια δεύτερη αρνητική συνέπεια είναι επαπειλούμενη (εν μέρει όμως δεδομένη): Επί τυχόν τελικής απαγόρευσης της εκλογικής συμμετοχής του ακροδεξιού μορφώματος, το πολιτικό σύστημα θα διέτρεχε τον κίνδυνο -ενώ πιθανότατα θα έχουν εντωμεταξύ διεξαχθεί και δεύτερες εκλογές και θα έχει προκύψει κυβέρνηση- το ΑΕΔ να ακυρώσει τις πρώτες «αναλογικές» εκλογές και να διατάξει την επανάληψή τους! Ενδεχόμενο που αναγνώρισε και ο πρώην πρόεδρος του ΣτΕ και του ΑΕΔ Χρίστος Γεραρής. Αλλά και μόνο το ενδεχόμενό μιας τέτοιας εξέλιξης δεν θα δημιουργούσε πολιτική ρευστότητα, που θα επιδρούσε αρνητικά τόσο στο επενδυτικό κλίμα όσο και στην ικανότητα των μετεκλογικών κυβερνητών να διαπραγματεύονται με αξιοπιστία και ασφάλεια στο διεθνοπολιτικό πεδίο;
Και όλα αυτά για το σπάσιμο του «θερμομέτρου» που καταγράφει τον πολιτικό πυρετό της χώρας. Ο οποίος σχεδόν με βεβαιότητα θα έπεφτε, αν αφηνόταν να κάνει τον κύκλο του... Άλλωστε αυτή η χώρα, πέραν στιγμιαίων κρίσεων, ουδέποτε εξέθρεψε ισχυρά ακροδεξιά και δη φασιστοειδή μορφώματα…
* Ο Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι συγγραφέας του βιβλίου «Ο Εθνικός Διχασμός και η κορύφωσή του. Η ΔΙΚΗ ΤΩΝ 'ΕΞΙ'. Εξιλασμός ή δικαστικός φόνος;», που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη