Σαν σήμερα, τέτοια ώρα, πριν από δέκα χρόνια, ήταν φανερό πλέον πως στην Ελλάδα υπήρχαν οι προϋποθέσεις, μετά τις εκλογές της 17ης Ιουνίου, να σχηματισθεί ένα βιώσιμο κυβερνητικό σχήμα. Η Νέα Δημοκρατία με ποσοστό 29,66% είχε 129 έδρες και το ΠΑΣΟΚ με ποσοστό 12,28% είχε 30 έδρες. Αυτά τα δύο κόμματα μπορούσαν να σχηματίσουν κυβέρνηση.
Για λόγους μεγαλύτερης κυβερνητικής σταθερότητας συμμετείχε και η ΔΗΜΑΡ που είχε λάβει 6,25% και 17 έδρες. Δηλαδή υπήρχε μια ακλόνητη κυβερνητική πλειοψηφία 176 εδρών που θα μπορούσε να λάβει τις σημαντικές αποφάσεις για να εξέλθει η Ελλάδα, το συντομότερο δυνατόν, από το δεύτερο μνημόνιο που είχε ένα θετικό χαρακτηριστικό.
Αντέστρεφε τον λόγο φορολογικά έσοδα/δαπάνες που είχε καθιερώσει το πρώτο μνημόνιο. Πλέον η περικοπή δαπανών θα υπερτερούσε σημαντικά των φορολογικών εσόδων. Είχε δε προηγηθεί και το PSI, (Φεβρουάριος 2012) το μεγαλύτερο κούρεμα δημοσίου χρέους παγκοσμίως. Να υπενθυμίσω πως μεταξύ Δεκεμβρίου 2011 και Ιουνίου 2012, οι καταθέσεις είχαν μειωθεί κατά 26,3 δισεκατομμύρια ευρώ, λόγω της πολιτικής αβεβαιότητας. Ένα μέρος, περίπου 12,2 δισεκατομμύρια επέστρεψε στο τραπεζικό σύστημα μέχρι το τέλος του 2012, όταν σταθεροποιήθηκε η πολιτική κατάσταση.
Στις εκλογές του Ιουνίου 2012 αποδείχθηκε πως η πτώση του ΠΑΣΟΚ ήταν μη αναστρέψιμη. Στις εκλογές του Μαΐου η διαφορά μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ ήταν μόλις τρεις μονάδες, κάτι που άφηνε περιθώρια στις επόμενες εκλογές αυτή η διαφορά να υπερκαλυφθεί. Όμως τον Ιούνιο αυτή η διαφορά έφτασε τις 15 μονάδες, σηματοδοτώντας τη μεγάλη ανατροπή.
Οι εκλογές του Μαϊού 2012 πραγματικά δυναμίτισαν το πολιτικό σύστημα. Δεν ήταν μόνον η κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ, ούτε μόνον ο κατακερματισμός του πολιτικού σκηνικού. Και άλλες φορές κατά το παρελθόν είχαν παρουσιαστεί παρόμοια φαινόμενα, όμως τότε δεν υπήρχε αμφισβήτηση του πολιτικού συστήματος. Ο κατακερματισμός αφορούσε προσωπικές φιλοδοξίες, ίντριγκες και ήταν και αποτέλεσμα των εκλογικών συστημάτων. Αλλά πάντα εντός του μετεμφυλιακού πολιτικού πλαισίου.
Τον Μάιο του 2012, ο ΣΥΡΙΖΑ, η Χρυσή Αυγή και οι ΑΝΕΛ, αμφισβητούσαν, το κάθε κόμμα από τη σκοπιά του, τις υπάρχουσες πολιτικές δομές, με λόγο εμπρηστικό και διχαστικό και με πράξεις προπηλακισμού των πολιτικών τους αντιπάλων. Ήταν μια πρωτόγνωρη κατάσταση για τη Μεταπολιτευτική Ελλάδα, όπως ήταν πρωτόγνωρες και οι συνέπειες των μνημονίων σχεδόν για ολόκληρη την Ελληνική κοινωνία.
Σήμερα, γνωρίζουμε όλοι το τέλος του έργου. Τότε η αβεβαιότητα τορπίλιζε κάθε προσπάθεια μεταρρύθμισης και οικονομικής ανάπτυξης.
Για λόγους ανεξήγητους το ΠΑΣΟΚ αποφάσισε να συμμετάσχει στην κυβέρνηση Σαμαρά αρχικά όχι με τα πρωτοκλασάτα στελέχη του. Η δε ΔΗΜΑΡ έκανε σε σταθερή βάση ένα βήμα μπροστά δύο βήματα πίσω, υποχρεώνοντας την κυβέρνηση να βαδίζει κατά διαστήματα με βήμα σημειωτόν, όταν θα έπρεπε να τρέχει με ταχύτατους ρυθμούς για να εκπληρώσει τα μνημονιακά προαπαιτούμενα.
Αποτιμώντας την κυβέρνηση Σαμαρά, χωρίς αμφιβολία της πιστώνουμε τη βελτίωση όλων των οικονομικών δεικτών, καθώς και την προοπτική το καλοκαίρι του 2015 να είχαμε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Η συνέχεια είναι γνωστή, αλλά είναι άγνωστο τι θα μπορούσε να συμβεί αν αυτή η κυβέρνηση ολοκλήρωνε τη θητεία της.