Πώς ερμηνεύει η διεθνής κοινότητα το αποτέλεσμα - έκπληξη των εκλογών και τη διπλάσια διαφορά μεταξύ των δύο πρώτων κομμάτων; Τι σημαίνει η διαφαινόμενη αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας και η δεύτερη θητεία του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Μέγαρο Μαξίμου;
Ο διεθνούς φήμης αναλυτής και καθηγητής στο London School of Economics, Lorenzo Codogno, σχολιάζει στο Liberal.gr το αποτέλεσμα των εκλογών και προβλέπει ακόμη καλύτερες επιδόσεις για την ελληνική οικονομία αλλά και ανάκτηση της πολυπόθητης επενδυτικής βαθμίδας.
«Πριν ξεκινήσει καν το ματς, ήδη περιμένουμε την παράταση», σχολίαζε δύο ημέρες πριν την εκλογική αναμέτρηση της 21ης Μαΐου, ο επικεφαλής της LC Macro Advisors, αναφερόμενος στη δεδομένη διεξαγωγή δεύτερων εκλογών.
Σήμερα, ο Ιταλός, πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του υπουργείου Οικονομικών της Ιταλίας, εκτιμά ότι η Νέα Δημοκρατία θα θριαμβεύσει στις επερχόμενες εκλογές. Σύμφωνα με τον κ. Codogno, η νέα κυβέρνηση που θα σχηματιστεί θα συνεχίσει να βελτιώνει τις οικονομικές επιδόσεις της Ελλάδας, επιτυγχάνοντας υψηλότερη ανάπτυξη και μειώνοντας περαιτέρω το δημόσιο χρέος.
«Γι’ αυτό μοιάζει πλέον πολύ πιθανή η αναβάθμιση της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα, αν και αυτό ίσως δεν γίνει άμεσα, αλλά σε κάθε περίπτωση οι αγορές πανηγυρίζουν για τη νίκη της Νέας Δημοκρατίας», προσθέτει. Το κόμμα της ΝΔ, σημειώνει ο L. Codogno, νίκησε και τις δημοσκοπήσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ κατέρρευσε, και πλέον η νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη στις δεύτερες εκλογές είναι σχεδόν βέβαιη.
Τον ρωτήσαμε, επίσης, ποια είναι τα οφέλη για την ελληνική οικονομία από τη διαφαινόμενη νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις επερχόμενες εκλογές.
Η υφιστάμενη κυβέρνηση, απαντά ο καθηγητής, απέδειξε ότι, παρά τα διάφορα μη οικονομικά εμπόδια, είναι ικανή να οδηγήσει με επιτυχία την οικονομία και να πετύχει ισχυρότερη οικονομική ανάπτυξη, αντιμετωπίζοντας παράλληλα διαχρονικά διαρθρωτικά προβλήματα.
Γι’ αυτό το λόγο, συνεχίζει ο ίδιος, η πολιτική συνέχεια επιτυγχάνεται με υψηλότερα ποσοστά και η οικονομία θα ωφεληθεί από την παράταση της τρέχουσας καλής διαχείρισης. Ενδεχομένως η ισχυρότερη οικονομική ανάπτυξη να μην έχει βοηθήσει σημαντικά τα εισοδήματα και την ποιότητα ζωής, αλλά θα γίνει και αυτό συν τω χρόνω, προσθέτει.
Όλα αυτά αποτυπώνονται και στην αντίδραση των αγορών στις συναλλαγές της Δευτέρας. Το Χρηματιστήριο της Αθήνας έδειξε την ανακούφιση των επενδυτών κυρίως για το γεγονός ότι θα υπάρξει πολιτική συνέχεια με μία ισχυρή κυβέρνηση, με τον Γενικό Δείκτη να σημειώνει άλμα άνω του 6,6% σε καταπράσινο ταμπλό, ξεπερνώντας τις 1.200 μονάδες.
Παρόμοια εικόνα και στην αγορά ομολόγων, όπου η απόδοση του ελληνικού 10ετούς να υποχωρεί έως το 3,8%. Αυτό βέβαια που έχει μεγαλύτερη σημασία και δείχνει το κλίμα που επικρατεί απέναντι στα ελληνικά assets, είναι η μεγάλη πτώση του spread με τα γερμανικά ομόλογα και το αρκετά χαμηλότερο κόστος δανεισμού που απολαμβάνει αυτή τη στιγμή το ελληνικό δημόσιο σε σύγκριση με την Ιταλία.
Ρωτήσαμε τον κ. Κοντόνιο τι δείχνει η πτώση των spreads και το αρνητικό spread μεταξύ των ελληνικών και ιταλικών ομολόγων.
«Είναι δύσκολο να πούμε με απόλυτη βεβαιότητα», απαντά, εξηγώντας ότι υπάρχει στρέβλωση στην αγορά των ελληνικών κρατικών ομολόγων, εξαιτίας της έλλειψης ρευστότητας και της μεγάλης διαφοράς μεταξύ της ζήτησης, που είναι ισχυρή, και της προσφοράς, που είναι ελλιπής λόγω των θετικών εξελίξεων στα δημοσιονομικά της Ελλάδας και της εξάρτησης από τη χρηματοδότηση της ΕΕ. Επομένως, μπορεί να μη λέει πολλά για τα θεμελιώδη των δύο οικονομιών, αλλά το σίγουρο είναι ότι τα ελληνικά ομόλογα έχουν ένα πολύ καλό momentum, το οποίο αντανακλά τις προσδοκίες των αγορών για την οικονομική ανάπτυξη και τα δημόσια οικονομικά.
Το spread μειώθηκε στις 148 μονάδες βάσης, με χαμηλό τις 95,8 μ.β. στις 3 Ιουνίου του 2021, όταν η ΕΚΤ «σκούπιζε» από την αγορά τα ελληνικά ομόλογα. Υπενθυμίζεται ότι το spread βρισκόταν κοντά στις 380 μονάδες βάσης πριν τις εκλογές του 2019. Πρόκειται για πολύ σημαντική εξέλιξη καθώς σε περιβάλλον υψηλών επιτοκίων, η Ελλάδα έχει την ευκαιρία να δανείζεται με καλύτερους όρους.
Είναι επίσης ενδεικτικό, του πως αντιμετωπίζουν οι επενδυτές το εκλογικό αποτέλεσμα και τις θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, ότι το κόστος δανεισμού της Ελλάδας πλησιάζει σε αυτό της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. Αποδεικνύεται έτσι ότι η χώρα μας πλέον θεωρείται μία «κανονική» οικονομία της Ευρωζώνης, που έχει ξεπεράσει τις διαδοχικές κρίσεις του παρελθόντος.