Του Προκόπη Χατζηνικολάου
Σημαντικό ρόλο στην ανάκαμψη της οικονομίας, αλλά και του τουρισμού, θα διαδραματίσει ο κλάδος των ακινήτων και της οικοδομής, μετά τα μέτρα μείωσης της φορολογίας ακινήτων και τόνωσης της οικοδομικής δραστηριότητας που ανακοίνωσε η κυβέρνηση. Από 10% που ήταν η συμβολή του κλάδου στο ΑΕΠ της χώρα το 2007, στα χρόνια της κρίσης σχεδόν μηδενίστηκε για να ξυπνήσει και πάλι στα τέλη του 2018 φθάνοντας στο 0,8%. Στόχος όπως αναφέρουν στελέχη του οικονομικού επιτελείου είναι στα επόμενα τρία χρόνια η συμβολή του κλάδου να φθάσει στο 4-5% του ΑΕΠ.
Η αναστολή του ΦΠΑ στα ακίνητα για τρία χρόνια και μάλιστα για άδειες που εκδόθηκαν από το 2006, η μείωση του ΕΝΦΙΑ και οι εκπτώσεις 40% στις δαπάνες αισθητικής και ενεργειακής αναβάθμισης των κτιρίων αναμένεται να αποτελέσουν καθοριστικό παράγοντας για την περαιτέρω ανάκαμψη του κατασκευαστικού κλάδου.
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς τα μέτρα για την τόνωση της οικοδομής θα έχουν αντίκτυπο και στον τουρισμό. Συγκεκριμένα αναφέρουν ότι τα επόμενα χρόνια υπολογίζεται ότι θα κατασκευαστούν χιλιάδες κατοικίες εντός των οργανωμένων τουριστικών καταλυμάτων. Το κόστος θα μειωθεί σημαντικά και εκτιμάται ότι θα προσελκύσουν Κροίσους που επιθυμούν να αγοράσουν πολυτελείς κατοικίες εντός των οργανωμένων καταλυμάτων.
Εκτός από τα τεράστια οφέλη που δημιουργεί η αναστολή του ΦΠΑ για τα ακίνητα με άδεια οικοδομής από το 2006 τα οποία δεν έχουν ακόμα μεταβιβασθεί, δημιουργούνται προσδοκίες για ανάπτυξη του κλάδου μετά την τριετή αναστολή του ΦΠΑ. Ουσιαστικά οι κατασκευαστές θα σπεύσουν να «στοκάρουν» οικοδομικές άδειες έτσι ώστε την επόμενη δεκαετία να χτίζουν ακίνητα χωρίς ΦΠΑ. Σημασία έχει η ημερομηνία έκδοσης της οικοδομικής άδειας και όχι πότε θα χτιστεί το ακίνητο.
Με αυτό τον τρόπο εξασφαλίζεται τουλάχιστον για μία δεκαετία η ανάπτυξη του κλάδου της οικοδομής με προφανή τα οφέλη για την ελληνική οικονομία.
Σε ό,τι αφορά το στοκ των 100.000 περίπου ακινήτων, αυτά θα αποτελέσουν πόλο έλξης για ξένους και εγχώριους επενδυτές καθώς πλεόν θα ξαναβγούν στην αγορά με χαμηλότερη τιμή. Για παράδειγμα:
1. Αδιάθετο ακίνητο στο Μαρούσι 100 τ.μ. κατασκευής του 2013 πωλείται σήμερα 260.000 ευρώ. Με τη ψήφιση του νόμου, η τιμή του ακινήτου θα πέσει στα 210.000 ευρώ. Επί του ποσού αυτού θα καταβληθεί και ο φόρος μεταβίβασης ου ανέρχεται στο 3% της αξίας του ακινήτου.
2. Αδιάθετο διαμέρισμα στο Χαλάνδρι 84 τετραγωνικών μέτρων κατασκευής του 2010, πωλείται στη τιμή των 210.000 ευρώ. Με τη ψήφιση του νόμου η τιμή του ακινήτου θα διαμορφωθεί στα 169.354 ευρώ.
Σύμφωνα με πληροφορίες υπάρχουν εισηγήσεις προς το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης προκειμένου να δημιουργήσει ένα παρατηρητήριο τιμών. Και αυτό καθώς υπάρχουν φόβοι ότι η μείωση κατά 24% της τιμής των ακινήτων ενδέχεται να μην περάσει στην αγορά. Οι κατασκευαστές δεν αποκλείεται να επικαλεστούν αύξηση της ζήτησης με στόχο να μεγαλώσουν τα κέρδη τους όπως έκαναν και στη χρυσή περίοδο της οικοδομής που ζητούσαν υπέρογκα ποσά για τα ακίνητα που κατασκεύαζαν.
Πάντως, αυτό που αναφέρουν οι ειδικοί του χώρου υπολογίζουν ότι μεγάλο ενδιαφέρον θα υπάρχει κυρίως από το εξωτερικό καθώς οι Έλληνες ακόμα δυσκολεύονται να αποκτήσουν καινούργιο ακίνητο. Είναι ενδεικτικό (σύμφωνα με μελέτη της Alpha Bank) ότι τα προηγούμενα χρόνια, η πτώση της ζήτησης στην αγορά ακινήτων προήλθε κυρίως από τη μείωση του μέσου καθαρού εισοδήματος, το οποίο, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, υποχώρησε κατά 36,9% το 2017 έναντι του 2010 και διαμορφώθηκε σε μόλις 8.809 ευρώ, που είναι κάτω από το 50% του μέσου ευρωπαϊκού εισοδήματος (Ε.Ε.-28: 19.427 ευρώ). Αυτή η μείωση, σε συνδυασμό με την αύξηση της ανεργίας, καθώς και των φόρων ακίνητης περιουσίας και του ΦΠΑ, οδήγησαν στη μείωση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών, με αποτέλεσμα την υποχώρηση των επενδύσεων σε οικιστικά ακίνητα.