Την έναρξη του διαγωνισμού πώλησης για το 49% του ΔΕΔΔΗΕ ανακοίνωσε η ΔΕΗ. Το διοικητικό της συμβούλιο ενέκρινε την πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την πώληση μειοψηφικού ποσοστού της συμμετοχής της στον ΔΕΔΔΗΕ.
Ο νικητής του διαγωνισμού που αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2021, θα έχει ενισχυμένα δικαιώματα στο μάνατζμεντ του ΔΕΔΔΗΕ, μια εμβληματική ιδιωτικοποίηση, όπως την χαρακτήρισε ο υπουργός Κ. Χατζηδάκης, μιλώντας νωρίτερα για τον εκσυγχρονισμό και την ψηφιοποίηση του δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας.
Σημειωτέον ότι στο πρόσφατο market test, για την διαπίστωση του επενδυτικού ενδιαφέροντος, συμμετείχαν περισσότερα από δέκα δυνητικοί μνηστήρες, μεταξύ των οποίων αρκετά infrastructure funds αλλά και ευρωπαίοι διαχειριστές δικτύων. Ανταπόκριση που κρίνεται αρκετά ικανοποιητική από πλευράς ΔΕΗ και ΥΠΕΝ, τόσο από πλευράς αριθμού, όσο κυρίως ονομάτων. Ανάμεσά τους funds, τόσο από την Ευρώπη, όσο και εκτός, τα οποία βολιδοσκοπούν καιρό τώρα την ελληνική αγορά με αντικείμενο τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις σε υποδομές συγκοινωνιών και ενέργειας και για τα οποία ενημερώθηκε αναλυτικά την Τρίτη το Δ.Σ. της ΔΕΗ.
Η θυγατρική της ΔΕΗ αποτελεί στην ουσία έναν κοιμώμενο ενεργειακό «γίγαντα», αν αναλογιστεί κανείς τις κρυμμένες της υπεραξίες: Έχει πάγια συνολικής αξίας 3,6 δισ ευρώ, ετήσιες επενδύσεις 200 εκατ ευρώ και 7,5 εκατομμύρια πελάτες με καταναλώσεις 43,19 γιγαβατώρες. Η πρόσφατη είδηση ότι η επιχείρηση εισέρχεται στις τηλεπικοινωνίες δεν θα μπορούσε να αποτελέσει καλύτερη «διαφήμιση» για την επικείμενη πώληση του 49% της θυγατρικής της.
Δέλεαρ για την συμμετοχή στο διαγωνισμό που αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί στα τέλη της άνοιξης του 2021, πέραν του ισχυρού «story» που κουβαλάει ο ΔΕΔΔΗΕ και το γεγονός ότι πρόσφατα η ΡΑΕ ολοκλήρωσε την διαδικασία έγκρισης του WACC, το οποίο προσδιορίστηκε στο 7% για το 2020 και στο 6,7% για την επόμενη τετραετία.
Κυβέρνηση και διοίκηση της ΔΕΗ ποντάρουν σε υψηλό τίμημα, στο οποίο βοηθά το δυνατό «στόρι» που κουβαλά ο ΔΕΔΔΗΕ. Από το εμβληματικό project των 7,5 εκατομμυρίων μετρητών, ύψους 850 εκατ. ευρώ που θα αντικαταστήσει τα σημερινά παμπάλαια ρολόγια και θα χρηματοδοτηθεί από το Ταμείο Ανάκαμψης μέχρι τις επενδύσεις αναβάθμισης παλαιών και δημιουργίας νέων δικτύων του νέου του επιχειρησιακού προγράμματος και έως το project των οπτικών ινών.