Ο πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου, Ίλον Μασκ, και η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Τζάνετ Γέλεν, προστέθηκαν στους ισχυρούς παράγοντες των επιχειρήσεων και των αγορών που προειδοποιούν για την ύφεση που πλησιάζει, την επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών και την αυξημένη μεταβλητότητα που θα κυριαρχήσει στις αγορές τους επόμενους μήνες και το 2023. Είχαν προηγηθεί ο ιδρυτής της Amazon, Τζεφ Μπέζος, ο επικεφαλής της JP Morgan, Τζέιμι Ντάιμον και ο CEO της Goldman Sachs, Ντέιβιντ Σόλομον.
Όλα δείχνουν ότι οι ισχυροί του κόσμου μας προετοιμάζουν για μία κατάσταση όχι τόσο βαθιάς ύφεσης, όπως αυτή που προκάλεσαν τα lockdown της πανδημίας και η κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008, αλλά σημαντικής ακρίβειας που δείχνει να παγιώνεται και θα ταλαιπωρήσει τα νοικοκυριά ενδεχομένως έως το τέλος της δεκαετίας. Ουσιαστικά, η Ευρώπη θα χτυπηθεί περισσότερο από την ενεργειακή κρίση, η αμερικανική οικονομία θα τη… γλιτώσει με ήπια συρρίκνωση του ΑΕΠ και η παγκόσμια οικονομία θα αναπτυχθεί μεν, αλλά με ρυθμό κοντά στο 1,7%, που αν εξαιρέσουμε τις δύο μεγάλες κρίσεις που προαναφέρθηκαν, έχει να καταγραφεί από το 1991 και ισοδυναμεί με παγκόσμια ύφεση.
Την ώρα, λοιπόν, που μακραίνει η λίστα με τις «κασσάνδρες», οι νέες προβλέψεις των αναλυτών που ενσωματώσουν την επιδείνωση των πληθωριστικών πιέσεων, έρχονται να επιβεβαιώσουν τις αρχικές ανησυχίες για παρατεταμένη ακρίβεια και οικονομική στασιμότητα. Αν τελικά επικρατήσει το σενάριο που θέλει τον δομικό πληθωρισμό – έναν ίσως πιο αξιόπιστο δείκτη που εξαιρεί τις πιο ευμετάβλητες τιμές της ενέργειας και των τροφίμων - να παραμένει έως και το 2024 σχεδόν διπλάσιος από τον στόχο του 2% που έχει θέσει η ΕΚΤ για τον γενικό πληθωρισμό, τότε οι τιμές σε σύγκριση με τα εισοδήματα δεν πρόκειται να υποχωρήσουν έως το 2030. Πρόκειται για μία συνθήκη ακραίου στασιμοπληθωρισμού, κατά την οποία η οικονομία θα βρίσκεται σε τέλμα με χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και υψηλό πληθωρισμό.
Χθες, έδωσε στη δημοσιότητα το νέο παγκόσμιο οικονομικό της outlook η Capital Economics, προβλέποντας ότι το ΑΕΠ της Ευρωζώνης θα συρρικνωθεί κατά 1,8% το 2023, έναντι ανάπτυξης 3% το 2022, ενώ θα επιστρέψει σε ανάπτυξη το 2024 αλλά πολύ ήπια της τάξης του 0,8%. Στο μεταξύ, ο δομικός πληθωρισμός θα ανέλθει στο 5,5% το 2023, από 4% το 2022 και θα διατηρηθεί υψηλά γύρω στο 3,5% το 2024.
Αυτό σημαίνει ότι οι τιμές θα παραμείνουν σε υπερβολικά υψηλά επίπεδα τουλάχιστον για την επόμενη διετία, με αποτέλεσμα να παγιωθεί μία κατάσταση που δύσκολα θα μπορεί να αντιστραφεί, όπως έχουν δείξει και ανάλογες κρίσεις του παρελθόντος.
Στην συντριπτική τους πλειονότητα οι αναλυτές των διεθνών οίκων θεωρούν πλέον ότι η ύφεση στην Ευρώπη θα είναι βαθύτερη και μεγαλύτερη σε διάρκεια με το ΑΕΠ να σημειώνει «βουτιά» 2,5% και την ανάκαμψη να ξεκινά μετά τον Οκτώβριο του 2023 και όχι την άνοιξη όπως αναμενόταν αρχικά. Δυστυχώς, η επί τα χείρω αναθεώρηση των προβλέψεων συνεπάγεται και μεγαλύτερο χτύπημα στα εισοδήματα των νοικοκυριών αλλά και μία έκπληξη από την ΕΚΤ.
Η Capital Economics ρίχνει «βόμβα» στην έκθεσή της, εκτιμώντας ότι η περαιτέρω άνοδος που θα σημειώσουν οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων της Ευρωζώνης – και κυρίως της περιφέρειας - καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας αύξησης των επιτοκίων και συρρίκνωσης του ΑΕΠ, θα αναγκάσει την ΕΚΤ αντί να προχωρήσει σε πωλήσεις ομολόγων, να επαναφέρει τη λύση του QE, μέσω του μηχανισμού Transmission Protection Mechanism. Σε ό,τι αφορά τα επιτόκια, προβλέπει ότι το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων θα διαμορφωθεί στο 2,25% στο τέλος της φετινής χρόνιας και θα κορυφωθεί γύρω στο 3% στα μέσα του 2023.