Η επιτυχής ολοκλήρωση των συναλλαγών πώλησης «κόκκινων» δανείων, μέσω τιτλοποιήσεων με την ταυτόχρονη χρήση του «Ηρακλή» θα επιφέρει περαιτέρω μείωση στο υφιστάμενο απόθεμα, όμως σύμφωνα με τους υπολογισμούς των υπηρεσιών της Τράπεζας της Ελλάδος, το ποσοστό θα διαμορφωθεί περίπου στο 25%, που εξακολουθεί να είναι το υψηλότερο και πολλαπλάσιο του μέσου όρου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού - SSM (2,7% και 3,2% αντίστοιχα με στοιχεία Δεκεμβρίου 2019).
Επιπρόσθετα, εκτιμάται ότι η επίπτωση στο Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας των τραπεζών από τη διενέργεια των εν λόγω συναλλαγών τιτλοποίησης θα ανέλθει κατά μέσο όρο σε τρεις μονάδες.
Αυτά αναφέρει στη σημερινή της έκθεση η ΤτΕ, τονίζοντας ότι απαιτούνται επιπλέον ενέργειες για τη μείωση των NPLs. Οι ενέργειες αυτές δεν είναι άλλες από τη δημιουργία μίας bad bank, μέσω της οποίας θα διασφαλίζεται η χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση, «η Τράπεζα της Ελλάδος επεξεργάζεται συγκεκριμένη πρόταση υλοποίησης ενός σχήματος συνολικής διαχείρισης προβληματικών στοιχείων ενεργητικού (Asset Management Company - AMC) των ελληνικών τραπεζών. Ειδικότερα, βάσει της πρότασης όχι μόνο δεν ανατρέπονται αλλά αντίθετα αξιοποιούνται οι υφιστάμενες υποδομές των τραπεζών, καθώς και οι συμμετοχές τρίτων μερών στους τομείς διαχείρισης των ΜΕΔ. Επιπλέον, ενδεχόμενες ζημίες που σχετίζονται με το υφιστάμενο απόθεμα ΜΕΔ καλύπτονται αποκλειστικά από τις τράπεζες και όχι από τον έλληνα φορολογούμενο, μέχρι του ελάχιστου ορίου δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται η χρηματοπιστωτική σταθερότητα και αποκλείεται οποιαδήποτε διασύνδεση του προτεινόμενου σχήματος με ενδεχόμενα σενάρια εφαρμογής μέτρων εξυγίανσης. Τέλος, πρέπει να τονισθεί ότι η πρόταση δεν αποσκοπεί απλώς σε κεφαλαιακή ελάφρυνση, αλλά σε εκτέλεση συναλλαγών σε όρους αγοράς, με τη συμμετοχή ιδιωτών επενδυτών».