Η ομοσπονδία που εκπροσωπεί τους εμπόρους πετρελαιοειδών έχει κάθε λόγο να ζητάει μείωση των ειδικών φόρων στα καύσιμα ή ακόμη και του ΦΠΑ καθώς οι υψηλές τιμές «φρενάρουν» την κατανάλωση και κατά συνέπεια και τα έσοδά τους.
Η αντιπολίτευση είναι πολύ εύκολο να απαιτεί να μειωθούν όλοι οι φόροι στην ενέργεια (και ακόμη περισσότεροι) καθώς ούτε συντάσσει ούτε εκτελεί προϋπολογισμό σε συνθήκες ενισχυμένης εποπτείας (σ.σ και όταν εκτελούσε αύξανε τους φόρους κατανάλωσης αντί να τους μειώνει και μάλιστα σε περιόδους πολύ υψηλών διεθνών τιμών στην ενέργεια όπως αυτή που διανύουμε και τώρα).
Όσο για την κυβέρνηση, οφείλει να μετράει, να ζυγίζει και να αποφασίζει με γνώμονα όχι το τι θέλουν οι καταναλωτές και οι επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στον χώρο της ενέργειας αλλά και το ποιες είναι οι επιπτώσεις στον προϋπολογισμό και στα χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων.
Οι αριθμοί είναι πολύ συγκεκριμένοι: οι φόροι κατανάλωσης και ο ΦΠΑ στην ενέργεια, αποφέρουν σε ετήσια βάση πάνω από 6 δις. ευρώ δηλαδή πάνω από το 12% των συνολικών φορολογικών εσόδων ή τρεις… ΕΝΦΙΑ. Ο προϋπολογισμός του 2022 προβλέπεται να είναι ελλειμματικός κατά περισσότερα από 2 δις. ευρώ. Άρα, για να μειωθούν οι φόροι κατανάλωσης ή ο ΦΠΑ, θα πρέπει κάποιος άλλος φόρος να αυξηθεί ή διαφορετικά να «φουσκώσει» και άλλο το χρέος τη στιγμή που μπαίνουμε στην… καταιγίδα με τις αυξήσεις των επιτοκίων να είναι ήδη εδώ.
Ιδού ο λογαριασμός όπως αποτυπώνεται στον κρατικό προϋπολογισμό του 2022:
- ΦΠΑ στα πετρελαιοειδή και στα παράγωγα αυτών: 1.963.000.000 €
- ΦΠΑ στην ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο 13.000.000 €
- ΕΦΚ υγραερίων 106.000.000 €
- ΕΦΚ βενζινών 2.137.000.000 €
- ΕΦΚ diesel κίνησης 1.381.000.000 €
- ΕΦΚ diesel θέρμανσης 359.000.000 €
- ΕΦΚ στην ηλεκτρική ενέργεια 166.000.000 €
- ΕΦΚ στο φυσικό αέριο 34.000.000 €
Έχοντας, λοιπόν, μια εικόνα στα νούμερα, μπορούν να γίνουν και οι ακόλουθοι συνειρμοί: αν ο ειδικός φόρος κατανάλωσης στη βενζίνη μειωθεί κατά 20%, όλοι οι οδηγοί –οριζόντια, πλούσιοι και φτωχοί- θα κερδίσουν περίπου 15 λεπτά ανά λίτρο. Δηλαδή, η βενζίνη αντί για 2 ευρώ στις Κυκλάδες, και 1,85 ευρώ κατά μέσο όρο στην Ελλάδα, θα κοστίζει 1,7 ευρώ και 1,85 ευρώ αντίστοιχα (ή λίγο λιγότερο καθώς μείωση του ειδικού φόρου επηρεάζει και τον ΦΠΑ).
Άρα, αυτός που αγοράζει 30 λίτρα τον μήνα θα κερδίσει 4,5 ευρώ τον μήνα, αυτός που αγοράζει 60 λίτρα 9 ευρώ τον μήνα και αυτός που αγοράζει 90 λίτρα 13,5 ευρώ τον μήνα. Το δημόσιο από την άλλη, θα χάσει πάνω από 420 εκατ. ευρώ.
Άρα, θα πρέπει να ακυρωθεί η μείωση του ΕΝΦΙΑ και να αυξηθεί ο φόρος κατοχής ακινήτων κατά περίπου 70-80 εκατ. ευρώ μόνο και μόνο για να πληρωθεί το οριζόντιο «μέρισμα» στους οδηγούς. Σημειωτέον ότι ενώ θα φθηνύνει η βενζίνη, το πετρέλαιο θα παραμείνει στα ύψη (διότι για να μειωθεί και αυτός ο ειδικός φόρος κατά 20% χρειάζονται άλλα 275 εκατ. ευρώ) ενώ τίποτα δε θα αλλάξει στο υγραέριο, στο ρεύμα ή στο φυσικό αέριο.
Το ζητούμενο επομένως δεν είναι ποιος θα προτείνει τη μείωση του ενός φόρου ή του άλλου, αλλά το ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό. Και επί αυτού του θέματος, προτάσεις δεν ακούγονται από πουθενά.