Trastor: Ανεβάζει ταχύτητες με νέες επενδύσεις

Trastor: Ανεβάζει ταχύτητες με νέες επενδύσεις

Ταχύτητες ανεβάζει η Trastor η οποία προγραμματίζει για τη φετινή χρονιά επενδύσεις ύψους 70 εκατ. ευρώ με στόχο την αύξηση της αξίας του χαρτοφυλακίου ακινήτων της. Ήδη, αρχές Μαρτίου, η εταιρεία προχώρησε στην αγορά, έναντι 6,9 εκατ. ευρώ, αποθήκης συνολικής επιφάνειας 11.634 τ.μ. στη θέση Δύο Πεύκα, στον Ασπρόπυργο Αττικής.

Οι νέες αυτές επενδύσεις έρχονται σε συνέχεια αυτών που η Trastor πραγματοποίησε το 2020, των οποίων το ύψος ξεπερνάει τα 100 εκατ. ευρώ, έχοντας αυξήσει την αξία του χαρτοφυλακίου της σε 301,5 εκατ. ευρώ από 209,57 εκατ. ευρώ στα τέλη του 2019. Αυτό κατέστη εφικτό μέσω της απόκτησης επτά ακινήτων, συνολικής αξίας περίπου 61 εκατ. ευρώ, ενώ προχώρησε στη σύναψη συμφωνίας χρηματοδοτικής μίσθωσης ύψους 25 εκατ. ευρώ για την απόκτηση ενός ακινήτου.

Προοπτικές

Που εντοπίζει όμως, προοπτικές η διοίκηση της Trastor με διευθύνοντα σύμβουλο τον Τάσο Καζίνο;

Στον κλάδο των logistics και των υψηλών προδιαγραφών κτιρίων γραφείων, δύο τομείς, όπου η εισηγμένη διαθέτει σημαντικό επενδυτικό αποτύπωμα. Σύμφωνα με την εταιρεία, για τον κλάδο των logistics και παρά τις όποιες στρεβλώσεις που σχετίζονται με τη μειωμένη ροή εμπορευμάτων, καθώς η χώρα εισάγει την πλειονότητα των καταναλωτικών προϊόντων και πρώτων υλών, το νέο τοπίο επιφυλάσσει αύξηση της ζήτησης των συγκεκριμένων χώρων. Ο λόγος;

Η αναζήτηση διαφοροποίησης των προμηθευτών, την αύξηση των διαδικτυακών πωλήσεων και η αντιστροφή της υπάρχουσας αλυσίδας εφοδιασμού από χαμηλή σε υψηλή κάλυψη αποθεμάτων. Με τα δεδομένα αυτά η αύξηση της ζήτησης έχει ήδη οδηγήσει σε ιστορικά υψηλά την κατασκευή νεών αποθηκευτικών χώρων, γεγονός που έχει συμπαρασύρει σημαντικό ποσοστό κεφαλαίων των θεσμικών επενδυτών στη συγκεκριμένη κατηγορία ακινήτων.

Στον κλάδο των γραφειακών χώρων, η διοίκηση της εταιρίας βραχυπροθέσμα αναμένει - ιδιαίτερα από τις πολυεθνικές εταιρείες - τη διατήρηση της πρακτικής της εξ αποστάσεως εργασίας. Και εκτιμά ότι μόνο μία παρατεταμένη και σημαντική αύξηση της ανεργίας θα μπορούσε να απειλήσει ουσιαστικά την αυξημένη ζήτηση που παρατηρήθηκε στον συγκεκριμένο κλάδο κατά το προ πανδημίας χρονικό διάστημα.

Για την ώρα, λόγω της πανδημίας, ιδιοκτήτες με μισθώσεις μικρής διάρκειας έχουν ήδη δεχθεί πιέσεις «παγώματος» των μισθωμάτων, όχι όμως απαραίτητα και μειώσεις. Σύμφωνα με την Trastor, η παγκόσμια τάση στα γραφεία είναι η βέλτιστη αξιοποίηση του χώρου, σε κτίρια υψηλών προδιαγραφών που οδηγεί σε αύξηση της παραγωγικότητας και όχι η σμίκρυνση της ζήτησης.

Επίσης, το νέο τοπίο προαναγγέλλει αύξηση της ζήτησης από το χώρο των τηλεπικοινωνιών, φαρμακευτικών, ασφαλιστικών και χρηματοπιστωτικών εταιρειών, που καλούνται να λειτουργήσουν σε περιβάλλον ελάχιστης προσφοράς γραφείων σύγχρονων προδιαγραφών.

Αντίθετα, οι κλάδοι του λιανικού εμπορίου (off-line retail) και του τουρισμού, έχουν δεχτεί το μεγαλύτερο πλήγμα, ως συνέπεια των επαναλαμβανόμενων lockdown. Στα εμπορικά ακίνητα οι ενοικιαστές επικεντρώνονται στην προστασία των ταμειακών τους ροών και την ενίσχυση της παρουσίας τους στις διαδικτυακές πωλήσεις.

Μεσοπρόθεσμα, πολλοί έμποροι λιανικής πώλησης επανεξετάζουν την αλυσίδα εφοδιασμού τους, προς εξασφάλιση της συνέχειας των δραστηριοτήτων τους από τους κλυδωνισμούς του δεύτερου κύματος της πανδημίας. Το γεγονός αυτό έχει ήδη οδηγήσει σε πρόσθετη ζήτηση χώρων αποθήκευσης ή ακόμη και σε αναδιάταξη των καταστημάτων λιανικής.

Όσον αφορά τον κλάδο του τουρισμού, αντιμετωπίζει ήδη το βάρος της επιστροφής των προκαταβολών και των ακυρώσεων των διεθνών operators καθώς και της γενικότερης αβεβαιότητας που επικρατεί παγκοσμίως, με τις ενδείξεις ανάκαμψης του κλάδου να επικεντρώνονται ετεροχρονισμένα από το 2022.

Τα μεγέθη

Κατά τη χρήση 2020, η Trastor πέτυχε να αυξήσει, σε σχέση με το 2019, τα έσοδα από μισθώματα σε 13,1 εκατ. ευρώ (+36%) κυρίως λόγω της αύξησης των εισπράξεων που σχετίζονται με νέες επενδύσεις. Αυτό παρά την απώλεια εσόδων από ενοίκια ύψους 1,1 εκατ. ευρώ που σχετίζονται με μέτρα περιορισμού της πανδημίας. Τα καθαρά κέρδη του 2020 περιορίστηκαν σε περίπου 3 εκατ. ευρώ, από 13,7 εκατ. το 2019.