Με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της Τράπεζας Πειραιώς έχουμε πλέον την πλήρη εικόνα του β' εξαμήνου των συστημικών τραπεζών και κάποια πρώτα ασφαλή συμπεράσματα. Για πρώτη φορά μετά από δώδεκα χρόνια και οι τέσσερις τράπεζες έδειξαν:
α) μεγαλύτερη αύξηση στα έσοδα από τόκους από το προηγούμενο τρίμηνο β) Ισχυρά έσοδα από προμήθειες γ) συγκράτηση του οργανικού κόστους δ) πτώση του επαναλαμβανόμενου κόστους απομειώσεων κάτω από τις 100 μονάδες βάσης ε) κερδοφόρο καθαρό αποτέλεσμα και κυριότερο στ) Πτώση των μη εξυπηρετούμενων εκθέσεων κάτω από 10%. Παράλληλα όλες οι τράπεζες προχώρησαν σε θετικές αναθεωρήσεις για το σύνολο της φετινής χρήσης.
Κοιτώντας μπροστά οι τράπεζες μπορούν να περιμένουν ένα καλό β' εξάμηνο ακόμα και χωρίς τα σημαντικά έκτακτα που καταγράφηκαν στο α' και στο β' τρίμηνο. Το δεύτερο μισό του 2022 θα ενισχύσει τα έσοδα από τόκους από την αύξηση της πιστωτικής επέκτασης, την αύξηση των κυμαινόμενων επιτοκίων και την έναρξη των επενδύσεων του Ταμείου Ανάκαμψης. Πιο συγκεκριμένα με βάση τα όσα ειπώθηκαν στις τηλεδιασκέψεις η καθαρή πιστωτική επέκταση των τραπεζών αναμένεται να προσεγγίσει στο σύνολο της χρονιάς τα 10 δισ. ευρώ δηλαδή 7% περισσότερα δάνεια από το τέλος του 2021.
Στα μεγέθη αυτά εκτός από την παραγωγή νέων υγειών εσόδων από τόκους (μέσο καθαρό έσοδο από τόκους δανείων 3,1 - 3,2%) θα πρέπει να εκτιμηθεί και η παραγωγή εσόδων προμηθειών η οποία κινείται στο 0,5% επί των συνολικών παγίων. Παράλληλα η αύξηση του Euribor θα αρχίσει να λειτουργεί υπέρ των τραπεζών στο β' εξάμηνο καθώς το 90% των δανείων έχει κυμαινόμενο επιτόκιο. Μια αύξηση 100 μονάδων βάσης μεταφράζεται σε ετήσια αύξηση των εσόδων από τόκους 740 εκατ. ευρώ και για τις τέσσερις τράπεζες.
Πώς έκλεισε το εξάμηνο του 2022 για την κερδοφορία των τραπεζών
Η εξυγίανση των περισσότερων ισολογισμών έχει συντελεστεί σε σημαντικό βαθμό: Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια είναι 7,2% ή 11,2 δισ. ευρώ με σχηματισμένη κάλυψη 55,3% ή 6,2%. Μαζί με τις εγγυήσεις (καλύμματα) το σύνολο των δανείων υπερκαλύπτεται στο 105% του συνόλου. Η αύξηση των χορηγήσεων θα μειώσει και παθητικά το μέγεθος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Σε ό,τι αφορά τις νέες επισφάλειες προς το παρόν δεν έχουν υπάρξει σημαντικές εισροές στο σύστημα και από ότι φαίνεται το β' εξάμηνο θα κινηθεί εντός των προϋπολογισθέντων επισφαλειών. Σε ό,τι αφορά το οργανικό κόστος αναμένονται στοχευμένες κινήσεις προς το τέλος της χρονιάς (εθελούσιες) και μόνο εφόσον δεν έχει υπάρξει κάποια απρόβλεπτη αρνητική εξέλιξη.
Η εικόνα των NPEs στα εγχώρια χαρτοφυλάκια δανείων
Από την επόμενη χρήση το μοντέλο αξιολόγησης των τραπεζών θα φύγει από τη σύγκριση της ενσώματης καθαρής θέσης με την κεφαλαιοποίηση και θα προσαρμοστεί στην επαναλαμβανόμενη κερδοφορία. Οι τράπεζες έχουν αποκτήσει καλύτερη ορατότητα για τα οργανικά τους έσοδα και παρά το γεγονός ότι απέφυγαν να δώσουν εκτιμήσεις για το 2023 έχουν αυξήσει τον βαθμό της προβλεπτικής τους ικανότητας σε σχέση με το παρελθόν.
Επομένως η νέα διαφοροποίηση στη συμπεριφορά των τραπεζών δεν θα συνδεθεί τόσο με την εξυγίανση του ισολογισμού τους αλλά με την απόδοση των κεφαλαίων τους. Όσες καταφέρουν να έχουν διψήφιο ποσοστό απόδοσης σε σχέση με τα κεφάλαια τους οφείλουν να κινηθούν προς τον ευρωπαϊκό μέσο όρο αποτίμησης ήτοι 0,7 φορές την καθαρή θέση.
Τέλος, η εξέλιξη της φετινής χρήσης θα δώσει στον κλάδο άνετο πλεονέκτημα για τα τεστ αντοχής του 2023 και ένα καλό επιχείρημα για να υποστηρίξουν το αίτημα διανομής μερίσματος. Μετά από 12 χρόνια δυσκολιών και τεράστιας ανάλωσης πόρων και κεφαλαίων μπορούμε να μιλάμε για στροφή της κερδοφορίας των τραπεζών και επιστροφή στην κανονικότητα. Αν μη τι άλλο χρηματιστηριακά ο κλάδος έχει τις προϋποθέσεις να απευθυνθεί σε επενδυτές με μακροπρόθεσμο προφίλ και ποιοτικότερα χαρακτηριστικά.
Πού διαπραγματεύονται σε σχέση με την καθαρή τους θέση οι Ελληνικές Τράπεζες