Του Γιώργου Φιντικάκη
Τo στοίχημα της ανάπτυξης στην πράξη καλείται να κερδίσει τους επόμενους μήνες η ελληνική οικονομία, η οποία εισέρχεται στα δύσκολα, δηλαδή την εφαρμογή πάνω στη δύστροπη πραγματικότητα όλων εκείνων των μεταρρυθμίσεων και φορολογικών αλλαγών που δρομολογεί η κυβέρνηση.
Στην αφετηρία περιμένουν μικρά και μεγάλα έργα, που πλέον ξεμπλοκάρουν, μετά την αλλαγή του κλίματος και την πτώση του κόστους δανεισμού, και τα οποία αθροίζουν συνολικά επενδύσεις πάνω από 10 δισ. ευρώ, με ορίζοντα υλοποίησης μέσα στα επόμενα τρία με τέσσερα χρόνια. Τα πάντα θα κριθούν από τον βαθμό ευκολίας της οικονομίας να αφομοιώσει τις μικρές και μεγάλες αλλαγές στο επιχειρηματικό και φορολογικό περιβάλλον, αλλά και από την προσήλωση της κυβέρνησης στις μεταρρυθμίσεις, καθώς είναι προφανές ότι μια χώρα δεν αλλάζει μέσα σε έξι ή δώδεκα μήνες.
Το κάρο των επενδύσεων τραβά, όπως είναι φυσιολογικό, ο τουρισμός, όπου την περίοδο αυτή δρομολογούνται επενδυτικά σχέδια συνολικού ύψους πάνω από 5 δισ. ευρώ, ενώ τον ακολουθεί η ενέργεια, όπου η στρατηγική απόφαση της κυβέρνησης για ολική απολιγνιτοποίηση της χώρας έως το 2028 και στροφή στις ΑΠΕ απελευθερώνει ένα μπαράζ επιχειρηματικών πρωτοβουλιών. Σωρευτικά, τα κεφάλαια που αναμένεται να επενδυθούν στον χώρο την επόμενη τετραετία, τόσο στις ΑΠΕ όσο και σε νέες μονάδες φυσικού αερίου, όπως και σε διασυνδέσεις νησιών, υπολογίζονται με συντηρητικές εκτιμήσεις σε πάνω από 3 δισ ευρώ.
Τέλος, στις υποδομές, μόνο από λιμάνια και αεροδρόμια αθροίζεται ένα ποσό πάνω από 2,5 δισ. ευρώ, με το σήμα να δίνουν η αποκρατικοποίηση του «Ελευθέριος Βενιζέλος», η μεγάλη επένδυση στο Καστέλι Ηρακλείου και τα έργα στον ΟΛΠ. Το ζητούμενο είναι η ταχύτητα με την οποία θα τρέξουν όλα τα παραπάνω, καθώς η κυβέρνηση μπορεί μέχρι τώρα να έχει κερδίσει τις εντυπώσεις, αλλά η πραγματικότητα είναι πολύ πιο σύνθετη.
Το βάρος πέφτει στον τουρισμό
Αιχμή του δόρατος στον χώρο του τουρισμού αποτελεί το Ελληνικό, όπου μέσα στην επόμενη πενταετία (2020-2025), πρόκειται να επενδυθούν ποσά 2 δισ. ευρώ, διπλάσια δηλαδή από εκείνα στο αρχικό πλάνο (1,1 δισ.). Στόχος είναι μέχρι το 2025 να έχει ολοκληρωθεί η ανάπλαση όλου του παραλιακού μετώπου, το 30% του πάρκου, όπως και των υποδομών.
Τα έργα στο πρώην αεροδρόμιο αφορούν προφανώς τη μερίδα του λέοντος από τα περίπου 5 δισ. ευρω μεγάλων τουριστικών επενδύσεων που βρίσκονται αυτή τη στιγμή στα σκαριά. Στη συντριπτική τους πλειονότητα πρόκειται για σχέδια που χρονολογούνται ακόμα και από τα χρόνια πριν ξεσπάσει η οικονομική κρίση και τώρα αναβιώνουν ξανά.
Δεν λείπουν όμως και οι αμιγώς νέες επενδύσεις, όπως η απόφαση της αμερικανικής Blackstone να εξαγοράσει έναντι 179 εκατ. ευρώ πέντε ξενοδοχεία της Lοuis στην Ελλάδα -χωρίς να συνυπολογίζουμε τις δαπάνες ανακαίνισης-, η επέκταση της Wyndham στη Ρόδο, οι σχεδιασμοί της Hyatt, αλλά και το σύνθετο συγκρότημα (ξενοδοχείο-κατοικίες), ύψους 120 εκατ. ευρώ, της NCH Capital, στην τοποθεσία Ερημίτης της Κασσιόπης στην Κέρκυρα, που παίρνει μπροστά έπειτα από επτά χρόνια φαγούρας και εμπλοκών.
Στα χνάρια της Κασσιόπης βαδίζουν πολλές άλλες περιπτώσεις, που εσχάτως ξεμπλόκαραν από τα γρανάζια της γραφειοκρατίας, όπως στην Ελούντα και την Ιθάκη. Το Elounda Hills, συμφερόντων του Ρώσου επενδυτή Β. Μπορίσοφ, αφορά την ανάπτυξη σε έκταση 1.000 στρεμμάτων, πεντάστερης ξενοδοχειακής μονάδας και μαρίνας, συνολικού προϋπολογισμού 450 εκατ. ευρώ. Η τουριστική επένδυση στην Ιθάκη («Ithaca Odyssey»), του Ελληνοαυστραλού Τζ. Μολφέση, προβλέπει τη δημιουργία, σε έκταση 1.550 στρεμμάτων, παραθαλάσσιου οικισμού, ξενοδοχείων και μαρίνας, ύψους άνω των 300 εκατ. ευρώ.
Στα παραπάνω πρέπει να προστεθούν projects, πολλά εκ των οποίων ακούσθηκαν για πρώτη φορά πριν από την έναρξη της κρίσης του 2008, ενώ κάποια άλλα είναι σχετικά νέα: Η έναρξη των έργων στην Αφάντου Ρόδου για γκολφ και μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες (500 εκατ. ευρώ), η επένδυση-σίριαλ της βρετανικής Minoan Group Plc για την αξιοποίηση έκτασης 25.000 στρεμμάτων στο Κάβο Σίδερο Σητείας, που βρίσκεται στο τελικό στάδιο των αδειοδοτήσεων, τα δύο νέα τουριστικά καταλύματα της Dolphin Capital Investors, σε Ερμιονίδα (400 εκατ. ευρώ) και Κέα (150 εκατ.), αλλά και το Atalanti Hills, ύψους 1,5 δισ. ευρώ, στο Δήμο Λοκρών Φθιώτιδας, που αφορά την ανάπτυξη πεντάστερων ξενοδοχείων και κατοικιών, περίπου 9.000 κλινών.
Η απολιγνιτοποίηση στρώνει τον δρόμο σε φυσικό αέριο, ΑΠΕ
Στον χώρο της ενέργειας, οι πιο συντηρητικές εκτιμήσεις αναφέρουν ότι μέσα στην επόμενη τετραετία θα τοποθετηθούν στην ελληνική αγορά κεφάλαια τουλάχιστον 3 δισ. ευρώ. Τα ποσά «σπάνε» ισόποσα στα τρία, σε διασυνδέσεις νησιών, νέες μονάδες φυσικού αέριου και έργα ΑΠΕ.
Εξάλλου, μέχρι το τέλος της επόμενης δεκαετίας, ένας συνδυασμός επενδύσεων σε ανανεώσιμες πηγές, φυσικό αέριο και εξοικονόμηση ενέργειας στα κτίρια, θα πρέπει να καλύψει το τεράστιο κενό που αφήνει η απόσυρση του λιγνίτη το 2028. Ενα κενό που μεταφράζεται σε... 9 εκατομμύρια μεγαβατώρες.
Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι οι επενδύσεις σε ΑΠΕ θα πρέπει να ξεπεράσουν τα 32 δισ. ευρώ μέχρι το 2030, τα οποία προέβλεπε το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα του ΣΥΡΙΖΑ, όταν αυτό εκπονήθηκε το 2018. Στην ουσία μιλάμε για επενδύσεις που, μόνο στα αιολικά, αναμένεται να κυμανθούν γύρω στα 1-1,2 δισ. ευρώ μέσα στην επόμενη πενταετία, όπως λένε φορείς της πράσινης αγοράς.
Σημαίνουν επίσης όλες αυτές οι αλλαγές ότι θα εμφανισθούν τα επόμενα χρόνια νέες μονάδες φυσικού αερίου, του καυσίμου που θεωρείται απαραίτητο για τη μετάβαση στην απανθρακοποίηση, και το οποίο θα είναι ο μεγάλος κερδισμένος της εποχής που ξημερώνει στην ενέργεια. Το σβήσιμο των φουγάρων της ΔΕΗ αλλάζει τις εκτιμήσεις για τη ζήτηση και μια έκρηξη της κατανάλωσης μεταφράζεται σε ανάγκη τόσο για νέες μονάδες όσο και για χώρους αποθήκευσης, όπως ο πλωτός σταθμός στα ανοιχτά του λιμένα της Αλεξανδρούπολης.
Το τάιμινγκ της επένδυσης της νέας μονάδας της Mytilineos, ύψους άνω των 300 εκατ. ευρώ και ισχύος 826 MW, στη Βοιωτία, δεν είναι τυχαίο. Ούτε τυχαίο φυσικά είναι ότι όλοι οι μεγάλοι της ενέργειας, μαζί με κάποιους μικρότερους, έχουν καταθέσει αιτήσεις ή έχουν εξασφαλίσει άδειες για νέες μονάδες φυσικού αερίου. Η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ δρομολογεί μονάδα στην Κομοτηνή (660 MW), ο όμιλος Κοπελούζου στη ΒΙΠΕ Αλεξανδρούπολης (662 MW), η Elpedison στη Θεσσαλονίκη (826 MW), ενώ άδεια έχει εξασφαλίσει και η ΚΕΝ του Ομίλου Καράτζη για τη Λάρισα (660 ΜW).
Τις ευκαιρίες που δημιουργεί το κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων και η δέσμευση Μητσοτάκη για συμμετοχή των ανανεώσιμων πηγών σε ποσοστό 35% της τελικής κατανάλωσης ενέργειας, μέχρι το 2030, βλέπουν και οι παίκτες των ΑΠΕ, Ελληνες και ξένοι.
Το τάιμινγκ αυτό, μαζί με τις εξελίξεις στις υποβρύχιες διασυνδέσεις των νησιών (Κυκλάδες, Κρήτη, Δωδεκάνησα, Β.Αιγαίο), βλέπει ο όμιλος ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, που τρέχει ένα επενδυτικό σχέδιο άνω του 1 δισ. ευρώ, για έργα στην πράσινη ενέργεια, όπως τα δύο πολύ μεγάλα projects αντλησιοταμίευσης στο Αμάρι της Κρήτης και την Αμφιλοχία, συνολικού ύψους 780 εκατ. ευρώ.
Την ίδια συγκυρία θέλει να εκμεταλλευτεί η ιταλική Enel Green Power, που θέτει σε λειτουργία ένα από τα μεγαλύτερα συμπλέγματα αιολικών πάρκων στα Βαλκάνια, ύψους 300 εκατ. ευρώ, στον Καφηρέα Ευβοίας, το οποίο εγκαινίασε την Τρίτη ο πρωθυπουργός.
Τα παραπάνω επίσης βλέπει η RWE, ο επικεφαλής της οποίας μετέφερε στον Κ.Μητσοτάκη το ενδιαφέρον όχι μόνο για πράσινες επενδύσεις, αλλά και για συμμετοχή στο εγχείρημα απολιγνιτοποίησης της ΔΕΗ, μέσα από μεταφορά τεχνογνωσίας που έχει αποκτήσει στη Γερμανία, κατά την εκεί διαδικασία της απανθρακοποίησης.
Ταυτόχρονα με τα παραπάνω, η αγορά ανοίγει και το κράτος αποχωρεί από κρίσιμες ενεργειακές υποδομές, μέσα από ιδιωτικοποιήσεις, με χαρακτηριστικές τις περιπτώσεις των ΔΕΔΔΗΕ, ΕΛΠΕ και ΔΕΠΑ. Στις δύο πρώτες περιπτώσεις, το μοντέλο έχει ακόμη αρκετό δρόμο για να αποφασιστεί, ωστόσο στη ΔΕΠΑ πλησιάζει η στιγμή κατάθεσης στη Βουλή του σχετικού νόμου, ενώ είναι πολύ πιθανό οι διαγωνισμοί για την Εμπορία και τις Υποδομές να τρέξουν παράλληλα. Τόσο στα δίκτυα όσο και στην εμπορία, μπορεί να πουληθεί ακόμη και το 65%, δηλαδή το σύνολο της συμμετοχής του Δημοσίου.
Μεταφορές: Το σήμα δίνουν «Ελ. Βενιζέλος», Καστέλι, ΟΛΠ
Τρίτο μεγάλο στοίχημα της ανάπτυξης αφορά τις μεταφορές, δηλαδή λιμάνια και αεροδρόμια. Εδώ ξεχωρίζει ο Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών, που με πολλά ρεκόρ επιβατικής κίνησης τα τελευταία χρόνια, και με επενδυτικό πρόγραμμα ύψους 3 δισ. ευρώ για την προσεχή δεκαετία, αποτελεί το μεγαλύτερο φιλέτο του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων. Μια πρώτη εικόνα για την έκταση του ενδιαφέροντος θα υπάρξει σε περίπου δέκα ημέρες, δηλαδή στις 29 Οκτωβρίου, οπότε και εκπνέει η προθεσμία εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την αγορά ποσοστού 30% που κατέχει το Δημόσιο.
Τα δύο άλλα μεγάλα projects στον συγκεκριμένο τομέα είναι τα έργα αναβάθμισης των περιφερειακών αεροδρομίων, ύψους 415 εκατ. ώς το 2021, που τρέχει η Fraport, και η κατασκευή του νέου αερολιμένα στο Καστέλι του Ηρακλείου, επένδυση ύψους 1,5 δισ., που έχουν αναλάβει από κοινού ο ινδικός όμιλος της GMR, από κοινού με τη ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ.
Στα λιμάνια, ξεχωρίζει φυσικά το επενδυτικό πρόγραμμα του ΟΛΠ, το οποίο εγκρίθηκε αλλά με δόσεις -το πράσινο φως αφορά έργα 611,8 εκατ. ευρώ, ωστόσο κόπηκαν προς το παρόν projects 350 εκατ.- αλλά και η επικείμενη παραχώρηση των λιμένων Αλεξανδρούπολης και Καβάλας, εντός του πρώτου τριμήνου του 2020. Τα δύο λιμάνια εκτιμάται ότι μπορούν να λειτουργήσουν συμπληρωματικά ως προς τις δραστηριότητές τους. Το επενδυτικό ενδιαφέρον ειδικά για την Αλεξανδρούπολη είναι αυξημένο και στο ΤΑΙΠΕΔ εκτιμούν ότι μετά τη συμφωνία αμοιβαίας αμυντικής συνεργασίας (MDCA) Ελλάδας - ΗΠΑ, η οποία προβλέπει τη χρήση μέρους των υποδομών στο συγκεκριμένο λιμάνι από τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις, η αξία του αναβαθμίζεται, καθώς εξασφαλίστηκε ένα σταθερό σημαντικό ετήσιο έσοδο.
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο Παρασκευής 18 Οκτωβρίου