Του Γιώργου Φιντικάκη
Στο άγνωστο κινείται ο δεύτερος διαγωνισμός πώλησης των λιγνιτικών μονάδων Μεγαλόπολη και Μελίτη της ΔΕΗ λίγα μόλις εικοσιτετράωρα πριν την καταληκτική ημερομηνία της 28ης Μαΐου για την κατάθεση δεσμευτικών προσφορών, και ενώ προφανώς τα πάντα θα κριθούν από το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών.
Ένα αποτέλεσμα που θα δρομολογήσει άμεσα πολιτικές εξελίξεις και την προκήρυξη πρόωρων εθνικών εκλογών, θα ακυρώσει αυτόματα το διαγωνισμό, και θα μεταθέσει τις όποιες αποφάσεις για την ΔΕΗ στα χέρια της επόμενης κυβέρνησης.
Ανεξάρτητα πάντως από τις πολιτικές εξελίξεις, η εικόνα προσομοιάζει σε αρκετά σημεία με εκείνη του πρώτου άγονου διαγωνισμού, με αρκετούς να εκτιμούν ότι ο κίνδυνος ενός νέου ναυαγίου είναι πολύ πιθανός. Σε μια τέτοια περίπτωση θα επανέλθουν στο τραπέζι τα σενάρια πώλησης της «Μικρής ΔΕΗ» και των υδροηλεκτρικών, και η κυβέρνηση, εφόσον δεν προκηρυχθούν άμεσα εθνικές εκλογές, θα επιχειρήσει μέσα από διαπραγματεύσεις με τις Βρυξέλλες να κερδίσει χρόνο έως την ημερομηνία διεξαγωγής τους, τον Οκτώβριο.
Το τοπίο συνεχίζει να είναι γεμάτο αγκάθια και οι προοπτικές επιτυχίας ενός υψηλού τιμήματος αρκετά μικρές, μετά και την προ ημερών αποχώρηση των Τσέχων της Sev.En.Energy. Η εταιρεία που στην προηγούμενη άγονη διαδικασία του Μαρτίου είχε καταθέσει δεσμευτική προσφορά με ειδικούς όρους σε κοινοπραξία με την ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ, προ ημερών έκανε γνωστό ότι προέβη στην εξαγορά δύο ανθρακικών μονάδων, ισχύος 516 MW και μιας φυσικού αερίου 64 MW, καταβάλλοντας συνολικά 280 εκατ. ευρώ στην ελβετική Alpig. Η κίνηση έστειλε ένα σαφές μήνυμα ότι η Sev. En.Energy δεν ενδιαφέρεται πλέον για την ελληνική αγορά. Το γεγονός ότι οι Τσέχοι επέλεξαν στην πιο κρίσιμη «στροφή» αυτού του δεύτερου διαγωνισμού να γυρίσουν την πλάτη στη ΔΕΗ, αξιολογώντας αρνητικά το γεγονός ότι το αίτημά τους, για επιμερισμό του ρίσκου των CO2, απορρίφθηκε λόγω ασυμβατότητας με το κοινοτικό δίκαιο και δεν συμπεριελήφθη στους όρους, λέει από μόνο του πολλά.
Την ίδια απόφαση, να μην συμμετάσχουν, λέγεται ότι έχει λάβει και η ΕΛΒΑΛΧΑΛΚΟΡ, της οποίας οι προσπάθειες να συμμετάσχει σε κοινοπραξία με άλλους παίκτες για να διεκδικήσουν από κοινού τις μονάδες της ΔΕΗ, δεν φαίνεται να ευοδώθηκε. Εξαιρετικά επιφυλακτικό εμφανίζεται από την πλευρά του, το ελληνοκινεζικό σχήμα Κοπελούζου-CHN Energy, τείνοντας προς την μη συμμετοχή, όπως είχε κάνει και στον πρώτο διαγωνισμό. Σκεπτικισμό αποπνέει και η στάση των δύο αμιγώς ελληνικών υποψηφιοτήτων, αυτών της ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ και της Μυτιληναίος, δίχως ωστόσο να αποκλείεται η υποβολή εκ μέρους τους προσφορά, αγνώστου όμως ύψους. Σημειωτέον ότι στον πρώτο διαγωνισμό, η Μυτιληναίος ήταν η μοναδική εταιρεία που είχε καταθέσει έγκυρη προσφορά, μόνο όμως για την μονάδα της Μελίτης, και με τίμημα ύψους 25 εκατ ευρώ.
Τα παραπάνω δείχνουν ότι αποτελεί κοινή εκτίμηση των υποψηφίων πως οι μονάδες, παρά τα περί του αντιθέτου λεγόμενα από την ΔΕΗ, συνεχίζουν να είναι ζημιογόνες, καθώς και ότι αμφισβητούν μια σειρά από βασικά μεγέθη που συνδέονται με την βιωσιμότητά τους. Αν και η νέα σύμβαση αγοραπωλησίας μετοχών (SPA) που βρίσκεται στην διάθεση των δυνητικών διεκδικητών, υπέστη αλλαγές σε σχέση με την αρχική, εντούτοις η γενικότερη αίσθηση είναι ότι ελάχιστα πράγματα δικαιολογούν τιμήματα πολύ διαφορετικά από τα πρώτα.
Χαμηλά κρατούν τον «πήχη» για την πορεία του διαγωνισμού η πλευρά τόσο της ΔΕΗ, όσο και του υπουργείου Ενέργειας. Η μεν διοίκηση της ΔΕΗ γνωρίζει ότι θα βρεθεί ενώπιον είτε χαμηλών προσφορών, τις όποιες δύσκολα θα μπορέσει να αποδεχθεί, είτε ενός δεύτερου ναυαγίου, το οποίο θα δρομολογήσει την έναρξη της συζήτησης για την επόμενη ημέρα, με υιοθέτηση δραστικών μέτρων, όπως πώληση υδροηλεκτρικών, κλπ. Το υπουργείο Ενέργειας από την πλευρά του θα ήθελε να ξεμπερδέψει η ΔΕΗ με τις υποχρεώσεις της απέναντι στην DG Comp, ακόμη και αν αυτό θα σήμαινε πώληση των μονάδων σε χαμηλό τίμημα. Γνωρίζει ωστόσο, ότι υπό τις παρούσες πολιτικές συνθήκες, κάτι τέτοιο δεν θα ήταν εφικτό.
Τα παραπάνω φυσικά δεν είναι παρά σενάρια, καθώς αν το αποτέλεσμα της ευρωκάλπης τροφοδοτήσει άμεσα πολιτικές εξελίξεις, εννοείται ότι ο διαγωνισμός αυτόματα θα παγώσει, ακόμη και αν κάποιοι από τους υποψηφίους ήταν διατεθειμένοι να υποβάλουν προσφορές- έκπληξη. Τα πάντα δείχνουν ότι το κεφάλαιο «λιγνίτες» θα ενταχθεί σε ένα ευρύτερο πλαίσιο που θα αφορά στο άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρισμού, και την αναδιάρθρωση της ΔΕΗ, τα οποία θα κληθεί να συζητήσει εκ του μηδενός με τις Βρυξέλλες η επόμενη κυβέρνηση.