Οι περισσότεροι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι η αύξηση του πληθωρισμού θα είναι παροδική. Αποτέλεσμα της απότομης αύξησης της ζήτησης μετά την πανδημία που από του χρόνου θα υποχωρήσει. Το ίδιο πιστεύει και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος. Αλλά σε επιμέρους τομείς, όπως η ενέργεια, οι αυξήσεις τιμών, απόρροια συνδυασμού παραγόντων, φαίνεται ότι ήρθαν για να μείνουν. Και το ερώτημα, καθώς έρχεται ο χειμώνας είναι για πόσο καιρό θα βάζουμε βαθύτερα το χέρι στην τσέπη.
Οι οικονομολόγοι καθησυχάζουν. Μιλούν για ανισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης που σύντομα θα διορθωθεί. Απόρροια των αποδιαρθρωμένων από την πανδημία εφοδιαστικών αλυσίδων και της ανέτοιμης παγκόσμιας προσφοράς να εξυπηρετήσει την πρωτοφανή έκρηξη της ζήτησης, οι αυξήσεις, λένε, ήταν φυσικό επακόλουθο, αλλά δεν θα είναι μόνιμες. Μπορεί το μεταπανδημικό καλάθι, τα ακίνητα, τα αυτοκίνητα, οι ηλεκτρικές συσκευές, όλα παγκοσμίως να ανεβαίνουν, αλλά το φαινόμενο θα έχει διάρκεια μερικούς μήνες.
Με εξαίρεση μάλλον τις τιμές στο ρεύμα. Το τοπίο που διαμορφώνεται πανευρωπαϊκά στον χώρο μοιάζει με μια τέλεια καταιγίδα, καθώς η εκτίναξή τους δεν είναι μόνο συγκυριακή, ούτε οφείλεται μόνο σε εκτίναξη της ζήτησης. Η απόφαση της Ευρώπης για μηδενικούς ρύπους το 2050 που πυροδότησε ως αναμενόταν ράλι στις τιμές των δικαιωμάτων CO2, συνέπεσε χρονικά με την έξοδο της παγκόσμιας οικονομίας από την πανδημία, την κούρσα στις τιμές φυσικού αερίου και τη πολιτική της Ρωσίας να επιβραδύνει τις παραδόσεις της στην Ευρώπη, ενδεχομένως για να πιέσει τις Βρυξέλλες να άρουν τις επιφυλάξεις τους για το νεόκοπο αγωγό Nord Stream. Μείγμα που πυροδότησε τέτοιας κλίμακας ανατιμήσεις για τις οποίες ουδείς είχε προετοιμαστεί, εκτινάσσοντας το CO2 από τα χαμηλά των 25 ευρώ του 2019 σε πάνω από 60 ευρώ τον τόνο σήμερα (121%) και το φυσικό αέριο από τα 25 ευρώ το Μάιο στα 48 ευρώ η μεγαβατώρα (90%). Μείγμα που στην Ελλάδα ήταν ακόμη πιο εκρηκτικό, καθώς συνέπεσε με τις συνθήκες υψηλής ζήτησης από το παρατεταμένο καύσωνα του Αυγούστου, με αποτέλεσμα η τιμή χονδρικής να εκτιναχθεί στα υψηλότερα επίπεδα της ΕΕ, δηλαδή στα 121 ευρώ η μεγαβατώρα. Αύξηση 120% από την αρχή του έτους.
Στην Τράπεζα της Ελλάδος, αναγνωρίζουν το πρόβλημα, ωστόσο θεωρούν ότι ακόμη και οι αυξήσεις στο ρεύμα, είναι συγκυριακές και ότι θα εξισορροπηθούν από άλλα προϊόντα και υπηρεσίες που δεν κινούνται ανοδικά. Σύμφωνα με τη διοίκηση, δεν υπάρχουν ανατιμήσεις, ικανές να φρενάρουν την αυξητική δυναμική της ιδιωτικής κατανάλωσης ή το στόχο για τον πληθωρισμό, σχεδόν μηδενικός για φέτος και μόλις 1% του χρόνου. «Απέχουμε παρασάγγας από το 2% σε ετήσια βάση, οπότε και θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για ανησυχητικές εξελίξεις», τονίζουν οι ίδιες πηγές, και μιλούν για προσωρινές πιέσεις σε βασικά καταναλωτικά αγαθά.
Τούτο δεν σημαίνει ότι τα όσα συμβαίνουν τους τελευταίους μήνες με τις διεθνείς τιμές του καφέ, της ζάχαρης, των σιτηρών, του ρυζιού, των ζωοτροφών και των τυροκομικών δεν αποτυπώνονται και σε βασικά τρόφιμα στην Ελλάδα ή ότι δεν θα ενταθούν προσεχώς. Απλώς, εκτιμάται ότι αυξήσεις σαν αυτές θα έχουν ημερομηνία λήξης και δεν θα επηρεάσουν συνολικά την κατανάλωση, φρενάροντας την μεγάλη της δυναμική. Σαν αποτέλεσμα, η Τράπεζα της Ελλάδας πρόκειται να αναθεωρήσει τις εκτιμήσεις για την φετινή ανάπτυξη κοντά στο 5%.
Αλλά ακόμη και αν το ενεργειακό πρόβλημα δεν πλήξει αισθητά τον πληθωρισμό και τις καταναλωτικές δαπάνες των Ελλήνων και αποδειχθεί ζήτημα μερικών μηνών, πολιτικά μόνο αμελητέο δεν είναι. Αύξηση κάθε μήνα 10 ευρώ στο ρεύμα, διάθεση 25% ακριβότερα από πέρυσι του πετρελαίου θέρμανσης και ενόψει ανατιμήσεων πιέσεων στα ράφια των σούπερ μάρκετ, είναι προφανείς οι αρνητικές επιπτώσεις για τα εισοδήματα και το κλίμα στην οικονομία.
Από τη Γερμανία ως την Ισπανία και από την Ολλανδία ως την Ιταλία, οι αυξήσεις μεταφέρονται σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Στην Ελλάδα, στο σκέλος της ενέργειας καταγράφονται ανατιμήσεις 30%-50% που στο τελικό λογαριασμό μεταφράζονται σε αυξήσεις 13%-15%.
Το φαινόμενο προκαλεί πανευρωπαϊκό σοκ, κυβερνήσεις εισηγούνται στην Κομισιόν να λάβει μέτρα και θεωρείται βέβαιο ότι θα υπάρξουν ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες αποκλιμάκωσης των ενεργειακών τιμών, αλλά και πιέσεις προς τη Ρωσία να αλλάξει στρατηγική. Δίχως παρεμβάσεις σε κορυφαίο ευρωπαικό επίπεδο θα δημιουργηθούν εκρηκτικές συνθήκες με κοινωνικές προεκτάσεις ειδικά σε χώρες που βιώνουν αυξήσεις ακόμη μεγαλύτερες απ’ ότι η Ελλάδα, όπως η Βουλγαρία. Εκεί, οι τιμές χονδρικής έχουν αυξηθεί στα 100 ευρώ η μεγαβατώρα. Εχουν δηλαδή εκτιναχθεί πάνω από 230%. Τυχόν διατήρησή τους επί μακρόν στα σημερινά επίπεδα δημιουργεί συνθήκες χρεοκοπίας για μια χώρα μαθημένη να ζει με τιμές χονδρικής στα 30 ευρώ.