Βγαίνοντας από μία υγειονομική κρίση, η χώρα μας σκοντάφτει πάνω σε ακόμη μία οικονομική κρίση. Θέλοντας και μη, ξυπνούν μνήμες από την παρατεταμένη μνημονιακή περίοδο. Μόνο αν η χώρα αποδείξει ότι έχει διδαχθεί από τα λάθη της και συμπεριλάβει στο νέο παραγωγικό μοντέλο που σχεδιάζει για την επόμενη ημέρα "καλές πρακτικές" από άλλα κράτη, τότε μόνο θα ξεπεράσει τον ύφαλο.
Στην λογική αυτή επανέρχεται η κουβέντα για το ρόλο της βιομηχανίας, της οποίας η συμμετοχή δεν ξεπερνά σήμερα το 10% έναντι για παράδειγμα 19% στην Πορτογαλία, η οποία προ μερικών δεκαετιών αποφάσισε να επενδύσει στρατηγικά στην μεταποίηση.
Για την ακρίβεια, εξάγει βιομηχανικά προϊόντα, αξίας 53 δισ. ευρώ, όταν στην Ελλάδα οι αντίστοιχες εξαγωγές κυμαίνονται στα 30 δισ. ευρώ, σύμφωνα με παλαιότερη μελέτη του ΣΕΒ. Χάριν αυτής της βιομηχανικής εξωστρέφειας, το 17% των εργαζομένων εργάζεται σε βιομηχανικές επιχειρήσεις, έναντι 9% στην Ελλάδα. Αντίστοιχα, ωφελούνται και μεσαίου και μικρού μεγέθους επιχειρήσεις που συνεισφέρουν το 57% των εξαγωγών, έναντι 45% στην περίπτωση της χώρας μας.
Υπενθυμίζεται πως δεν είναι η πρώτη φορά που συγκρίνονται τα δύο κράτη. Προ διετίας, περίπου, ο ΣΕΒ είχε καταρτίσει ειδική μελέτη με τίτλο: «Ελλάδα-Πορτογαλία: Σημειώσατε 2 ή Πώς η Πορτογαλία ξεπέρασε κατά 15 δισ. ευρώ το ΑΕΠ της Ελλάδας; Απλά μαθήματα διαχείρισης οικονομικών κρίσεων».
Βάσει του τότε report, το στοίχημα της ιδιοκτησίας των μεταρρυθμίσεων κερδήθηκε ξεκάθαρα για την Πορτογαλία και η ταχύτητα εξόδου από το πρόγραμμα προσαρμογής συνδέθηκε με την μεταρρυθμιστική ταχύτητα. Ως αποτέλεσμα, ολοκλήρωσε το μνημονιακό της πρόγραμμα ένα χρόνο νωρίτερα απ' ότι στην Ελλάδα, για την οποία χρειάστηκαν ακόμη δύο προγράμματα, ενώ παράλληλα ήταν ορατός και ο κίνδυνος του Grexit.
Στην Πορτογαλία η ενίσχυση της βιομηχανικής βάσης και η εξωστρέφεια έγιναν τα οχήματα ανάπτυξης και δημιουργίας νέων θέσεων και καλά αμειβόμενων εργασίας.
Από τα παραπάνω, καταδεικνύεται πως ο ρόλος της βιομηχανίας στην προσπάθεια της Ελλάδας να μπει σε αναπτυξιακή τροχιά, μπορεί να αποδειχθεί καταλυτικός. Άλλωστε, όπως έχει δηλώσει και ο αρμόδιος υφυπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Νίκος Παπαθανάσης: «Βρισκόμενοι, μπροστά στην επανεκκίνηση και στην επόμενη ημέρα μετά τον COVID-19 και ανατρέχοντας πίσω σε αυτή τη φάση είδαμε ότι ένα από τα βασικά στοιχεία που κράτησαν την πατρίδα μας σε τόσο υψηλό επίπεδο ήταν ότι δεν διεκόπη καμία στιγμή η ροή της τροφοδοσίας της αγοράς, η μεταποίηση, η βιομηχανία, τα logistics».
Από την πλευρά τους, εκπρόσωποι του κλάδου προτείνουν στην κυβέρνηση να τεθεί η μεταποιητική δραστηριότητα και η βιομηχανία στην πρωτοπορία ενίσχυσης με έμπρακτο τρόπο, για να θωρακιστεί η πατρίδα μας από δυσάρεστες διεθνείς μελλοντικές αναταράξεις, όπως η πρόσφατη από την πανδημία.
Ο μακροπρόθεσμος στόχος που θέτουν οι βιομήχανοι είναι να αυξηθεί η συμμετοχή του κλάδου στο ΑΕΠ από 10%, σε 15%, μέσα στα επόμενα δέκα χρόνια. Εξέλιξη που θα μπορούσε να οδηγήσει σταδιακά στη δημιουργία 550.000 νέων, καλά αμειβόμενων και σταθερών θέσεων εργασίας στη χώρα.
Σαν στόχος είναι φιλόδοξος, ωστόσο η συγκυρία είναι η καλύτερη εδώ και πολλά χρόνια, διότι οι γεωπολιτικές αλλαγές δημιουργούν ευκαιρίες να μειωθεί η απόσταση των ευρωπαικών επιχειρήσεων από τις εφοδιαστικές αλυσίδες, εκ των οποίων κάποιες θα μπορούσαν να έρθουν πιο κοντά. Ταυτόχρονα το ευρωπαικό πακέτο προσφέρει μια τεράστια ευκαιρία.
Αλλά για να γίνουν τα παραπάνω πράξη, θα απαιτηθεί επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων που αφορούν, κυρίως, στην άρση των εμποδίων που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις, συγκροτημένη βιομηχανική πολιτική, εξασφάλιση ανταγωνιστικού κόστους ενέργειας, προσανατολισμός πόρων σε υποδομές, ιδιαίτερα ψηφιακές, κυκλικής οικονομίας, logistics κ.ό.κ.