Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Είναι η πρώτη «ετυμηγορία» του έτους, της νέας δεκαετίας και η πρώτη φορά που θα αξιολογηθούν οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας με βάση το πρώτο εξάμηνο της νέας διακυβέρνησης. Η Fitch θα ανακοινώσει το βράδυ της Παρασκευής 24 Ιανουαρίου την απόφασή της για την αξιολόγηση του ελληνικού αξιόχρεου και η αγορά δείχνει, σύμφωνα με αναλυτές, πως έχει προεξοφλήσει την αναβάθμιση του outlook σε θετικό. Όμως αν διαβάσει κάποιος προσεχτικά τα όσα έλεγε ο οίκος τον περασμένο Αύγουστο, θα καταλάβει ότι η Fitch είναι πολύ πιθανό να… σπρώξει την Ελλάδα πιο κοντά στην υψηλότερη κατηγορία.
Δεν αποκλείεται, λοιπόν, η Fitch να δώσει την πολυπόθητη αναβάθμιση προεξοφλώντας τις θετικές εξελίξεις των επόμενων μηνών. Αν η αξιολόγηση της Ελλάδας αναβαθμιστεί σε «ΒΒ», τότε θα απέχει δύο σκαλοπάτια από την επενδυτική βαθμίδα, όμως η Fitch έχει προγραμματίσει μόνο μία ακόμη αξιολόγηση μέσα στο 2020, που σημαίνει ότι πολύ δύσκολα θα ξεφύγουν τα ελληνικά ομόλογα από την κατηγορία «junk» μέσα στο έτος. Μία εξέλιξη που θα μπορούσε να ανατρέψει τα δεδομένα αυτά θα ήταν η συμφωνία με τους πιστωτές για χαμηλότερα πλεονάσματα.
Ένας λόγος που κάνει πιο πιθανή την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας του ελληνικού δημοσίου και όχι μόνο των προοπτικών της χώρας, είναι το γεγονός ότι η τελευταία φορά που η Fitch μας αναβάθμισε ήταν στις 10 Αυγούστου του 2018, λίγες ημέρες πριν ολοκληρωθεί το τρίτο μνημόνιο και η χώρα εισέλθει σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας. Από τότε μέχρι σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει δραματικά, κάτι που φαίνεται και στις αποδόσεις των ομολόγων.
Η χώρα έχει νέα κυβέρνηση και μια πιο φιλική προς την επιχειρηματικότητα ατζέντα. Έχει πετύχει τους στόχους του 2019 και παράλληλα έχουν εφαρμοστεί μειώσεις φόρων, προχωρούν μεταρρυθμίσεις που έχουν στόχο να προσελκύσουν ξένα επενδυτικά κεφάλαια και ο Ηρακλής για τη μείωση των «κόκκινων» δανείων κατά τουλάχιστον 40% είναι νόμος του κράτους.
Όπως τόνιζε η Fitch τον περασμένο Αύγουστο – όταν διατήρησε αμετάβλητη την αξιολόγηση της Ελλάδας σε «ΒΒ-» – το μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής που ακολουθούσε η προηγούμενη κυβέρνηση ήταν μη βιώσιμο καθώς η δημοσιονομική προσαρμογή από το 2016 και μετά βασίστηκε στην υπερβολική φορολόγηση και στην υποεκτέλεση των επενδύσεων. «Η νέα κυβέρνηση κληρονομεί την πρόκληση της εξισορρόπησης του μείγματος δημοσιονομικής πολιτικής χωρίς να επηρεάσει αρνητικά τη δέσμευση για τήρηση των στόχων που έχουν συμφωνηθεί με τους πιστωτές», σημειώνει η Fitch υπογραμμίζοντας ότι είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθούν οι στόχοι για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% και παράλληλα να μειώνονται οι φόροι. Όπως, όμως, αποδείχθηκε, η κυβέρνηση και έπιασε τους στόχους και μείωσε τους φόρους ενώ θετικές είναι οι προοπτικές και για τον προϋπολογισμό του 2020.
Όσον αφορά τις τράπεζες, η Fitch χαρακτήριζε θετικές τις προτάσεις του ΥΠΟΙΚ και της Τράπεζας της Ελλάδος για τη μείωση των NPEs, ωστόσο επισήμανε τις αβεβαιότητες που σχετίζονταν με τον χρονικό ορίζοντα εφαρμογής τους, τη συμμόρφωση με τους ευρωπαϊκούς κανόνες για την κρατική ενίσχυση αλλά και το βαθμό συμμετοχής των τραπεζών. Σήμερα, το τοπίο είναι αρκετά πιο ξεκάθαρο. Ο Ηρακλής έχει λάβει το «πράσινο φως» από την Κομισιόν – που σημαίνει ότι ο φόβος του να θεωρηθούν οι εγγυήσεις κρατική ενίσχυση εξαλείφθηκε - και μένει να δοθεί το zero risk weight από τον SSM έτσι ώστε να μην χρειαστούν επιπρόσθετες εγγυήσεις από πλευράς δημοσίου.
Αν επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες που θέλουν τον SSM να διευκολύνει τη λειτουργία του Ηρακλή, τότε αμέσως οι προοπτικές τόσο των τραπεζών όσο και της οικονομίας βελτιώνονται σημαντικά για το 2020 σε σύγκριση με τον περασμένο Αύγουστο. Επίσης, οι ελληνικές τράπεζες προχωρούν σε φιλόδοξες πρωτοβουλίες με στόχο τη βελτίωση των αποτελεσμάτων τους.