Τι φοβούνται και σε τι ελπίζουν από εδώ και πέρα οι τράπεζες;

Τι φοβούνται και σε τι ελπίζουν από εδώ και πέρα οι τράπεζες;

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη

Πόσο πιθανό είναι για την ελληνική οικονομία να ξεφύγει από τον θανάσιμο φαύλο κύκλο μετά από 8 χρόνια ύφεσης και να επιστρέψει σε ανάπτυξη το 2017, η οποία μάλιστα θα θυμίζει εποχές ευημερίας (σε επίπεδο αριθμών και όχι στις... τσέπες των πολιτών);

Οι προβλέψεις των τραπεζών για την ελληνική οικονομία περιέχουν ένα μείγμα ανησυχιών, κινδύνων αλλά και θετικών εξελίξεων, με τους επόμενους μήνες να κρίνονται καθοριστικοί για την επιστροφή στην ανάπτυξη. Όλοι «βλέπουν» ύφεση το 2016 και ισχυρή ανάπτυξη το 2017, που θα είναι το έτος κατά το οποίο αναμένονται πολύ σημαντικές εξελίξεις σε όλα τα επίπεδα. Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι για να αποτελέσει αφετηρία βιώσιμης ανάπτυξης το 2017, το πρόγραμμα θα πρέπει να εφαρμοστεί κατά γράμμα, η αξιολόγηση να κλείσει χωρίς καθυστερήσεις και οι πολιτικές που θα εφαρμοστούν να είναι αποτελεσματικές. Αυτό προκύπτει από τις παρουσιάσεις των αποτελεσμάτων α'' εξαμήνου των Alpha Bank, Τρ. Πειραιώς, Eurobank και ETE. 

Η Τρ. Πειραιώς προβλέπει ύφεση της τάξης του 1% στο σύνολο του 2016, καθώς εκτιμά ότι τα νέα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής ύψους 3,8 δισ. ευρώ στο δεύτερο εξάμηνο θα έχουν σαφέστατα αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα. Από την πλευρά τους οι αναλυτές της Alpha Bank «βλέπουν» την οικονομία να βγαίνει από την ύφεση στο β'' εξάμηνο του έτους, υποστηρίζοντας ότι οι δυσκολίες είναι πλέον διαχειρίσιμες και υπάρχουν ελπίδες ανάκαμψης. Προβλέπουν, μάλιστα, ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα αναπτυχθεί με ρυθμό 2,5% το 2017.

Η Eurobank αναφέρει ότι μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης, έχουν μπει οι βάσεις για τη σταδιακή έξοδο από την ύφεση, υπό την προϋπόθεση ότι η εφαρμογή του προγράμματος θα είναι πιστή, δίνοντας ελπίδες ανάκαμψης. Οι εκτιμήσεις της κάνουν λόγο για ύφεση 0,5% στο σύνολο του 2016 και 2,3% το 2017, με την ιδιωτική κατανάλωση να υποχωρεί 0,9% το 2016 και να ενισχύεται κατά 1,3% το 2017.

Οι ελπίδες αυτές βασίζονται σε μία σειρά εξελίξεων που αν πραγματοποιηθούν θα βελτιώσουν το κλίμα και θα οδηγήσουν αρχικά στη σταθεροποίηση των συνθηκών και εν συνεχεία στην ανάπτυξη. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα πρέπει να υπάρξουν νέες καθυστερήσεις σε κανένα μέτωπο (αξιολόγηση, μεταρρυθμίσεις, ιδιωτικοποιήσεις) και τα μέτρα που θα ληφθούν θα έχουν τα επιθυμητά αποτελέσματα.

Η αποπληρωμή των υποχρεώσεων του δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα, η σταθεροποίηση του οικονομικού κλίματος με επίκεντρο τον τουρισμό και η σταδιακή ένταξη των ελληνικών τίτλων στις πράξεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ενισχύουν την αισιοδοξία για τους επόμενους μήνες και κυρίως για το 2017. Η αναζωπύρωση της μεταποιητικής δραστηριότητας και οι πολύ θετικές προοπτικές του τουρισμού θα παίξουν κεντρικό ρόλο στην επιβεβαίωση του θετικού σεναρίου.

Οι τράπεζες, επίσης, εκτιμούν ότι μέσα στο 2017 οι αρνητικές επιπτώσεις από τα επιπρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα θα περιοριστούν. Η επιτυχής ολοκλήρωση των επόμενων αξιολογήσεων, η ομαλή εκταμίευση των δόσεων που απομένουν και η επιτάχυνση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων αναμένεται να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον ευνοϊκό προς την ανάπτυξη.

Σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις, η Alpha Bank σημειώνει ότι τα σημεία-κλειδιά για να δοθεί ώθηση στις επενδύσεις, από τη στιγμή που οι επενδύσεις στην αγορά ακινήτων – που αποτελούσαν την ατμομηχανή της οικονομίας πριν την κρίση – δεν αναμένεται να ανακάμψουν μεσοπρόθεσμα, είναι τρία: (α) η σωστή αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, (β) η επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και (γ) ο περιορισμός της αβεβαιότητας.

Καλά όλα αυτά, όμως υπάρχουν και οι κίνδυνοι που απειλούν να εκτροχιάσουν την οικονομία, οι οποίοι μόνο αμελητέοι δεν είναι. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των τραπεζών, η θετική συνεισφορά των εξαγωγών ενδέχεται να μην είναι αυτή που αναμενόταν στις αρχές του έτους, καθώς τους τελευταίους μήνες οι επιδόσεις σε αυτόν τον τομέα είναι αναιμικές. Την ίδια ώρα, η κατάρρευση του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης υποδεικνύει ότι οι δαπάνες των νοικοκυριών θα συνεχίσουν να διαμορφώνονται σε απογοητευτικά επίπεδα.

Οι κεφαλαιακοί περιορισμοί χαλάρωσαν οδηγώντας σε μικρή αύξηση των καταθέσεων όμως το μεγάλο στοίχημα παραμένει η πλήρης άρση των capital controls, η οποία εξαρτάται από το γενικότερο κλίμα. Μέχρι τότε η οικονομία θα περάσει από το μικροσκόπιο των Θεσμών και ο χρόνος ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις που θα έχουν τα μέτρα που θα εφαρμοστούν θα κρίνουν τη συνέχεια.

Η αγορά εστιάζει, επίσης, στις αναλύσεις της ΕΚΤ και του ΔΝΤ για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους που θα «ξεκλειδώσουν» εκτός από την ελάφρυνση του χρέους και τη συμμετοχή της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης με ξεκάθαρο όφελος για τις τράπεζες και την πραγματική οικονομία.

Τέλος, η διαχείριση των «κόκκινων» δανείων έχει τεράστια σημασία για τις τράπεζες, την πραγματική οικονομία και την κοινωνία. Τα πολύ ικανοποιητικά αποτελέσματα της Τρ. Πειραιώς και της Εθνικής στον τομέα αυτό δείχνουν το δρόμο, όμως το «απόθεμα» των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) παραμένει σε δυσθεώρητα επίπεδα. Με συντονισμένες ενέργειες και πιο επιθετική διαχείριση, η Τρ. Πειραιώς κατάφερε να μειώσει τα NPEs – στα οποία συγκαταλέγονται τα «κόκκινα» και τα ρυθμισμένα δάνεια – κατά 1 δισ. ευρώ τους τελευταίους εννέα μήνες.

Όμως το συνολικό βάρος των τραπεζών ξεπερνά τα 110 δισ. ευρώ και καθίσταται σαφές ότι μέσα στον επόμενο χρόνο η διαχείριση θα πρέπει να συνοδευτεί από την επιστροφή της οικονομίας σε ανάπτυξη για να επιταχυνθεί ο ρυθμός μείωσης. Ο στόχος μείωσης των NPEs κατά 40% μέσα στην επόμενη τριετία μοιάζει σήμερα αρκετά δύσκολος, με το 15% να εκτιμάται ότι θα επιτευχθεί μέσω πωλήσεων και ρευστοποιήσεων. Οι τράπεζες υποστηρίζουν ότι τα πράγματα θα κυλήσουν πιο ομαλά όταν ολοκληρωθεί το πλαίσιο διαχείρισης και γίνουν οι πρώτες κινήσεις, υπό την προϋπόθεση ξανά ότι θα βοηθήσει η ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας.