Στην τελική ευθεία εισέρχεται η διαδικασία αδειοδότησης των φορέων διεξαγωγής τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου στη χώρα μας. Η έγκριση του σχετικού κανονισμού από τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα την περασμένη εβδομάδα, αποτέλεσε το τελευταίο βήμα σε μια σειρά διαδοχικών βημάτων που έγιναν, τόσο από την προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, όσο και από την σημερινή, με στόχο η αγορά τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου στην Ελλάδα να λάβει μια ορθή κανονικότητα.
Ειδικότερα ο κανονισμός “Θέσπιση Κανονισμού Παιγνίων για τη Διοργάνωση και Διεξαγωγή Τυχερών Παιγνίων μέσω Διαδικτύου” (ΦΕΚ Β’ 3562/05.08.2020) ανοίγει το δρόμο για την (οριστική) αδειοδότηση των υφιστάμενων παρόχων, αλλά και νεοεισερχόμενοι στην αγορά. Η κυβέρνηση από τη διαδικασία αυτή, με βάση τις εκτιμήσεις που έγιναν στον Κρατικό Προϋπολογισμό του 2020, θα βάλει στο ταμείο περί τα 75 εκατ. Ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι αναμένονται τουλάχιστον 15 πάροχοι, καθένας από τους οποίους θα λάβει και τις δύο άδειες, μια για την διεξαγωγή τυχερών παιγνίων στοιχηματισμού (άδεια «Τύπου 1») και μια για την διεξαγωγή παιγνίων τύπου καζίνο (άδεια «Τύπου 2»).
Η άδεια «Τύπου 1» παρέχεται αντί 3 εκατ. ευρώ και η άδεια «Τύπου 2» αντί 2 εκατ. ευρώ. Και οι δύο άδειες έχουν 7ετή διάρκεια, ενώ δεν υπάρχει ανώτερος αριθμός διανεμόμενων αδειών, αφού όσοι εξασφαλίσουν την Αδεια Καταλληλότητας και καταβάλλουν το σχετικό αντίτιμου, θα αποκτήσουν την άδεια (ή τις άδειες).
Η έγκριση του κανονισμού από τον υπουργό Χρ. Σταϊκούρα, έπιασε «εξ’ απήνης» την αγορά. Η ίδια δεν ανέμενε παραμονές Δεκαπενταύγουστου την έκδοση του σχετικού κανονισμού καθώς βάσει νόμου, ξεκινά η αντίστροφη μέτρηση για την απόκτηση της Άδειας Καταλληλότητας από τους υφιστάμενους (προσωρινά αδειοδοτημένους) παρόχους. Έτσι, ενώ η αγορά εν μέσω θερινής ραστωνης, τώρα πρέπει να δράσει άμεσα και να εξασφαλίσει μέχρις τις αρχές Σεπτεμβρίου όλα τα έγγραφα που διασφαλίζουν την Άδεια Καταλληλότητας -εκτός αν η κυβέρνηση φέρει κάποια διαφορετική ρύθμιση.
Τα έγγραφα που πρέπει να προσκομίσουν οι πάροχοι είναι ιδιαίτερα. Η κυβέρνηση στο πλαίσιο άσκησης ασφυκτικού ελέγχου της αγοράς, έχει δημιουργήσει ένα υπερ-ρυθμιστικό πλέγμα ελέγχου των επιχειρήσεων, οι οποίες λόγω της φύσης της δραστηριότητας, ελκύουν το ενδιαφέρον άγνωστης προέλευσης και ποιότητας κεφαλαίων. Ήδη αναφέρεται ότι την ελληνική αγορά διαδικτυακών τυχερών παιγνίων κοιτάζουν εταιρείες ρωσικών συμφερόντων.
Επίσης παράγοντες της αγοράς επικρίνουν το υψηλό ύψος των εγγυητικών που ζητείται από την διαδικασία που επελέγη. Κάποιος που θα διεκδικήσει και τις δύο άδειες, θα πρέπει να διαθέσει 5 εκατ. ευρώ για την απόκτηση των δύο αδειών κι επιπλέον ένα εκατ. ευρώ ως εγγυητικές επιστολές ωε εξασφάλιση για την ορθή αξιοποίησή τους. Σε άλλες χώρες της Ε.Ε., η απόκτηση αντίστοιχων αδειών μπορεί να είναι υπόθεση μερικών εκατοντάδων χιλ. ευρώ ή ακόμη και δεκάδων χιλιάδων ευρώ. Γίνεται επομένως προφανές ότι κυβέρνηση επέλεξε ένα μοντέλο αδειοδότησης με το οποίο θέλει να προσελκύσει μόνον τους μεγάλους και ισχυρούς παίκτες.
Στο πλαίσιο αυτό αναμένεται να συμμετάσχουν στη διαδικασία όλοι οι μεγάλοι παίκτες της διεθνούς αγοράς. Bwin, Bet365, Stoiximan, Vistabet, Interwetten, Winmasters, Betfair, Unibet, Gobet είναι μόνον μερικοί από τους υφιστάμενους παρόχους που εκτιμάται ότι θα ανανεώσουν την προσωρινή άδεια τους. Επίσης δε δεύτερο χρόνο, αναμένεται να αποκτήσουν άδεια νεοεισερχόμενοι στην αγορά, όπως είναι o ΟΠΑΠ, η Σουηδική Betson, ο ΟΤΕ (σε σύμπραξη με την Intralot), όπως επίσης και η 12Χ από την Κύπρο.
Η ολοκλήρωση της διαδικασίας απονομής των αδειών αναμένεται μέχρι το τέλος του επόμενου Νοέμβρη ή το αργότερο το Δεκέμβρη. «Όλα δείχνουν ότι το 2021 θα ανατείλει με ένα νέο πλαίσιο για την διαδικτυακή αγορά τυχερών παιγνίων», παραδέχεται στέλεχος της αγοράς και το οποίο θα καταργήσει το υφιστάμενο και στρεβλό πλαίσιο που οικοδομήθηκε το 2011, με πολύ βιαστικό τρόπο και έχοντας αποκλειστικά εισπρακτικό χαρακτήρα. Τελικά το πλαίσιο αυτό που δομήθηκε με βάση την αναδρομική φορολόγηση των τυχερών παιγνίων διαδικτύου, απέφερε μηδενικά έσοδα μέχρι το 2015, ενώ επιπλέον άφηνε το Ελληνικό Δημόσιο χωρίς κανένα ουσιαστικό έλεγχο πάνω σε εταιρείες που πραγματοποιούσανε τζίρο κάθε χρόνο μερικών δις. ευρώ. Μόνον το 2019, τα πονταρίσματα από Έλληνες στο διαδίκτυο, ξεπεράσανε τα 6,7 δις. ευρώ.