Του Απόστολου Σκουμπούρη
Όταν στις 9 Σεπτεμβρίου 2019 η (... ελληνική) Thomas Cook ανακοινώνει επενδύσεις 6 εκατ. ευρώ στη Ρόδο και μετά από μόλις δώδεκα ημέρες, τα... κεντρικά κηρύσσουν πτώχευση, τότε είναι κάτι παραπάνω από σαφές ότι η... μπάλα είχε χαθεί προ πολλού στην υπόθεση της εμφατικής χρεοκοπίας της Thomas Cook.
Παράλληλα, έως την περασμένη Παρασκευή, όταν και οι... ψίθυροι πλέον άρχιζαν να γίνονται φήμες, οι συνεργάτες του ομίλου στην Ελλάδα, διέρρεαν σε δημοσιογράφους ότι «πρόκειται για παροδικό πρόβλημα ρευστότητας, αυτά που ακούγονται είναι φήμες των ανταγωνιστών».
Έως την τελευταία στιγμή – και ενώ το πρόβλημα ρευστότητας ήταν τεράστιο – η Thomas Cook εξήγγειλε εμφατικές επενδύσεις στην Ελλάδα (και αλλού) με αιχμή το νησί της Ρόδου, «επιβεβαιώνοντας τη συνέχιση των επενδύσεών της» στη χώρα μας.
Θυμίζουμε πως μόλις τον περασμένο Μάιο, μαζί με τον γερμανικό όμιλο της TUI, η βρετανική εταιρεία είχε κάνει φιλόδοξες ανακοινώσεις για νέες επενδύσεις περί τα 150 εκατ. ευρώ στην Ελλάδα για την απόκτηση ξενοδοχείων, ανακαινίσεις υπαρχόντων, δημιουργία νέων μονάδων κ.λπ.
Οι λόγοι που έφεραν το αδιέξοδο
Όπως και από τα παραπάνω συμφραζόμενα εξάγεται, ένας συνδυασμός παραγόντων όπως η δαιδαλώδης διάρθρωση και το «γερασμένο» management, συνάμα με τις κοσμογονικές αλλαγές που έχουν λάβει χώρα τα τελευταία χρόνια σ'' όλη την τουριστική βιομηχανία φαίνεται πως έφερε την Thomas Cook στο αδιέξοδο.
Χωρίς καμιά διάθεση υπεραπλούστευσης, ένας από τους κυρίαρχους λόγους που φαίνεται ότι στοίχησαν στην Thomas Cook ήταν το... μεγάλο άπλωμα, σε πολλά - μη ελεγχόμενα επίπεδα - και το δαιδαλώδες σχήμα που - μετά από κάποιο στάδιο - ήταν αδύνατον να ελεγχθεί, άρα ήταν αδύνατον να υπάρξει αποτελεσματικό management.
Παράλληλα, οι καιροί αλλάζουν με καταιγιστικούς ρυθμούς καθώς η είσοδος των νέων τεχνολογιών και η ψηφιακή επανάσταση, προξενεί τεκτονικές αλλαγές σε παραδοσιακούς κλάδους που επί δεκαετίες κινούνταν σε πρότυπα άλλων εποχών.
Εδώ και χρόνια, μια ολοένα και μεγαλύτερη μερίδα ταξιδιωτών, οργανώνει μόνη της τα ταξίδια και ευρύτερα τις διακοπές, μέσα μεταφοράς, εισιτήρια, διαμονή, μέσω του διαδικτύου. Άρα, παραδοσιακές υπηρεσίες που επί δεκαετίες έδιναν κέρδη και λόγο ύπαρξης σε μεγάλους ομίλους, πλέον παύουν να υφίστανται.
Η ταξιδιωτική αγορά έχει αλλάξει εντυπωσιακά, ενώ η ραγδαία «άνθιση» της πλατφόρμας Airbnb την τελευταία 5ετία και οι κοσμογονικές αλλαγές που αυτή φέρνει, έπαιξαν επίσης το ρόλο τους. Ο πλανήτης έχει γίνει πλέον ένα μεγάλο χωριό, η ταξιδιωτική πρόσβαση – από πλευράς κόστους και ευκολίας – είναι μεγαλύτερη από ποτέ στο παρελθόν, άρα τα μεγάλα ταξιδιωτικά γραφεία λιγότερο απαραίτητα. Ρόλο επίσης έχουν παίξει και οι αεροπορικές εταιρείες χαμηλού κόστους.
Έτσι, ένα νέο, πιο ευέλικτο και περισσότερο άμεσο ταξιδιωτικό περιβάλλον έχει δημιουργηθεί, το οποίο οι μεγάλοι παραδοσιακοί ταξιδιωτικοί όμιλοι – δεινόσαυροι – δυσκολεύονται να παρακολουθήσουν, λόγω της γιγαντιαίας διάρθρωσής τους αλλά και της δαιδαλώδους δομής τους. Μοιραία χάνουν μερίδια αγοράς χωρίς να μπορούν να εξελιχθούν με την ταχύτητα που οι καιροί απαιτούν. Αποτέλεσμα είναι να «σκοτώνουν» τις τιμές ώστε να διατηρήσουν τζίρους και μερίδια, τακτικές που - όταν δεν συνοδεύονται από δραστικές διαρθρωτικές αλλαγές στις δομές λειτουργίας – απλώς καθυστερούν το μοιραίο.
Τα σημάδια είχαν διαφανεί τουλάχιστον εδώ και μια διετία κάτι που είχε «φανερώσει» η καταβαράθρωση της μετοχής του ομίλου στο χρηματιστήριο του Λονδίνου. Η μετοχή δεν έκανε τίποτα άλλο από το να αντανακλά τα ευρύτερα χρηματοοικονομικά προβλήματα ενός δαιδαλώδους ομίλου, που έφτασε να έχει χρέη πάνω από 2 δισ. δολάρια.
Ασφαλώς, όταν χρεοκοπεί μια εταιρεία με 178 χρόνια ιστορία, αποτελώντας το δεύτερο μεγαλύτερο ταξιδιωτικό οργανισμό της Ευρώπης, είναι ζήτημα που προκαλεί ισχυρό και πολυεπίπεδο ντόμινο σ'' όλη την «αλυσίδα» της τουριστικής και όχι μόνο βιομηχανίας.
Πρόκειται για ένα ντόμινο με κοινωνικές, επιχειρηματικές, επενδυτικές και χρηματοοικονομικές προεκτάσεις, αγγίζοντας μια σειρά επαγγελμάτων που κινούνται πέριξ του τουρισμού και του ευρύτερου κλάδου της φιλοξενίας όπως τοπικούς παρόχους, μεταφορές, τρόφιμα, διασκέδαση κ.λπ. Άλλωστε, αντίστοιχου μεγέθους «κανόνι» - όχι μόνο στον κλάδο του τουρισμού – αλλά και ευρύτερα, δεν έχει ξαναγίνει στην Ευρώπη και τούτο διότι το μέγεθος (και το άπλωμα) της Thomas Cook ήταν τεράστιο.
Στο στόχαστρο τα υψηλά bonus
Αρκετός λόγος έχει γίνει τελευταία για τα υψηλά bonus που φέρεται να καρπώθηκαν τα κορυφαία στελέχη του ομίλου τα τελευταία χρόνια, μολονότι τα προβλήματα ρευστότητας είχαν διαφανεί. Την τελευταία πενταετία σύμφωνα με την εφημερίδα «Financial Times», αμοιβές και bonus ξεπέρασαν τα 20 εκατ. λίρες, παρ'' ότι οι οικονομικές επιδόσεις της εταιρείας ήταν δυσχερείς.
Τα πυρά στέφονται πρωτίστως προς τον CEO της Thomas Cook, Πίτερ Φανκχόιζερ ο οποίος το 2014, όποτε και ανέλαβε τα ηνία της εταιρείας, έλαβε το ποσό των 8,3 εκατ. λιρών κι ένα χρόνο αργότερα, έλαβε bonus 2,9 εκατ. λιρών. Συνάμα, η εφημερίδα «Telegraph» αποκάλυψε επίσης, ότι οι οικονομικοί διευθυντές Μάικλ Χίλι και Μπιλ Σκοτ, πήραν συνολικά περίπου 7 εκατ. λίρες απ' το 2014.
Η βρετανίδα υπουργός Επιχειρήσεων, Άντρεα Λίντσομ, ζήτησε από την αρχή, που εποπτεύει τις ρευστοποιήσεις, να εξετάσει κατά πόσο οι ενέργειες των διευθυντικών στελεχών «προκάλεσαν ζημία στους πιστωτές ή στα συνταξιοδοτικά σχήματα».
Την ίδια ώρα, προβληματισμό για τους χειρισμούς της βρετανικής κυβέρνησης προκαλεί δημοσίευμα της εφημερίδας «Guardian», αναφορικά με το παρασκήνιο πίσω από την τελική κατάρρευση. Σύμφωνα με αυτή την πηγή, η ισπανική και η τουρκική κυβέρνηση είχαν προσφερθεί να δώσουν «χείρα βοηθείας» προκειμένου να σωθεί το παλαιότερο τουριστικό γραφείο στον κόσμο, αλλά η συμφωνία δεν προχώρησε λόγω της έλλειψης στήριξης από την Ντάουνιγκ Στρίτ.
Η παρουσία της στην Ελλάδα
Η Ελλάδα, ως γνωστόν είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος προορισμός για την εταιρεία που δραστηριοποιούνταν σε 14 προορισμούς, με κυριότερους την Κρήτη, τη Ρόδο, την Κω, την Κέρκυρα, τη Μύκονο, τη Σκιάθο και τη Ζάκυνθο. Πλέον, το μεγαλύτερο πρόβλημα έγκειται στην Κρήτη, όπου η βρετανική εταιρεία διατηρούσε συνεργασία με το 70% των ξενοδοχείων του νησιού!
Τα ξενοδοχεία της Κρήτης θα πληρώσουν και τη μεγαλύτερη ζημιά, η οποία σύμφωνα με τις εκτιμήσεις θα προσεγγίσει τα 80 έως 100 εκατ. ευρώ. Στην Ελλάδα η Thomas Cook απασχολούσε το 2019 περί τους 1200 εργαζόμενους, 200 περισσότερους έναντι του 2018, με θέσεις εργασίας όχι μόνο στην αλυσίδα των ξενοδοχείων αλλά και στη διοίκηση, τις πωλήσεις και το marketing, με γραφεία στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις. Σε ότι αφορά τους εργαζομένους, δεν έχει ξεκαθαριστεί ακόμη αν και τι είδους βοήθεια θα υπάρξει.
Συνολικά, περισσότεροι από 14.700 άνθρωποι επέστρεψαν τη Δευτέρα στη Βρετανία με 64 πτήσεις, ενώ 74 πτήσεις πραγματοποιήθηκαν χθες μεταφέροντας 16.500 ταξιδιώτες. Συνολικά περίπου 150.000 Βρετανοί θα επαναπατριστούν με σχεδόν 1.000 πτήσεις από 53 αεροδρόμια σε 18 χώρες έως τις 6 Οκτωβρίου, με κόστος γύρω στα 100 εκατ. λίρες.