Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Σε μία στιγμή που η ελληνική οικονομία είναι «διψασμένη» για νέα κεφάλαια, μακροπρόθεσμες επενδύσεις και γενικότερα ρευστότητα, υπάρχει μία πηγή κεφαλαίων που παραμένει αναξιοποίητη. Τα αποθεματικά των ασφαλιστικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας διαμορφώνονται, σύμφωνα με εκτιμήσεις της αγοράς, μεταξύ 11-12 δισ. ευρώ όμως στην πλειονότητά τους είναι τοποθετημένα σε κρατικά ομόλογα του εξωτερικού.
Είναι χαρακτηριστικό ότι από τα σχεδόν 12 δισ. ευρώ που διαθέτουν, οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για επενδύσεις σε ξένους τίτλους σταθερής απόδοσης σε ποσοστό έως και άνω του 70%, όταν το 2012 οι επενδύσεις σε ξένα ομόλογα άγγιζαν το 40%.
Οι ασφαλιστικές εταιρείες είναι από τη φύση τους μακροπρόθεσμοι επενδυτές. Επενδύουν το μεγαλύτερο ποσοστό των ασφαλίστρων που εισπράττουν σε τίτλους χαμηλού ρίσκου με αποτέλεσμα η ασφαλιστική αγορά να αποτελεί σε πανευρωπαϊκό επίπεδο τον μεγαλύτερο θεσμικό επενδυτή.
Σύμφωνα με στοιχεία της Insurance Europe, τα κεφάλαια που επενδύει η ασφαλιστική αγορά «αγγίζουν» τα 10 τρισ. ευρώ, αποτελώντας σχεδόν τα μισά του συνόλου των επενδύσεων των θεσμικών επενδυτών (ασφαλιστικά ταμεία, κρατικά funds, αμοιβαία κεφάλαια).
Υπό κανονικές συνθήκες, οι ασφαλιστικές εταιρείες θα έπρεπε να έχουν ανάλογη επενδυτική δραστηριότητα και στην Ελλάδα, όπου ο ασφαλιστικός κλάδος είναι επίσης ο μεγαλύτερος θεσμικός επενδυτής, αλλά η αβεβαιότητα των τελευταίων ετών δεν αφήνει τέτοια περιθώρια.
Η στροφή των ασφαλιστικών εταιρειών προς τα ξένα κρατικά ομόλογα έχει ξεκινήσει εδώ και τουλάχιστον 5 χρόνια και... επιταχύνθηκε μετά το PSI. Παράλληλα, οι ασφαλιστικές περιόρισαν σημαντικά την έκθεσή τους σε προθεσμιακές καταθέσεις, μετοχικά μερίδια και ακίνητα.
Οι επενδύσεις που... προτιμά ο ασφαλιστικός κλάδος είναι οι τίτλοι σταθερής απόδοσης (όπως κρατικά και εταιρικά ομόλογα), οι μετοχές και τα ακίνητα. Θα μπορούσαν, λοιπόν, να τοποθετήσουν μέρος των αποθεματικών τους, σε έργα υποδομής, μετοχές ελληνικών επιχειρήσεων και επενδύσεις ακινήτων, παρέχοντας στήριξη στην ανάπτυξη της οικονομίας, όπως γίνεται παντού.
Γιατί δεν το κάνουν; Διότι η κατάσταση στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται εδώ και μία πενταετία από υπερβολική αβεβαιότητα, με αποτέλεσμα η αγορά να πλήττεται από έντονη μεταβλητότητα που δεν επιτρέπει τέτοιου είδους τοποθετήσεις. Από τις ανησυχίες για αλλαγή νομίσματος, μέχρι τις ζημιές από το PSI και την κατάρρευση του χρηματιστηρίου και της αγοράς ακινήτων, η χώρα είναι... γεμάτη ρίσκο.
Επιπλέον, σε περιβάλλον Solvency II οι ασφαλιστικές είναι ιδιαίτερα προσεχτικές στις τοποθετήσεις τους, καθώς ακόμη και για τις καταθέσεις, λαμβάνεται υπόψη η πιστοληπτική αξιολόγηση των τραπεζών που επιλέγουν. Κατά συνέπεια, τα κεφάλαια που διαχειρίζονται επενδύονται στις πιο ασφαλείς αγορές της Ευρώπης για να συμμορφώνονται με το κανονιστικό πλαίσιο.
Στην Ευρώπη είναι... αλλιώς
Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι αρχές «ποντάρουν» στη συμβολή των ασφαλιστικών εταιρειών για την ανάπτυξη. Σε αυτό το πλαίσιο, η Κομισιόν προχώρησε τον περασμένο μήνα σε αλλαγές του υφιστάμενου πλαισίου, για να δώσει κίνητρα στις ασφαλιστικές να επενδύσουν σε έργα υποδομής.
Επίσης, στην Ευρώπη οι ασφαλιστικές τοποθετούν πάνω από το 30% σε επενδύσεις μεταβλητής απόδοσης, όπως μετοχές, κάτι που στην Ελλάδα μοιάζει απαγορευτικό, σε μία αγορά που έφτασε πριν λίγους μήνες να καταγράψει ιστορικά χαμηλά.
Την ίδια ώρα, το ποσοστό των επενδύσεων της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς επί του ΑΕΠ διαμορφώθηκε στο 6,7% το 2014, καταγράφοντας ιστορικό υψηλό. Αν συγκριθεί το συγκεκριμένο ποσοστό με την επίδραση των πανευρωπαϊκών ασφαλιστικών εργασιών στην οικονομία της Ευρώπης, η διαφορά είναι χαοτική. Οι επενδύσεις των ασφαλιστικών εταιρειών σε πανευρωπαϊκό επίπεδο ξεπερνούν το 58% ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Όσο για το ενδεχόμενο να δοθούν κίνητρα στις ασφαλιστικές να επενδύσουν στην εγχώρια αγορά, αυτό μοιάζει εξαιρετικά μακρινή προοπτική, σύμφωνα με όσα υποστηρίζουν στελέχη του κλάδου.
Το θέμα έχει θίξει και ο πρόεδρος της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος κ. Αλέξανδρος Σαρρηγεωργίου, προτρέποντας την κυβέρνηση να δει τις ασφαλιστικές ως μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας, αφού θα μπορούσαν να επενδύσουν στην πραγματική οικονομία τα κεφάλαια που διαχειρίζονται.
Επιπλέον, τα αποθεματικά των ασφαλιστικών εταιρειών θα μπορούσαν να σημειώσουν τεράστια αύξηση στην περίπτωση που υιοθετηθούν πρακτικές συνηθισμένες στον υπόλοιπο ανεπτυγμένο κόσμο, όπως η σύμπραξη της αγοράς ιδιωτικής ασφάλισης με το κράτος για το συνταξιοδοτικό.
Έτσι το ποσοστό των επενδύσεών τους επί του ΑΕΠ θα μπορούσε να ενισχυθεί σημαντικά, δίνοντας ακόμη μεγαλύτερη ώθηση στην οικονομία. Βέβαια, η εν λόγω συζήτηση είναι σχεδόν απαγορευμένη για τη σημερινή κυβέρνηση, με αποτέλεσμα οι προσδοκίες του κλάδου να είναι περιορισμένες. Και αυτό γιατί στελέχη του κλάδου υποστηρίζουν ότι η κυβέρνηση θέλει να διατηρήσει το μοντέλο που στηρίζεται στον πρώτο πυλώνα, σε αντίθεση με την πλειονότητα των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.