Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Η αποστολή της κεντρικής τράπεζας είναι να διαμορφώνει τη δημοσιονομική πολιτική με τέτοιο τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η σταθερότητα των τιμών και όχι να μοιράζει απευθείας χρήματα στους πολίτες της Ευρωζώνης με τη μορφή του «helicopter money». Αυτό μπορούν να το κάνουν οι κυβερνήσεις και πρέπει να το κάνουν ειδικότερα οι κυβερνήσεις των χωρών με πλεονάσματα και γεμάτα ταμεία, όπως δηλαδή η Γερμανία και η Ολλανδία.
Αυτό ήταν το μήνυμα που ήθελε να περάσει ο Μάριο Ντράγκι λίγο πριν αποχωρήσει από τη Φρανκφούρτη. Εγώ έκανα ότι μπορούσα, τώρα είναι η σειρά των κυβερνήσεων, είπε με άλλα λόγια ο Ιταλός και άνοιξε για τα καλά τη συζήτηση αναφορικά με τη σφιχτή δημοσιονομική πολιτική του Βερολίνου, αν και ξεκαθάρισε ότι δεν έχει γίνει καμία συζήτηση για το «helicopter money».
Η ιδέα του να πέφτουν λεφτά από τον ουρανό εξιτάρει τη φαντασία. Ο όρος «helicopter money» που επινόησε ο Μίλτον Φρίντμαν σχετίζεται με την απευθείας διάθεση χρημάτων στους πολίτες για την ενίσχυση της ζήτησης. Σήμερα, ωστόσο, αναφέρεται κατά κύριο λόγο ως ένα ύστατο μέτρο μη συμβατικών επεκτατικών πολιτικών για την αντιμετώπιση του αποπληθωρισμού και της ύφεσης.
Δεν πρόκειται για χρήματα που θα δουν ένα πρωί οι πολίτες στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς, αφού η θεωρία απέχει πολύ από την πρακτική εφαρμογή, αλλά για επιθετικά μέτρα ενίσχυσης της οικονομίας, όπως για παράδειγμα θα ήταν ένα «πακέτο» 100 ή 200 δισ. ευρώ για έργα υποδομών από τη γερμανική κυβέρνηση. Ένα ακραίο σενάριο θα ήταν τα χρήματα να δοθούν ως επιστροφές φόρων αλλά και αυτό φαίνεται απίθανο.
Πόσο εφικτό είναι να δούμε οτιδήποτε που θα μοιάζει με «helicopter money»; Η Γερμανία σήμερα διαθέτει απίστευτη οικονομική ισχύ, παρά το γεγονός ότι βρίσκεται σε ύφεση. Εκτός από τα γεμάτα ταμεία, έχει τη δυνατότητα να δανειστεί ανά πάσα στιγμή από τις αγορές με αρνητικό επιτόκιο (έως -0,7% έφτασε το 10ετές) για να χρηματοδοτήσει έργα υποδομών και ψηφιακού εκσυγχρονισμού, όπως τα δίκτυα 5G, να ρίξει χρήμα στην αγορά, να αποσοβήσει την ύφεση. Το θέμα είναι γιατί δεν το κάνει…
Δέκα χρόνια μετά την παγκόσμια κρίση η Γερμανία μοιάζει να προετοιμάζεται για κάτι ακόμη πιο καταστροφικό. Η χώρα που εδώ και τρία χρόνια διαθέτει το μεγαλύτερο εμπορικό πλεόνασμα στον κόσμο ύψους 300 δισ. δολαρίων, συνεχίζει την πολιτική των μηδενικών ελλειμμάτων… σαν να περιμένει την ημέρα της κρίσης. Συγκριτικά, οι ΗΠΑ εμφανίζουν εμπορικό έλλειμμα άνω των 450 δισ. δολαρίων.
Από το 2011 και μετά το πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας βρίσκεται κάθε χρόνο πολύ πάνω από το άτυπο όριο που θέτει η Κομισιόν στο 6% του ΑΕΠ, φτάνοντας ακόμη και το 8,9% του ΑΕΠ το 2015 για να συρρικνωθεί στο 7,4% του ΑΕΠ το 2018. Τα μέχρι στιγμής στοιχεία δείχνουν ότι το εμπορικό πλεόνασμα στο α' εξάμηνο του 2019 έχει μειωθεί σχεδόν κατά 10% σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2018 καθώς η εξωτερική ζήτηση υποχωρεί συνεχώς εξαιτίας των εμπορικών εντάσεων. Και πάλι όμως είναι ένα πλεόνασμα-μαμούθ.
Βέβαια, στο Βερολίνο, ανεξάρτητα με τις εκτιμήσεις σημαντικών ινστιτούτων όπως το Ifo και το Kiel που αναφέρουν ότι η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης βρίσκεται ήδη σε ύφεση, η κυβέρνηση της Άνγκελα Μέρκελ δεν πιστεύει ότι οι συνθήκες θα επιδεινωθούν. Τότε, όμως, γιατί συνεχίζει να λειτουργεί με γνώμονα μία τόσο αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία; Γιατί δεν ανοίγει έστω προσωρινά τις στρόφιγγες των δαπανών για να τονώσει την εγχώρια ζήτηση και να διασφαλίσει ότι η ανάπτυξη θα επιστρέψει;
Οι λόγοι είναι πολλοί. Η Γερμανία έχει αρκετά κατάλοιπα άλλων εποχών αλλά και φοβίες. Ένα από τα κατάλοιπα είναι η εδραιωμένη αντίθεση στις μεγάλες δημόσιες δαπάνες και μία από τις φοβίες είναι αυτή του υπερπληθωρισμού. Έτσι οι Γερμανοί προτιμούν να περάσουν μία ήπια – όπως σήμερα πιστεύουν – ύφεση παρά να ανοίξουν τους κρουνούς.
Και αν ο εμπορικός πόλεμος συνεχιστεί; Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ένας από τους βασικούς λόγους που η πανίσχυρη γερμανική βιομηχανία έχει πατήσει απότομα φρένο είναι η υπερβολική εξάρτηση της γερμανικής οικονομίας από τις εξαγωγές. «Είμαστε σε θέση να αντιμετωπίσουμε μια οικονομική κρίση με πολλά, πάρα πολλά δισεκατομμύρια ευρώ αν όντως ξεσπάσει σε Γερμανία και Ευρώπη, και θα το κάνουμε», απαντά ο υπουργός Οικονομικών, Όλαφ Σολτς.
Ο Μάριο Ντράγκι πιστεύει ότι η Γερμανία πρέπει να δράσει πριν η ύφεση προκαλέσει αλυσιδωτές αντιδράσεις διότι κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος για την εξέλιξη του Brexit ή της εμπορικής διένεξης ΗΠΑ-Κίνας. Η δημοσιονομική χαλάρωση στη Γερμανία και στις υπόλοιπες πλεονασματικές χώρες είναι πλέον μονόδρομος, αρκεί να βρεθεί η απαραίτητη ισορροπία με τις χώρες που παλεύουν να μειώσουν τα ελλείμματα ή τις χώρες όπως η Ελλάδα που πνίγονται από υπερβολικούς στόχους για πλεονάσματα.