Θα μας αγοράσουν για "ένα κομμάτι ψωμί" οι ξένοι!

Θα μας αγοράσουν για "ένα κομμάτι ψωμί" οι ξένοι!

Του Γιώργου Φιντικάκη

"Κοψοχρονιά" κινδυνεύουν να αλλάξουν χέρια αρκετές υγιείς ελληνικές επιχειρήσεις και να περάσουν σε ξένους ακριβώς λόγω της τεράστιας διαφοράς επιτοκίων με το εξωτερικό.

Στον επιχειρηματικό κόσμο κρούουν το καμπανάκι του κινδύνου επισημαίνοντας ότι αν ως το τέλος του έτους δεν έχει ολοκληρωθεί η β' αξιολόγηση, δεν υπάρξει συμφωνία για το χρέος και δεν ξεκινήσει η ΕΚΤ να αγοράζει ελληνικά ομόλογα, τότε δεκάδες επιχειρήσεις θα έχουν την τύχη της ιστορικής υαλουργίας Γιούλα, που αναγκάστηκε να βγάλει στο σφυρί τις δραστηριότητές της στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια, προκειμένου να απαλλαχτεί από τον ακριβό ελληνικό δανεισμό της.

Το μεγάλο ρίσκο χώρας που εδώ και χρόνια κρατά κλειστές τις πόρτες χρηματοδότησης και καθιστά απαγορευτικό το κόστος δανεισμού για τις ελληνικές επιχειρήσεις, καθώς τα επιτόκια είναι στο 8% και 9% έναντι 0,5% και 1% στο εξωτερικό, είναι ο κύριος λόγος πίσω από τέτοιες κινήσεις.

Αυτός ακριβώς ο κίνδυνος αφελληνισμού για ένα "κομμάτι ψωμί" των ελληνικών επιχειρήσεων είναι η αιτία της αγωνίας του επιχειρηματικού κόσμου, που εκπέμπει πλέον με κάθε ευκαιρία ένα διπλό μήνυμα: Αφενός προς την κυβέρνηση να μην καθυστερήσει την υλοποίηση της δεύτερης αξιολόγησης, αφετέρου προς τους δανειστές να τηρήσουν τα συμπεφωνηθέντα και να σταματήσουν τα χτυπήματα κάτω από τη ζώνη, όπως το πρόσφατο να σπάσουν στα δύο τη δόση των 2,8 δισ. ευρώ, με πρόφαση ότι δεν υπήρχαν διαθέσιμα τα οριστικά στοιχεία του περασμένου μήνα για τα ληξιπρόθεσμα.

Δεν είναι μόνο ο φόβος μη τυχόν η δεύτερη αξιολόγηση συρθεί επί μήνες με ευθύνη της ελληνικής πλευράς, αλλά και η αγωνία του επιχειρηματικού κόσμου μήπως οι πιστωτές δεν τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους για το ελληνικό χρέος, παρά αιχμαλωτισμένοι από τις δικές τους εκλογικές σκοπιμότητες, παραβιάσουν τις συμφωνίες, δίχως πλέον να φέρει για αυτό ευθύνη η ελληνική πλευρά.

Τη διπλή αυτή αγωνία του επιχειρείν, και τους άνισους όρους του παιχνιδιού με τον ξένο ανταγωνισμό ακριβώς λόγω της τεράστιας διαφοράς επιτοκίων ανάμεσα στην Ελλάδα και το εξωτερικό, ανέδειξε χθες από το βήμα της Ένωσης Θεσμικών Επενδυτών, ο Ευάγγελος Μυτιληναίος, επικεφαλής του ομώνυμου ομίλου.

Πώς να παίξουμε επίθεση;

"Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι ο ξένος όμιλος που απέκτησε τη Γιούλα δανείστηκε για να εξαγοράσει τις μονάδες της με επιτόκιο μόλις… 1%, όταν η ίδια δανείζεται εντός Ελλάδος με επιτόκιο 8% - 9%. Αν συνεχιστεί αυτό σε λίγο καιρό δεν θα μείνει καμία εταιρεία, οι ξένοι θα αγοράσουν όλη τη χώρα, ακριβώς λόγω της διαφοράς επιτοκίων. Θα δανείζονται χαμηλά, με 0,25%, και το μόνο που θα κάνουν, θα είναι να σου πληρώνουν τα δάνεια", είπε χαρακτηριστικά ο επιχειρηματίας, θίγοντας ένα θέμα που καίει τον επιχειρηματικό κόσμο.

Αν σήμερα μια υγιής ελληνική επιχείρηση θελήσει να εξαγοράσει μια γερμανική, η κίνηση θα της κοστίσει πολλαπλάσια απ' ότι θα στοίχιζε στην τελευταία να εξαγοράσει μια ελληνική. Η γερμανική θα δανειζόταν με σχεδόν μηδενικό επιτόκιο, ενώ η ελληνική θα έπρεπε να χρηματοδοτήσει την εξαγορά με επιτόκιο 8-9%. Αυτός είναι και ο λόγος που μια υγιής ελληνική εταιρεία ούτε που σκέφτεται κάτι παρόμοιο, ακόμη και αν πληροί κάθε άλλη προϋπόθεση, όπως μέγεθος, ίδια κεφάλαια, κ.ό.κ.

"Απορούν πολλοί γιατί έχουμε υπάρξει τόσο αμυντικοί όλο αυτό το διάστημα; Με αυτά τα επιτόκια πόσο επιθετικός να γίνεις;", διερωτήθηκε χαρακτηριστικά χθες ο Ευ. Μυτιληναίος.

Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι όλες οι κινήσεις του επιχειρηματικού κόσμου δείχνουν "άμυνα" και όχι επέκταση. Άλλες περικόπτουν κόστη σε όλα τα επίπεδα και συμμαζεύουν δραστηριότητες ή περιορίζουν την παραγωγή τους, κάποιες σαν τη Γιούλα πωλούν εργοστάσια σε ξένους ομίλους, ενώ υπάρχουν και εκείνοι που έπασχαν από χρόνιες παθογένειες σαν το Μαρινόπουλο αλλά τελικά σταθήκαν τυχεροί καθώς βρήκαν ένα "λευκό ιππότη" (σσ: Σκλαβενίτης).

Στο 3,24% το δεκαετές της Πορτογαλίας

Στην πραγματικότητα οι επιχειρήσεις ζουν μια ιδιότυπη κατάσταση όπου οι μεν κυβέρνηση επιμένει ότι γυρίζουμε σελίδα, οι επιχειρηματίες όμως πρέπει να το δουν για να το πιστέψουν. Το μόνο υπαρκτό δεδομένο για το επιχειρείν είναι η τεράστια ψαλίδα στο δανεισμό ακόμη και συγκριτικά με χώρες που πέρασαν από μνημόνια όπως η Πορτογαλία. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς ήταν χθες στο 8,44%, έναντι του 3,24% του αντίστοιχου της Πορτογαλία, που σημειωτέον θεωρείται υψηλό συγκριτικά με τον ευρωπαϊκό Βορρά.

Το γεγονός ότι η κατάσταση αυτή δεν είναι πλέον βιώσιμη, είναι που κάνει επιχειρηματίες σαν τον Ευ. Μυτιληναίου να δηλώνουν συγκρατημένα αισιόδοξοι ότι τελικά το 2017 θα είναι καλύτερο, υπό δύο προϋποθέσεις : Πρώτον, η κυβέρνηση να εφαρμόσει γρήγορα όσα έχει δεσμευτεί και να κλείσει τη δεύτερη αξιολόγηση ως τις 5 Δεκεμβρίου. Δεύτερον, οι δανειστές να πάψουν να απορρίπτουν κάθε προοπτική διευθέτησης του χρέους πριν το 2018, και να τηρήσουν τα συμφωνηθέντα δίχως να τα παραβιάζουν. "Το θέμα του χρέους είναι ζήτημα με ουσία αλλά και ψυχολογία", είπε χαρακτηριστικά ο Ευ. Μυτιληναίος.

Προς το παρόν πάντως, το τοπίο παραμένει θολό, τα δύσκολα θέματα της β' αξιολόγησης βρίσκονται μπροστά, και ο "καθαρός" διάδρομος που θέλει να ανοίξει η κυβέρνηση στους επενδυτές παραμένει απλή προσδοκία. Και για όσο το country risk θα συντηρείται, οι ελληνικές επιχειρήσεις θα αναγκάζονται να καίνε τα λιγοστά κεφάλαια που διαθέτουν για να εξυπηρετούν τον ακριβό δανεισμό τους.