Τα «στοιχήματα» των αγορών δίνουν 62% πιθανότητες σε μία αύξηση 0,25% που θα στείλει τα επιτόκια στο 4,75%-5%, ενώ 38% δίνουν στο ενδεχόμενο παύσης των αυξήσεων. 
Θα αναγκαστεί να βάλει «κόφτη» στις αυξήσεις επιτοκίων;
Fed

Θα αναγκαστεί να βάλει «κόφτη» στις αυξήσεις επιτοκίων;

Τα «στοιχήματα» των αγορών δίνουν 62% πιθανότητες σε μία αύξηση 0,25% που θα στείλει τα επιτόκια στο 4,75%-5%, ενώ 38% δίνουν στο ενδεχόμενο παύσης των αυξήσεων. 

Έναν ακριβώς χρόνο μετά την πρώτη αύξηση των επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (16 Μαρτίου 2022 για την ακρίβεια έγινε η πρώτη αύξηση), ο Τζερόμ Πάουελ βρίσκεται μπροστά σε ένα κρίσιμο δίλημμα. Να συνεχίσει τις αυξήσεις με γνώμονα την ανθεκτικότητα της οικονομίας και την επιμονή του πληθωρισμού ή να θέσει ως βασική προτεραιότητα τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, μετά τα πρόσφατα τραπεζικά προβλήματα σε ΗΠΑ και Ευρώπη;

Με άλλα λόγια, θα υποχρεώσει η τραπεζική κρίση και το παραλίγο… ατύχημα της Credit Suisse, μίας παγκοσμίως σημαντικής για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα τράπεζας, τον Πάουελ να στρίψει το τιμόνι της Fed και να δώσει τέλος στις αυξήσεις των επιτοκίων; 

Μάλλον πρόκειται για ένα δίλημμα που θέτουν περισσότερο οι επενδυτές και πολύ λιγότερο η Fed. Το θέμα του πότε θα κάνουν οι κεντρικές τράπεζες το περιβόητο «πίβοτ», ενδεχομένως απασχολεί την επενδυτική κοινότητα περισσότερο και από το κατά πόσο το ιστορικό deal με την UBS θα είναι το τελευταίο επεισόδιο των διεθνών αναταράξεων που προκάλεσαν οι τρεις αμερικανικές τράπεζες και η Credit Suisse. 

Αύριο, πάντως, όποιος και αν είναι ο διακαής πόθος των αγορών, αναμένεται να ανακοινωθεί μία αύξηση της τάξης των 25 μονάδων βάσης. Ο Πάουελ γνωρίζει ότι οι αγορές είναι εθισμένες στο φθηνό χρήμα, όμως στην παρούσα φάση εκτιμά ότι προέχει η καταπολέμηση του πληθωρισμού. Εξάλλου, στις 7 Μαρτίου δήλωνε αποφασισμένος να κινηθεί ακόμη πιο επιθετικά για να ρίξει τον πληθωρισμό. Γνωρίζει, επίσης, ότι αν σταματήσει τώρα μπορεί οι αγορές να λάβουν λάθος μήνυμα, ότι η κατάσταση των τραπεζών είναι δύσκολη, αν και το επιχείρημα της επιδείνωσης των πιστωτικών συνθηκών μετά τις τελευταίες εξελίξεις στέκει. 

Τα «στοιχήματα» των αγορών δίνουν 62% πιθανότητες σε μία αύξηση 0,25% που θα στείλει τα επιτόκια στο 4,75%-5%, ενώ 38% δίνουν στο ενδεχόμενο παύσης των αυξήσεων. 

Οι επενδυτές από την πλευρά τους, περιμένουν την ύφεση που τους είχαν… υποσχεθεί οι αναλυτές, μία ύφεση που θα αποτελούσε το σημείο καμπής για να δούμε ένα νέο ράλι στα χρηματιστήρια. Όσο δεν έρχεται η ύφεση, τόσο αυξάνονται οι ανησυχίες για επιμήκυνση της bear market. Σύμφωνα με την Morgan Stanley, κάθε κύκλος αύξησης των επιτοκίων που έλαβε χώρα τα τελευταία 70 χρόνια τελείωνε είτε με ύφεση είτε με χρηματοπιστωτική κρίση. Η αμερικανική τράπεζα εκφράζει δε τη βεβαιότητα ότι και αυτή η φορά δεν θα είναι διαφορετική.

Επομένως, αν έχει δίκιο η Morgan Stanley, στον ορίζοντα υπάρχει είτε μία ύφεση είτε μία χρηματοπιστωτική κρίση. Μήπως, λοιπόν, κακώς ανέμεναν τόσο καιρό την ύφεση και θα πρέπει εντέλει να αντιμετωπίσουν μία άλλου είδους κρίση;

Όπως και να’ χει, οι αγορές αναμένουν πρώτα την απόφαση της Fed για τα επιτόκια αύριο Τετάρτη. Στον απόηχο των τραπεζικών αναταράξεων και κυρίως των προβλημάτων της Credit Suisse, που υποχρέωσαν τις ελβετικές αρχές να δώσουν «προίκα» άνω των 100 δισ. δολαρίων στη UBS, πολλοί traders ποντάρουν ότι τα επιτόκια θα αρχίσουν να υποχωρούν μέσα στον επόμενο χρόνο για να μη γενικευθεί η τραπεζική κρίση. Αυτό τουλάχιστον υποδηλώνουν τα futures των επιτοκίων της Fed.

Γι’ αυτό όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα στη συνέντευξη τύπου του Τζέι Πάουελ. Η λογική λέει πως από τη στιγμή που η Fed έθεσε στις 12 Μαρτίου σε ισχύ έναν έκτακτο μηχανισμό χρηματοδότησης των τραπεζών που χρειάζονται κεφάλαια για να καλύψουν τις ανάγκες των καταθετών τους, υπάρχει σε εφαρμογή ένα δίχτυ ασφαλείας και επομένως μπορεί να προχωρήσει κανονικά στο σχέδιο που είχε για τα επιτόκια πριν την κατάρρευση της καλιφορνέζικης Silicon Valley Bank και της νεοϋορκέζικης Signature Bank. 

Το εν λόγω σχέδιο προβλέπει νέες αυξήσεις επιτοκίων, όσο η οικονομία αναπτύσσεται και η αγορά εργασίας παραμένει ανθεκτική, την ώρα μάλιστα που ο πληθωρισμός δεν ξεκολλάει από τα υψηλά επίπεδα των προηγούμενων μηνών. Και τι θα γίνει με τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα; Το ότι τα πρόσφατα προβλήματα των τραπεζών σε ΗΠΑ και Ευρώπη θα λειτουργούσαν ως «κόφτης» στον κύκλο αύξησης των επιτοκίων είναι λίγο έως πολύ αυτό που θα ήθελαν οι αγορές και όχι αυτό που συμβαίνει ή πρόκειται να συμβεί τους επόμενους μήνες. 

Βέβαια, οι αμερικανικές τράπεζες έχουν ήδη αρχίσει να ζορίζονται σε περιβάλλον υψηλών επιτοκίων. Όπως δείχνουν στοιχεία της Fed, κατά την προηγούμενη εβδομάδα οι αμερικανικές τράπεζες δανείστηκαν συνολικά 165 δισ. δολάρια από το την κεντρική τράπεζα. Από αυτά, τα 11,9 δισ. δολάρια αποτελούν δανεισμό μέσω του νέου μηχανισμού παροχής ρευστότητας.