Του Γιώργου Φιντικάκη
Χωρίς οικονομικό και τεχνολογικό δυναμισμό, με ανυπαρξία βιομηχανικής πολιτικής, αποεπένδυση μεγαλύτερη των 100 δισ. ευρώ, υψηλό εμπορικό έλλειμμα, τεράστιο απόθεμα κόκκινων δανείων, χαμηλή παραγωγικότητα, εκτεταμένη ανεργία και δημογραφική γήρανση, η Ελλάδα δεν επιτρέπεται να περιορισθεί σε ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 2%, γιατί κινδυνεύει να εγκλωβιστεί στην κατηγορία των χωρών με χαμηλούς μισθούς, χαμηλές δεξιότητες και χαμηλή καινοτομία.
Τα λόγια ανήκουν στον πρόεδρο του ΣΕΒ Θεόδωρο Φέσσα, που λίγες ώρες πριν από τις πολυσυζητημένες εξαγγελίες του Πρωθυπουργού στη ΔΕΘ και με φόντο τις σχεδόν καθημερινές αναφορές πρωτοκλασάτων κυβερνητικών στελεχών, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τα αρνητικά μηνύματα που στέλνει το κρεσέντο παροχών, πολλώ δε μάλλον όταν πολλαπλασιάζονται οι σκιές στο αφήγημα της ανάκαμψης.
Όταν, όπως λέει, η ανάπτυξη επιβραδύνεται, όταν η Ελλάδα ολοκλήρωσε τα μνημόνια με μια οικονομική πολιτική που επιβαρύνει υπέρμετρα μέσω φόρων τους πολίτες, την εργασία και τις επιχειρήσεις, προκειμένου να επιτευχθούν τα υπερπλεονάσματα, θα πρέπει τουλάχιστον αυτή η αφαίμαξη, να μην εξαντληθεί σε προεκλογικές παροχές, παρά να αξιοποιηθεί αν μη τι άλλο για τον παραγωγικό μετασχηματισμό της οικονομίας.
"Να μην εξαντληθεί σε έναν ανταγωνισμό προεκλογικής παροχολογίας, που θα βλάψει τις μεσομακροπόθεσμες προοπτικές της οικονομίας και θα στείλει αρνητικά μηνύματα στις διεθνείς αγορές, από τις οποίες παραμένουμε αποκλεισμένοι", τονίζει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του ΣΕΒ.
Στην ουσία το μήνυμα που εκπέμπει ο επιχειρηματικός κόσμος της χώρας είναι αυτό που σημειώνουν όλοι οι ξένοι αναλυτές: Ότι δεν μπορεί το πρώτο μέλημα της κυβέρνησης μετά τα μνημόνια να είναι οι παροχές, πολλώ δε μάλλον όταν μιλάμε για μια χώρα ουραγό στην ανταγωνιστικότητα, που έχασε την ευκαιρία στα χρόνια της κρίσης να αλλάξει το παραγωγικό της μοντέλο, και που ακόμη και σήμερα το 70% του ΑΕΠ δημιουργείται από τη κατανάλωση, και τις εισαγωγές, οι οποίες ξεπερνούν τις εξαγωγές, κατά 21,5 δισ. ετησίως.
Σε αυτήν λοιπόν την οικονομία που βγήκε από τα μνημόνια, περισσότερο λόγω “εξάντλησης” τόσο της Ελλάδας, όσο και των δανειστών, και όχι επειδή αποτελεί “success story”, δεν μπορεί, όπως λέει ο κ. Φέσσας, το βάρος να δοθεί στην τόνωση της κατανάλωσης και στην αύξηση του κόστους εργασίας, δίχως αυτό να δικαιολογείται από άνοδο της παραγωγικότητας. “Διότι απλά, η τόνωση της κατανάλωσης θα πάει σε “ξένες” τσέπες, αφού δεν θα προέρχεται από την αύξηση του εγχωρίως παραγόμενου προϊόντος και της βελτίωσης της παραγωγικότητας των επιχειρήσεων και της διεθνούς ανταγωνιστικότητας τους”, σημειώνει ο επικεφαλής του ΣΕΒ.
Τρεις εβδομάδες μετά την έξοδο από τα μνημόνια, με τις αγορές να έχουν ήδη στείλει προειδοποίηση στην Ελλάδα ότι δεν θα της χαριστούν, και με την κυβέρνηση να στέλνει αμφιλεγόμενα μηνύματα, ο επιχειρηματικός κόσμος της χώρας φοβάται μια επιστροφή στο παρελθόν.
“Ενόψει της μακράς προεκλογικής περιόδου που ανοίγεται μπροστά μας είναι κρίσιμο να αποφευχθούν η πολιτική πόλωση και οι πελατειακές πολιτικές του παρελθόντος, που αποπροσανατολίζουν τους πολίτες από τα επίμονα και επείγοντα διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας. Γιατί κάτι τέτοιο θα μας οδηγήσει σε αυξημένα επιτόκια, απρόθυμους επενδυτές, ανακοπή της ανάπτυξης, μείωση του εθνικού εκτοπίσματος και νέα περίοδο περιδίνησης και ανέχειας”, τονίζει στο μήνυμά του ο κ. Φέσσας.
Το μήνυμα των επιχειρηματιών είναι ότι τα υπερπλεονάσματα πρέπει να χρηματοδοτήσουν τη μείωση των φόρων στην εργασία, που με τη σειρά της θα φέρει αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων, των επενδύσεων και των θέσεων απασχόλησης, και όχι να εξαντληθούν σε παροχές και επιδόματα με κοντόφθαλμο και ψηφοθηρικό ορίζοντα, όπως έχει κάνει στο παρελθόν η κυβέρνηση.