Όλοι γνωρίζουμε ότι το «τελευταίο μίλι», το λεγόμενο με τη διεθνή ορολογία «last mile», δίνει τον τελικό τόνο στην παροχή υπηρεσιών στο χώρο των τηλεπικοινωνιών και της εφοδιαστικής αλυσίδας.
Μεταφορικά θα μπορούσαμε να πούμε, ότι στον τραπεζικό χώρο, το τελευταίο μίλι στην προσπάθεια του κλάδου να επανέλθει στην πλήρη κανονικότητα και να προσφέρει τις υπηρεσίες που πρέπει, δεν είναι άλλο από τις Αυξήσεις Μετοχικού Κεφαλαίου.
Η ανάγκη επανόδου του τραπεζικού συστήματος στην κανονικότητα, αποτελεί την απαραίτητη προϋπόθεση για τη εκμετάλλευση των εισροών από το ευρωπαϊκό ταμείο ανάκαμψης.
Όπως έχουμε επανειλημμένα αναφέρει, το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, αποτελεί έναν από τις τρεις βραχίονες, που απαιτούνται για την εκτέλεση των μεγάλων δημοσίων έργων υποδομής και των ιδιωτικών επενδύσεων, τα επόμενα πέντε χρόνια.
Οι ευρωπαϊκοί πόροι, τα ίδια επιχειρηματικά κεφάλαια και οι τραπεζικές δανειοδοτήσεις αποτελούν τα βασικά συστατικά του κοκτέιλ της ανάπτυξης.
Έχουν όμως οι τράπεζες, τη δυνατότητα της χρηματοδότησης της οικονομίας; Η ανεπαρκέστατη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών στα τέλη του 2015, θα σκιάζει τη ιστορία των συστημικών τραπεζών για χρόνια.
Και αυτό, διότι όχι μόνο δεν χρησιμοποιήθηκαν όλα τα διαθέσιμα ευρωπαϊκά κεφάλαια, που είχαν δεσμευτεί με αυτόν τον σκοπό, αλλά και διότι το Δημόσιο, δηλαδή οι φορολογούμενοι, είχαν υποστεί μια σημαντική ζημία.
Επομένως με κεφαλαιακούς όρους οι τράπεζες από το 2016 μέχρι και το 2021, δεν είχαν ενισχυθεί. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, οι τράπεζες να «καίνε» κεφάλαια, στην προσπάθεια τους να μειώνουν τα κόκκινα μη εξυπηρετούμενα δάνεια που είχαν στους ισολογισμούς τους.
Ταυτόχρονα με λογιστικές μεθόδους, στηρίζονταν κεφαλαιακά μέσω εργαλείων που αποτελούσαν λογιστικές εγγραφές και όχι πραγματικό χρήμα. Ο Χρήστος Ζιώτης στο πολύ ενδιαφέρον άρθρο του με τίτλο «Κλείνουν με νόμο οι "τρύπες" στην εποπτεία των τραπεζών», αποκρυστάλλωνε ακριβώς αυτές τις πρακτικές. Ε, αυτό δεν μπορούσε να συνεχίζεται για πάντα.
Γιατί όμως χρονικά το 2021 αποτελεί το διάστημα μέσα στο οποίο, οι τράπεζες θα τρέξουν το «τελευταίο μίλι»;
Ο πρώτος λόγος, είναι αυτός που προαναφέρθηκε. Δηλαδή η αναγκαιότητα της σύμπραξης ευρωπαϊκών πόρων, ιδιωτικών κεφαλαίων και τραπεζικής χρηματοδότησης για τα έργα και τις επενδύσεις που ξεκινούν στο τέλος του Q3 του 2021.
Ο δεύτερος λόγος, είναι ότι η μεταβολή του επενδυτικού κλίματος της χώρας μας επί το θετικότερο, οι διαδοχικές αναβαθμίσεις από τους οίκους αξιολόγησης και η επιτυχής διαχείριση της υγειονομικής κρίσης, έχουν προσθέσει ζωηρότερα και φωτεινότερα χρώματα στη εικόνα της Ελλάδας προς τα έξω.
Ο τρίτος λόγος, είναι το έμπρακτο ενδιαφέρον μεγάλων επενδυτικών και χρηματιστηριακών οίκων του εξωτερικού, που παρουσιάζεται στις εκδόσεις στις εκδόσεις Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου (ΟΕΔ), στις ομολογιακές εκδόσεις μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων όπως είναι ο όμιλος της ΓΕΚΤΕΡΝΑ, της Mytilineos, της ΔΕΗ, της Motor Oil, στις εκδόσεις ομολογιών των τραπεζών όπως της Alpha Bank, αλλά της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου της Τράπεζας Πειραιώς.
Έφτασε λοιπόν η στιγμή, μέσα σε αυτήν την θετική συγκυρία να μπει ένα τέλος στον επώδυνο υπερδεκαετή κύκλο των ατελέσφορων διαδοχικών ανακεφαλαιοποιήσεων.
Μετά από πολλά χρόνια και μετά τη ασφυξία της επιβολής των capital controls, οι τράπεζες έχουν την δυνατότητα να αντλήσουν «φρέσκο χρήμα» από τις αγορές και τα χρηματιστήρια. Άλλωστε αυτή είναι η ουσία των αγορών. Να αποτελούν την πρωτογενή πηγή άντλησης κεφαλαίων.
Και ενώ η οικονομία υπό την ευρεία έννοια, είναι ικανοποιημένη από το γεγονός της απόφασης της Alpha Bank, να προχωρήσει σε ΑΜΚ ύψους τουλάχιστον 800 εκατ. ευρώ, η χρηματιστηριακή αγορά αντέδρασε ιδιαίτερα νευρικά. Και το ερώτημα που πλανάται στο ταμπλό του χρηματιστηρίου, είναι το κατά πόσο η ΑΜΚ της Alpha Bank, αποτελεί θετική ή αρνητική εξέλιξη;
Ας το ζυγίσουμε.
Στη μια πλευρά της ζυγαριάς, μπαίνουν, η ισχυροποίηση της οικονομικής θέσης της τράπεζας, η ολοκλήρωση της τιτλοποίησης Galaxy, η κεφαλαιακή επάρκεια, και η αποφυγή καταγραφής ζημιών από τις περαιτέρω τιτλοποιήσεις, μέσω την απορρόφηση τους από τα νέα κεφαλαιακά μαξιλάρια. Και φυσικά από την ίδια πλευρά της ζυγαριάς μπαίνει η συμμετοχή της Alpha Bank, στην αναπτυξιακή πορεία της χώρας που θα της προσφέρει έσοδα από τους τόκους και προμήθειες.
Στην άλλη πλευρά της ζυγαριάς μπαίνουν οι αιτιάσεις και ενστάσεις των υπαρχόντων παλαιών μετόχων.
Τι υποστηρίζουν οι παλαιοί μέτοχοι; Ότι δεν συμμετέχουν ισότιμα στις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου. Εκ του αποτελέσματος από τη ΑΜΚ της Τράπεζας Πειραιώς, αλλά και από τις ανακοινώσεις της Alpha Bank, φαίνεται ότι η πλήρης συμμετοχή των παλαιών μετόχων στην ΑΜΚ είναι δεδομένη και ότι τα υφιστάμενα ποσοστά τους δεν θα μειωθούν.
Τι άλλο υποστηρίζουν οι μικρομέτοχοι; Ότι αιφνιδιάστηκαν. Μα είναι δυνατόν, να στέκει αυτό το επιχείρημα;
Από τις αρχές του 2016, η πιθανότητα νέων αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου των τραπεζών ήταν πάνω στο τραπέζι, ανά πάσα ώρα και πάσα στιγμή. Σήμερα τυχαίνει η αναγκαιότητα της αύξησης «να δένει» με το υπάρχον επενδυτικό ενδιαφέρον. Υπήρχε περίπτωση από το 2015 μέχρι το 2019, επί κυβερνήσεως Τσίπρα –Καμμένου να επιτύχει ΑΜΚ των τραπεζών; Φυσικά και όχι. Τώρα όμως τα πράγματα έχουν αλλάξει.
Τι άλλο υποστηρίζουν οι μικρομέτοχοι; Ότι οι διοικήσεις της Τράπεζας Πειραιώς και της Alpha Bank διέψευδαν για πολύ καιρό τις φήμες για το ενδεχόμενο των ΑΜΚ.
Μα είναι φυσικό αυτό, διότι όπως στην πολιτική σκηνή οι εκλογές δεν προαναγγέλλονται, έτσι και στα χρηματιστήρια οι ΑΜΚ δεν ανακοινώνονται, προτού ωριμάσουν οι συνθήκες και γίνουν οι διερευνητικές κινήσεις και φανεί ότι οι ΑΜΚ θα επιτύχουν.
Ο στόχος είναι ένας. Το ξεκαθάρισμα των ισολογισμών των τραπεζών, από τα κόκκινα δάνεια και τους δανειακούς σκελετούς και η ουσιαστική επανέναρξη των βασικών τραπεζικών δραστηριοτήτων της χώρας, προς όφελος της οικονομίας.
Στο διάστημα που πέρασε από την τραπεζική κρίση μέχρι σήμερα, έχουν συντελεστεί και αρκετά διαχειριστικά λάθη, που έχουν στοιχίσει τόσο στους μετόχους όσο και στο Δημόσιο. Και είναι γνωστό αυτό και έχει σημαδέψει τόσο τη μνήμη όσο και την τσέπη των επενδυτών.
Από τότε, οι συστημικές τράπεζες έχουν διανύσει πολλά και δύσκολα μίλια. Και τώρα διασχίζουν το τελευταίο μίλι, κάτω από ευμενείς και ευνοϊκές συνθήκες. Με ένα στόχο, που θα προσφέρει οικονομική ανάπτυξη, θέσεις εργασίας και ευημερία στους πολίτες.