Του Γιώργου Φιντικάκη
Σιγή ασυρμάτου επικρατεί από πλευράς τόσο της κυβέρνησης όσο και των Αζέρων για την τύχη της αποκρατικοποίησης του 66% του ΔΕΣΦΑ, που εφόσον ναυαγήσει και επίσημα, θα δώσει τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να εφαρμόσει το μοντέλο του ΑΔΜΗΕ.
Διατήρηση δηλαδή του πλειοψηφικού πακέτου του διαχειριστή των δικτύων αερίου υπό δημόσιο έλεγχο και πώληση ενός μικρού μόνο ποσοστού του σε στρατηγικό επενδυτή. Αλλά για να πάρουν τα σχέδια αυτά σάρκα και οστά θα πρέπει πρώτα να λήξει και επισήμως η ισχύς της εγγυητικής επιστολής που έχει καταθέσει η Socar, κάτι που θα συμβεί στα τέλη Σεπτεμβρίου.
Αν αυτή ανανεωθεί, κάτι που έχει ήδη μέχρι τώρα γίνει τρεις συνεχόμενες φορές, η αποκρατικοποίηση-θρίλερ, που έχει τραβήξει σε χρόνο περισσότερο από κάθε άλλη, καθώς ο διαγωνισμός ολοκληρώθηκε το 2013, θα συνεχιστεί. Στην αντίθετη περίπτωση, το έργο θα έχει άδοξο τέλος, κάτι που προεξοφληθεί εδώ και καιρό από το σύνολο σχεδόν της αγοράς.
Τρεις πάντως εβδομάδες μετά την ψήφιση στη Βουλή της ρύθμισης Σκουρλέτη, με την οποία και τροποποιείται η περιουσιακή βάση του ΔΕΣΦΑ, περιορίζοντας τα ανακτήσιμά του έσοδα, και εκ μέρους των Αζέρων επικρατεί σιγή ασυρμάτου.
Δεν έχουν τοποθετηθεί ξανά επί του θέματος. Το γεγονός κάνει πολλούς να πιστεύουν ότι το deal αποτελεί ήδη παρελθόν, κάτι που θα επισημοποιηθεί στις 30 Σεπτεμβρίου, με τη μη ανανέωση της εγγυητικής, και πιθανώς με το κλείσιμο των γραφείων της Socar στην Αθήνα.
Δεδομένου μάλιστα ότι ο διαγωνισμός προβλέπει πως η εγγυητική καταπίπτει μόνο εφόσον η πώληση ναυαγήσει με ευθύνη του αγοραστή, θεωρείται βέβαιο ότι οι Αζέροι θα διεκδικήσουν πίσω τα 40 εκατ. ευρώ (τόσα είχαν καταθέσει τον Αύγουστο του 2013), με επιχείρημα ότι η υπαιτιότητα ανήκει στην ελληνική πλευρά.
Ουδεμία επικοινωνία
Σύμφωνα με πληροφορίες του liberal.gr, από την ημέρα ψήφισης της επίμαχης ρύθμισης στη Βουλή μέχρι και σήμερα, Π. Σκουρλέτης και Socar δεν είχαν άλλη επικοινωνία. Ούτε προκύπτει από κάπου, η κυβέρνηση να έχει προσεγγίσει την πλευρά των Αζέρων καταθέτοντας κάποια πρόταση, τέτοια, που να δίνει διέξοδο στην «παγωμένη» αποκρατικοποίηση.
Το αντίθετο φαίνεται να ισχύει, λένε οι ίδιες πηγές, δηλαδή δεν έχει υπάρξει η παραμικρή προσέγγιση ανάμεσα στα δύο μέρη. Όσο για τους Αζέρους, η άποψή τους φέρεται να είναι πως η όποια προσπάθεια να διορθωθεί το πρόβλημα, θα πρέπει να γίνει από την πλευρά που το δημιούργησε, δηλαδή την ελληνική.
Όπως άλλωστε είχαν επισημάνει στον υπουργό, εκτιμούν ότι ο πωλητής, δηλαδή το Ελληνικό Δημόσιο, τροποποίησε μονομερώς βασική παράμετρο για τον υπολογισμό της αξίας του ΔΕΣΦΑ, δηλαδή τον κανονισμό τιμολόγησης των υπηρεσιών του, πάνω στον οποίο και στηρίχθηκε η κατάθεση το 2013 της προσφοράς των 400 εκατ. ευρώ.
Στον αντίποδα, η πλευρά Σκουρλέτη υποστηρίζει ότι αν δεν τροποποιούσε την περιουσιακή βάση του ΔΕΣΦΑ και δεν περιόριζε τα ανακτήσιμα από το παρελθόν έσοδα της εταιρείας, τότε οι καταναλωτές φυσικού αερίου (βιομηχανία, και οικιακοί), θα καλούνταν να πληρώσουν υπέρογκες αυξήσεις στα τέλη χρήσης δικτύου, της τάξης του 68%. Δεδομένου ότι τα τέλη χρήσης δικτύου αποτελούν ένα μικρό τμήμα της τελικής τιμής του φυσικού αερίου, αυτή θα αυξανόταν με μονοψήφιο ποσοστό, που κατ' άλλους θα διαμορφώνονταν σε 2% και κατ' άλλους σε 4% ή και υψηλότερα.
Αλλά ίσως ούτε αυτό τελικά να χρειαζόταν να συμβεί, όπως είχε δηλώσει τον Ιούλιο στη Βουλή ο βουλευτής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης Γιάννης Μανιάτης. Και αυτό καθώς ήδη από τον περασμένο Μάρτιο, το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ο ΔΕΣΦΑ και η Socar, είχαν συμφωνήσει, σύμφωνα πάντα με τον πρώην υπουργό, ότι οι υπέρογκες αυξήσεις στα τέλη χρήσης δικτύου δεν θα εφαρμόζονταν και ότι θα μπορούσε να βρεθεί κοινά αποδεκτή λύση, προκειμένου να ξεπεραστεί ο σκόπελος και να προχωρήσει η πώληση της εταιρείας.
Όπως και να έχει σήμερα, η ρύθμιση έχει νομοθετηθεί, διάθεση για κοινά αποδεκτή λύση δεν φαίνεται να υπάρχει, και όλες οι ενδείξεις συνηγορούν υπέρ ενός ναυαγίου. Το γεγονός εξυπηρετεί την κυβέρνηση που επιρρίπτει την ευθύνη στην άλλη πλευρά, ενώ φέρεται να έχει ήδη έτοιμα διάφορα εναλλακτικά σχέδια, με απώτερο σκοπό τη διατήρηση του πλειοψηφικού πακέτου του ΔΕΣΦΑ στο Δημόσιο. Λέγεται ότι ο παίκτης που «παίζει» στα σενάρια αυτά είναι η ιταλική Snam.
H τελευταία εμφανίστηκε πριν πολλούς μήνες στην πόρτα του ΔΕΣΦΑ, έπειτα από την απαίτηση της Κομισιόν να κατεβάσει η Socar το ποσοστό της στο ΔΕΣΦΑ από το 66% στο 49%. Το επιχείρημα ήταν ότι η κρατική εταιρεία του Αζερμπαϊτζάν είναι και παραγωγός αερίου, και άρα σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία, δεν επιτρέπεται να έχει και τη διαχείριση δικτύου.
Έτσι, υποχρεώθηκε να κατεβάσει το μερίδιό της στο 49%, να αποκτήσει δηλαδή ρόλο παθητικού μετόχου, και να πουλήσει το 17% σε άλλη εταιρεία, κατά προτίμηση ευρωπαϊκή. Κάπως έτσι «μπήκε» στο παιχνίδι η ιταλική Snam, που οι πληροφορίες τη θέλουν να παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στην «αλά ΑΔΜΗΕ» αποκρατικοποίηση του ΔΕΣΦΑ που επιδιώκει το υπουργείο Ενέργειας.