Σήμερα το απόγευμα μετά το τέλος της συνεδρίασης η ΔΕΗ ανακοινώνει αποτελέσματα χρήσης ενώ αμέσως μετά θα ακολουθήσει η καθιερωμένη τηλεδιάσκεψη με τους αναλυτές. Οι μέσες εκτιμήσεις της αγοράς τοποθετούν το ύψος των προσαρμοσμένων λειτουργικών κερδών για το 2021 στα 850 εκατ. ευρώ, εκεί δηλαδή που η διοίκηση κατά τη διάρκεια των παρουσιάσεων για την Αύξηση του Μετοχικού Κεφαλαίου είχε εκτιμήσει ότι θα κινηθεί η χρονιά.
Σε επίπεδο καθαρών κερδών η ΔΕΗ αναμένεται να δείξει οριακά αποτελέσματα. Για μια επιχείρηση που πραγματοποιεί 4,5 - 5 δισ. ευρώ κύκλο εργασιών η εμφάνιση κερδών ή ζημιών της τάξεως των 40 εκατ. ευρώ δεν αλλάζει πολλά πράγματα αποτιμησιακά και σίγουρα δεν αποτελεί κάποια έκπληξη τηρουμένων όσων είδαμε πέρυσι.
Φαίνεται όμως ότι τα λειτουργικά κέρδη της επιχείρησης εξιτάρουν ορισμένους οι οποίοι μιλούν για «υπερκέρδη». Αυτό που δεν εξιτάρει ιδιαίτερα ή δείχνει να μην πολυενδιαφέρει είναι ότι κάτω από τη γραμμή των λειτουργικών κερδών θα υπάρχουν αποσβέσεις 670 εκατ. ευρώ και άλλα 75 εκατ. ευρώ που αφορούν χρηματοοικονομικά έξοδα (τόκοι, εγγυητικές κλπ). Επιπλέον, είθισται στο τέλος του έτους να γίνονται εγγραφές προσαρμογής εύλογης αξίας που αφορούν αποτιμήσεις θυγατρικών, εργοστασίων, αποθεμάτων κλπ. που στην περυσινή χρονιά είχαν αφαιρετικό χαρακτήρα.
Για να δείξει επομένως έστω και ένα ευρώ κέρδος η ΔΕΗ θα πρέπει να παράξει τουλάχιστον 750 εκατ. ευρώ λειτουργικών κερδών. Αυτό είναι το σημείο μηδέν της επιχείρησης. Οι αποσβέσεις δεν είναι ουρανοκατέβατες εγγραφές, αλλά έχουν να κάνουν με τις κεφαλαιουχικές επενδύσεις της εταιρίας. Αν η ΔΕΗ δεν επενδύσει στις υπάρχουσες μονάδες της η δυναμικότητα της θα μειωθεί, το ενεργειακό έλλειμμα θα μεγαλώσει και η ανάγκη εισαγωγών ρεύματος θα αυξηθεί. Αυτό σημαίνει ακριβότερο κόστος ρεύματος στη χονδρική.
Επίσης, η ΔΕΗ δεν μπορεί να πάψει να πληρώνει τα δάνεια της, ούτε να αφήσει ο καθαρός δανεισμός να φθάσει στα επίπεδα του παρελθόντος (5 δις ευρώ) για να απορροφήσει το σύνολο των αυξήσεων στο φυσικό αέριο, τα υγρά καύσιμα ή το κόστος των εκπομπών CO2. Δεν είναι μακριά ο Νοέμβριος του 2016 όταν η S&P έβαζε σε ανάλυση της την πιθανότητα η εταιρία να μην καταφέρει να χρηματοδοτήσει την αποπληρωμή δανείων 200 εκατ. ευρώ τα οποία έληγαν τον Μάιο του 2017.
Με τη ρευστότητα που έχει τώρα η ΔΕΗ από την ΑΜΚ (1,35 δισ. ευρώ ) και την πώληση του ΔΕΔΔΗΕ (1,1 δισ. ευρώ) τα 200 εκατ. ευρώ φαίνονται να είναι περίπατος στον κήπο, ωστόσο η S&P τότε είχε τοποθετήσει την εταιρία ένα σκαλοπάτι πριν την άβυσσο της χρεωκοπίας: CCC με αρνητική προοπτική. Μπορεί η ΔΕΗ να διέφυγε τον κίνδυνο, οι τότε αξιολογήσεις όμως ανέβαζαν το κόστος νέου δανεισμού πάνω από 5% τη στιγμή που άλλες εταιρίες ηλεκτροπαραγωγής στην Ευρώπη δανείζονταν με κόστος κάτω από 2%.
Η συγκυρία είναι ευνοϊκή για τη ΔΕΗ στην παραγωγή αφού το μίγμα περιέχει και ρεύμα από υδροηλεκτρικά εργοστάσια. Η ΔΕΗ όμως δεν είναι μόνο ο μεγαλύτερος παραγωγός ενέργειας του συστήματος έχει το μεγαλύτερο μερίδιο στη λιανική το οποίο τη «βάζει μέσα». Επίσης, έχει το πιο ανταγωνιστικό τιμολόγιο της υψηλής τάσης στη βιομηχανία, δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι οι περισσότερες ενεργοβόρες βιομηχανίες της χώρας επέστρεψαν στο πελατολόγιο της ΔΕΗ με αποτέλεσμα το μερίδιο αγοράς της επιχείρησης να παραμένει σταθερά κολλημένο τους τελευταίους μήνες. Αν λοιπόν πρέπει να κριθεί η κερδοφορία της εταιρίας αυτό πρέπει να γίνει συνδυαστικά σε επίπεδο παραγωγής και διανομής.
Η ρευστότητα που έχει στον ισολογισμό της η εταιρία είναι το διαβατήριο για την επόμενη ημέρα, η αποδέσμευση της από τον λιγνίτη και τα δικαιώματα εκπομπών. Είναι ο λόγος για τον οποίο οι ξένοι επενδυτές εμπιστεύονται εκ νέου την εταιρία παρά το βεβαρημένο παρελθόν της. Ευτυχώς, για τους μετόχους η διοίκηση δε φαίνεται διατεθειμένη να προσχωρήσει στη λογική των υπερκερδών και να ξαναγυρίσει στην αναξιοπιστία του 2016. Ακόμα και αν τα πράγματα δυσκολέψουν, η ΔΕΗ έχει ζεστά 2,4 δις ευρώ στον ισολογισμό της για να τα βγάλει πέρα. Ξέρετε πολλές ελληνικές εταιρίες που να έχουν τόση ρευστότητα;