Η αναμενόμενη για το τέλος του μηνός έκρηξη των τιμών σε βασικά είδη διατροφής, λόγω της ανόδου των τιμών των σιτηρών και των δημητριακών εξ αιτίας της Ρωσο – ουκρανικής σύγκρουσης αναμένεται να είναι ακόμη πιο έντονη για τα προϊόντα plant – based, καθώς για την παρασκευή τους χρησιμοποιούνται μόνο φυτικές πρώτες ύλες.
Παρά τα όποια προβλήματα αντιμετώπιζε και εξακολουθεί να αντιμετωπίζει η συγκεκριμένη κατηγορία προϊόντων, λόγω των ανατιμήσεων που ξεκίνησαν από τον προηγούμενο Σεπτέμβριο και της απότομης και μεγάλης αύξησης του ενεργειακού κόστους, είχε αρχίσει να αποκτά ένα μετρήσιμο μέγεθος στην αγορά, τόσο από την παρουσία της, αυτόνομα στα ράφια των σούπερ μάρκετ, όσο και από τη συμμετοχή της σε προϊοντικά μείγματα τα οποία παρασκευάζονται και διακινούνται από ελληνικές εταιρείες.
Ο προβληματισμός άρχισε με την ανακοίνωση των στοιχείων της Beyond Meat, ενός από τους βασικούς εφευρέτες και παραγωγούς plant – based υποκατάστατων κρέατος. Η εταιρεία αναγκάστηκε να διαφοροποιήσει σημαντικά την πολιτική της και να δώσει μεγαλύτερο βάρος στη μαζική εστίαση (εστιατόρια και αλυσίδες fast food) αντί για τη λιανική αγορά, η οποία βαίνει μειούμενη.
Για το τέταρτο τρίμηνο του 2021 η Beyond Meat ανέφερε καθαρές ζημίες ύψους 80,37 εκατομμυρίων, πολύ μεγαλύτερες από τις ζημιές των 25,08 εκατομμυρίων δολαρίων που κατέγραψε η εταιρεία ένα χρόνο νωρίτερα.
Αν και οι ζημίες, σύμφωνα με τα υψηλά ιστάμενα στελέχη της εταιρείας οφείλονται σε επενδύσεις μετεγκατάστασης, σε έξοδα μεταφοράς και logistics, εν τούτοις οι αριθμοί δείχνουν ότι στο τελευταίο τρίμηνο οι καθαρές πωλήσεις μειώθηκαν κατά 1,2% στα 100,7 εκατομμύρια δολάρια, κάτω από τις εκτιμήσεις για πωλήσεις 101,4 εκατομμυρίων δολαρίων.
Οι λιανικές πωλήσεις στις ΗΠΑ μειώθηκαν 19,5% στα 49,98 εκατομμύρια δολάρια. Η Beyond απέδωσε την πτώση στη χαμηλότερη ζήτηση, στις αυξημένες εκπτώσεις αλλά και στην απώλεια μεριδίου αγοράς. Εκτός των ΗΠΑ, οι διεθνείς πωλήσεις αυξήθηκαν 22,6% στα 30,07 εκατομμύρια δολάρια τόσο στη λιανική όσο και στην εστίαση. Αλλά και για το 2022, η πρόβλεψη για έσοδα από 560 έως 620 εκατομμύρια δολάρια, αυξημένα κατά 21% έως 33% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος είναι πιο κάτω από τις εκτιμήσεις των αναλυτών που ανέμεναν 637,3 εκατ. δολάρια.
Και βέβαια δεν είναι μόνο η Beyond Meat με τα όποια προβλήματα έχει να αντιμετωπίσει, κυρίως στη λιανική πώληση.
Οι επικείμενες αυξήσεις των τιμών των φυτικών πρώτων υλών που αναμένεται να σπρώξουν τις τιμές των τελικών προϊόντων προς τα πάνω αφορά ένα ευρύτερο φάσμα μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων που έχουν έστω και ένα μικρό μερίδιο στην κατηγορία αυτή.
Εκτός από την εταιρεία Foodelco, η οποία σε επίπεδο plant based προϊόντων έχει την αντιπροσωπεία της Beyond Meat στην Ελλάδα και ακόμη της Vegan Finest Foods και της Good Catch, δραστηριοποιούνται και άλλες εταιρείες, είτε με δικά τους προϊόντα, είτε με προϊόντα που περιλαμβάνουν και υποκατάστατα κρέατος, γάλατα και τυριά φυτικής προέλευσης.
Ενδεικτικά αναφέρεται η Mega Yeeros, η βορειοελλαδίτικη Arivia που εξαγοράστηκε από την Upfield, η ΚΡΕΜΕΛ, η Ιωνική Σφολιάτα, ενώ εταιρείες με παράδοση σε καφέδες και ροφήματα, όπως η Nestle έχουν αρχίσει να προωθούν την κατανάλωση αυτής της κατηγορίας προϊόντων.
Οι παραπάνω επιχειρήσεις τροφίμων, καλούνται να λύσουν μια δύσκολη εξίσωση καθώς δεν έχουν πολλά περιθώρια συμπίεσης των ήδη επιβαρυμένων από το ενεργειακό και τις πρόσφατες αυξήσεις τιμών των πρώτων υλών κοστολογίων τους και στη συνέχεια να προσπαθήσουν να εξορθολογίσουν το ποσοστό αύξησης που θα προκύψει από τη νέα αύξηση των τιμών.
Σε ό,τι αφορά τις αυξήσεις, ακόμη δεν υπάρχει σαφής εικόνα στην αγορά σχετικά με το μέγεθός τους.
Όμως, όπως ανέφεραν εκπρόσωποι επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται κατά μεγάλο ποσοστό στο τομέα των plant based προϊόντων οι αυξήσεις στις τιμές θα είναι αναπόφευκτη και τοποθετείται χρονικά περί τα τέλη Μαρτίου με τις νέες τιμολογήσεις πρώτων υλών.
Ακόμη, εκπρόσωπος των σούπερ μάρκετ Θανόπουλος που είναι μια από τις πρώτες αλυσίδες που έβαλε στα ράφια της και στα ψυγεία της plant based προϊόντα, ανέφερε ότι προς το παρόν δεν υπάρχει κάποια εκτίμηση σχετικά με το μέγεθος των αυξήσεων. Πάντως, λόγω της φύσεως των προϊόντων αναμένεται να είναι μεγαλύτερη από αυτήν στο ψωμί και τα αρτοσκευάσματα.