Πριν καλά καλά στεγνώσουν τα «δάκρυα» των βουλευτών των ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ για τα επώδυνα μέτρα, που αναγκάζονται με «βαριά καρδιά» να ψηφίσουν για να έρθει η πολυπόθητη δόση και να ζήσουν τις νέες αυταπάτες τους για τη λύση του χρέους, άρχισαν να έρχονται τα «μηνύματα» για όσους βρεθούν σε οικονομικό αδιέξοδο και δεν έχουν που την κεφαλήν κλίνη από την πρώτη φορά τέτοιου μεγέθους φοροεπιδρομή.
Εντελώς συμπτωματικά, το υπουργείο Οικονομικών εξέδωσε νέο επικαιροποιημένο αναλυτικό οδηγό με όλα τα θέματα της φορολογίας, στον οποίο γίνεται ειδική αναφορά στα αναγκαστικά μέτρα είσπραξης δημοσίων εσόδων, «κρούοντας» εμμέσως πλην σαφώς τον κώδωνα του κινδύνου σε όσους δεν μπορέσουν να σηκώσουν τα νέα βάρη και αφήσουν απλήρωτη κάποια οφειλή προς την Εφορία.
Με ατομική ειδοποίηση από τις ελεγκτικές υπηρεσίες του υπουργείου θα πληροφορηθούν ότι η κινητή και ακίνητη περιουσίας τους κινδυνεύει με κατάσχεση, ενώ και οι ίδιοι βρίσκονται αντιμέτωποι με ποινικές διώξεις και προσωποκράτηση.
Μπορεί λοιπόν οι βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας να πιστεύουν ότι «γονάτισαν» για να κρατήσουν όρθια την πατρίδα, όμως η αλήθεια είναι ότι φοβούνται ότι τα μέτρα που θα εφαρμοστούν άμεσα, από τον επόμενο μήνα, μόνο την αγορά «γονατίζουν» και τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς.
Ήδη τα κορυφαία στελέχη του υπουργείου Οικονομικών εκφράζουν τον προβληματισμό τους για την απόδοση των μέτρων, καθώς εκτιμάται ότι το έκτακτο δελτίο «θυελλωδών» φόρων που χτυπά τα εισοδήματα όχι μόνο δεν διασφαλίζει πρόσθετα έσοδα στα κρατικά ταμεία, με ό,τι φυσικά αυτό συνεπάγεται γενικότερα για την ορθή πορεία της δημοσιονομικής προσαρμογής, αλλά αντίθετα δίνει ισχυρά κίνητρα για φοροδιαφυγή.
Η «εξίσωση» προς τα κάτω άλλωστε που επιδιώκει η κυβέρνηση, με στόχο απλώς να μην θίξει την εκκολαπτόμενη εκλογική της πελατεία, το μόνο που θα πετύχει είναι «εξίσωση» προς τα κάτω στα δηλωθέντα εισοδήματα προκειμένου να αποφευχθούν οι υπέρμετρες κρατήσεις, που φθάνουν στο 60% ή και 70%, από το νέο φορο-ασφαλιστικό νόμο.
Αν και όλοι το γνωρίζουν στο ΥΠΟΙΚ και επειδή ο …φόβος φυλάει τα έρημα, φροντίζουν νωρίς νωρίς να υπενθυμίσουν ότι τα μέτρα που ισχύουν για την είσπραξη ληξιπροθέσμων χρεών προβλέπουν α) κατάσχεση κινητών, είτε στα χέρια του οφειλέτη, είτε κινητών και απαιτήσεων γενικώς του οφειλέτη που βρίσκονται στα χέρια τρίτου, β) κατάσχεση ακινήτων.
Σε κάθε περίπτωση βέβαια πριν από τη διενέργεια οποιασδήποτε πράξης εκτέλεσης ο οφειλέτης θα λάβει υποχρεωτικά από τη φορολογική διοίκηση ατομική ειδοποίηση καταβολή του χρέους, εάν όμως δεν ανταποκριθεί τότε θα αρχίσουν τα… δύσκολα.
Συγκεκριμένα, από την ημέρα επίδοσης αντιγράφου της έκθεσης κατάσχεσης, ο οφειλέτης θα στερείται του δικαιώματος ελεύθερης διάθεσης του ακινήτου και των συστατικών στοιχείων του ακινήτου, ακόμη και εάν αυτά δεν περιγράφονται στην έκθεση κατάσχεσης, ή αν ήταν παρών ο οφειλέτης κατά την κατάσχεση.
Εφ όσον ο οφειλέτης δεν φροντίσει να εντάξει εγκαίρως τις οφειλές του σε πρόγραμμα ρύθμισης, μετά την παρέλευση σαράντα ημερών και το αργότερο σε τέσσερις μήνες από την κατάσχεση, τότε θα ορίζεται ημερομηνία πλειστηριασμού το αργότερο σε πέντε μήνες από την ημερομηνία έκδοσης του προγράμματος.
Επισημαίνεται ότι αναστολή εκτέλεσης του εκδοθέντος προγράμματος πλειστηριασμού, επιτυγχάνεται μόνο την ένταξη του οφειλέτη σε πρόγραμμα ρύθμισης των οφειλών του, ή με την έκδοση δικαστικής απόφασης περί αναστολής του.
Όσοι μάλιστα χρωστούν, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων μηνών, συνολικά ποσό που ξεπερνά τις 100.000 ευρώ το οποίο προέρχεται από κάθε αιτία και στο οποίο συμπεριλαμβάνονται οι κάθε είδους τόκοι, προσαυξήσεις και πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής μέχρι την ημερομηνία σύνταξης του πίνακα χρεών, θα βρεθούν αντιμέτωποι και με ποινικές διώξεις.
Οι φορολογούμενοι πάντως πρέπει να γνωρίζουν ότι δεν μπορεί να γίνει κατάσχεση μισθών, συντάξεων και ασφαλιστικών βοηθημάτων που καταβάλλονται περιοδικά, εφόσον το συνολικό ποσό αυτών μηνιαίως, αφαιρουμένων των υποχρεωτικών εισφορών είναι μικρότερο των 1.000 ευρώ, ενώ στις περιπτώσεις που υπερβαίνει το ποσό αυτό επιτρέπεται η κατάσχεση για τα χρέη επί του 50% του υπερβάλλοντος ποσού των 1.000 ευρώ και μέχρι του ποσού των 1.500 ευρώ, καθώς και επί του συνόλου του υπερβάλλοντος ποσού των 1.500 ευρώ.
Από την άλλη πλευρά καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα σε ένα και μοναδικό ατομικό ή κοινό λογαριασμό είναι ακατάσχετες μέχρι του ποσού των 1.250 ευρώ μηνιαίως για κάθε φυσικό πρόσωπο και σε ένα μόνο πιστωτικό ίδρυμα.