Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Με ιλιγγιώδη ρυθμό αυξάνονται οι προειδοποιήσεις προς την ελληνική κυβέρνηση για την πορεία της ελληνικής οικονομίας και την πραγματική έξοδο από την κρίση. Από τον Γιάννη Στουρνάρα και τη Moody' s, μέχρι τον οίκο Fitch και τον Πρεμ Γουάτσα, ο πρωθυπουργός δέχεται μηνύματα για να αναλάβει άμεσα πρωτοβουλίες έτσι ώστε να επιταχυνθεί η ανάκαμψη και να φύγει η χώρα επιτέλους από το τέλμα, πριν οι συνθήκες γίνουν ακόμη πιο δυσμενείς σε διεθνές επίπεδο.
Σε λίγες ώρες η ΕΛΣΤΑΤ θα ανακοινώσει τα στοιχεία για το ΑΕΠ γ' τριμήνου και η κυβέρνηση αναμένεται να πανηγυρίσει το έβδομο διαδοχικό τρίμηνο με θετικό ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας. Όσο και αν φαίνεται απίστευτο, αφού στην ουσία δεν έχει υπάρξει καμία ουσιαστική μεταβολή στο διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών, η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται… ασταμάτητα από το τέλος του 2016 μέχρι σήμερα.
Μετά από 9 χρόνια ύφεσης – με μόνη εξαίρεση το 2014 – ο οικονομικός κύκλος «γύρισε», αν και καθυστερημένα, παρ' όλα αυτά, ο πρωθυπουργός αγνοεί χαρακτηριστικά την ανάγκη να προσελκύσει η Ελλάδα ξένα κεφάλαια. Με αποτέλεσμα η ανάπτυξη να είναι αναιμική και σε καμία περίπτωση ικανή να αντισταθμίσει τον τραγικό αντίκτυπο της κρίσης.
Η επιμονή στο καταστροφικό μείγμα υπερπλεονασμάτων και υπερφορολόγησης και η εχθρική προς την επιχειρηματικότητα στρατηγική έχουν εμποδίσει τη χώρα να ξεφύγει από την κρίση. Είναι ενδεικτικό ότι μέσα σε αυτά τα επτά τρίμηνα ανάπτυξης, το ΑΕΠ έχει… καταφέρει να μεγεθυνθεί σωρευτικά κατά μόλις 3,1%. Όση, δηλαδή, ήταν η συρρίκνωσή του μόνο το 2013, ενώ αντιστοιχεί στο ένα τρίτο της ύφεσης-ρεκόρ του 9,1% που καταγράφηκε το 2012.
Σημειώνεται ότι το ελληνικό ΑΕΠ υποχώρησε 0,3% το 2008, με την ύφεση να επιταχύνεται κατά 4,3% το 2009 και 5,5% το 2010. Το 2011 και το 2012 ήταν τα χειρότερα χρόνια από πλευράς οικονομικού αποτελέσματος με συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 9,1% το 2011 και 7,3% το 2012.
Παρά την κατά περίπου 30% μείωση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ μέσα στην κρίση η ελληνική οικονομία αδυνατεί να αυξήσει την οικονομική παραγωγή, ενώ πλέον ακόμη και οι καθαρές εξαγωγές έχουν αρνητική συνεισφορά στην ανάπτυξη. Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, μάλιστα, η σωρευτική ανάπτυξη της Ελλάδας μετά το 2016 είναι μεγαλύτερη μόνο από του Βελγίου, της Ιταλίας, της Δανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου.
Η σύγκριση είναι τουλάχιστον απογοητευτική: Ενδεικτικά, και σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάζει η Eurobank Research στο τελευταίο τεύχος του «7 Ημέρες Οικονομία», στα τελευταία 7 τρίμηνα η Ρουμανία έχει αναπτυχθεί κατά 8,5%, η Ιρλανδία κατά 7,6%, η Κύπρος κατά 5,5% και η Βουλγαρία κατά 5,2%.
Υπάρχει λύση;
Ο Ινδοκαναδός Πρεμ Γουάτσα αποτελεί αναμφίβολα ένα από τα πρόσωπα των ημερών καθώς η κίνηση συγχώνευσης της Eurobank με την Grivalia θα μπορούσε να αλλάξει τα δεδομένα για τον εγχώριο τραπεζικό κλάδο και να πυροδοτήσει μία σειρά κινήσεων που θα οδηγήσουν στην ταχύτερη αντιμετώπιση του φαινομένου των «κόκκινων» δανείων.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στην «Καθημερινή», ο ισχυρός άνδρας της Fairfax, αφού τόνισε τις προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, κάλεσε την κυβέρνηση να ακολουθήσει πολιτικές φιλικές προς τις επιχειρήσεις, αν θέλει να προσελκύσει ξένα κεφάλαια στη χώρα μας.
Από την πλευρά του, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, επισήμανε για πολλοστή φορά την ανάγκη ενίσχυσης των παραγωγικών επενδύσεων. Ο κ. Στουρνάρας εκτίμησε την περασμένη Πέμπτη, ότι για να αυξηθεί το δυνητικό προϊόν της ελληνικής οικονομίας θα πρέπει οι επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα να αυξηθούν κατά 50% περίπου τα επόμενα χρόνια.
Ο ίδιος τόνισε ότι η ελληνική οικονομία χρειάζεται ένα επενδυτικό σοκ, με έμφαση στις πιο παραγωγικές και εξωστρεφείς επιχειρηματικές επενδύσεις, ώστε να αποφευχθούν φαινόμενα υστέρησης του προϊόντος και να δοθεί ακόμα μεγαλύτερη ώθηση στο μετασχηματισμό του παραγωγικού προτύπου προς διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες.
Υπενθυμίζεται, τέλος, ότι οι οίκοι αξιολόγησης Moody' s και Fitch με πρόσφατες εκθέσεις τους προειδοποιούν για τους κινδύνους που θα αντιμετωπίσει η Ελλάδα αν δεν λυθεί με αποτελεσματικό τρόπο το μείζον ζήτημα των «κόκκινων» δανείων.
«Γύρισαν» οι εξαγωγές
Σύμφωνα με την Eurobank Research, ένα ποιοτικό χαρακτηριστικό που αναμένεται να αποτυπωθεί στα στοιχεία για το ΑΕΠ γ' τριμήνου είναι η αλλαγή του πρόσημου από θετικό σε αρνητικό της συνεισφοράς των καθαρών εξαγωγών στον ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης. Το συμπέρασμα αυτό εδράζεται στα μηνιαία στοιχεία των εμπορευματικών συναλλαγών (commercial transactions) της ΕΛΣΤΑΤ και του ισοζυγίου πληρωμών (balance of payments) της Τραπέζης της Ελλάδος (ΤτΕ).
Το έλλειμμα του ισοζυγίου εμπορευμάτων το γ' τρίμηνο 2018 παρουσίασε διεύρυνση σε ετήσια βάση κατά -1,3 δισ. ευρώ. Στο ίδιο διάστημα το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών ενισχύθηκε σε ετήσια βάση κατά €615,9 εκατ. Συνεπώς, η αύξηση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου υπεραντιστάθμισε την άνοδο του πλεονάσματος του ισοζυγίου υπηρεσιών και ως εκ τούτου το σύνολο των καθαρών εξαγωγών κινήθηκε πτωτικά.