Γ. Στουρνάρας: Υγιές και φερέγγυο το τραπεζικό σύστημα της Ελλάδας

Γ. Στουρνάρας: Υγιές και φερέγγυο το τραπεζικό σύστημα της Ελλάδας

Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, κ. Γιάννης Στουρνάρας, αναφέρθηκε στις ελληνικές τράπεζες και τον ιδιωτικό ασφαλιστικό τομέα κατά την τοποθέτηση του στο συνέδριο «FinForum 2023: The Day After». «Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι υγιές και φερέγγυο, ωστόσο απαιτείται επαγρύπνηση καθώς οι προκλήσεις για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα παραμένουν υψηλές», υπογράμμισε χαρακτηριστικά.

Όπως τόνισε, εξάλλου, «οι ελληνικές τράπεζες έχουν διανύσει μεγάλη απόσταση στην πορεία για την εξυγίανση τους» και πως «η επενδυτική βαθμίδα θα δώσει σημαντική ώθηση σε κάθε τομέα της ελληνικής οικονομίας». 

Κάνοντας μια ανασκόπηση στο πρόσφατο παρελθόν, ο κεντρικός τραπεζίτης εξήρε την εξυγίανση των τραπεζικών ισολογισμών, η οποία συμπυκνώνεται κυρίως στους εξής άξονες:

  • Μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο 8,8% έναντι 45% τον Μάρτιο του 2016
  • Πλήρης τήρηση των εποπτικών δεικτών.
  • Πλήρης πρόσβαση στις αγορές, παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα ακόμη δεν έχει ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα.
  • Επίτευξη σημαντικής κερδοφορίας.

Ο κ. Στουρνάρας σημείωσε πως «την περασμένη δεκαετία η Ελλάδα βίωσε μια απο τις πιο σοβαρές οικονομικές κρίσεις στην παγκόσμια οικονομική ιστορία, με βαριές συνέπειες και για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα».

«Σήμερα οι ελληνικές τράπεζες τηρούν πλήρως τους εποπτικούς δείκτες ρευστότητας» επισήμανε ο Διοικητής της ΤτΕ και τόνισε πως «διαθέτουν σταθερή και διαρκώς αυξανόμενη καταθετική βάση, με πλήρη πρόσβαση στις αγορές, παρά το γεγονός πως δεν διαθέτουν ακόμα επενδυτική βαθμίδα».

Ο κ. Στουρνάρας μίλησε για σημαντικές ευκαιρίες των ελληνικών τραπεζών, με στόχο την περαιτέρω επέκταση των δραστηριοτήτων και τη βελτίωση των οικονομικών μεγεθών.

«Οι ευκαιρίες που δημιουργούνται για τις τράπεζες είναι σημαντικές, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κερδοφορία και τα εποπτικά κεφάλαια», είπε ο κ. Στουρνάρας.

Παράλληλα σημείωσε πως «ο κλάδος των ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιρειών αντιμετώπισε αποτελεσματικά όλες τις προκλήσεις των προηγούμενων ετών διατηρώντας την κεφαλαιακή τους αξία».

«Υπό το πρίσμα των θετικών προοπτικών για την ελληνική οικονομία και της σημαντικής βελτίωσης που έχει επιτευχθεί τα τελευταία έτη αναφορικά με την εξυγίανση των ισολογισμών των ελληνικών τραπεζών, μπορούμε πλέον να πούμε με βεβαιότητα ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, όπως άλλωστε και η ελληνική οικονομία, έπαψαν να είναι τα “μαύρα πρόβατα” της ευρωζώνης και πλέον μπορούν να ατενίζουν το μέλλον με αισιοδοξία. Με έντονο ενδιαφέρον αναμένονται στα τέλη του μήνα τα αποτελέσματα της πανευρωπαϊκής άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress tests) που θα αξιολογήσουν την ανθεκτικότητα των ελληνικών και ευρωπαϊκών τραπεζών σε ένα δυσμενές σενάριο,» ανέφερε χαρακτηριστικά.

Αναφερόμενος στην επενδυτική βαθμίδα, ο κ. Στουρνάρας επανέλαβε ότι η χώρα πρόκειται να την ανακτήσει στο προσεχές διάστημα. Η εξέλιξη αυτή όπως εξήγησε θα έχει ευεργετικές επιπτώσεις για το σύνολο της οικονομίας, καθώς θα ενισχύσει, μέσω των επενδύσεων, την οικονομική ανάπτυξη και θα διευκολύνει την πρόσβαση στις αγορές με χαμηλότερο (του υφιστάμενου) κόστος άντλησης κεφαλαίων.

Σημαντικές θα είναι οι θετικές επιπτώσεις και για τις τράπεζες δεδομένου ότι έχουν σχέδια για σημαντικού ύψους εκδόσεις ομολόγων και κεφαλαιακών μέσων.

Αναφορικά με τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες ο διοικητής της ΤτΕ υποστήριξε ότι η άνοδος των επιτοκίων μπορεί να έδωσε βραχυπρόθεσμα μία ισχυρή ώθηση στα καθαρά έσοδα από τόκους των τραπεζών, μεσοπρόθεσμα όμως μπορεί να αυξήσει το κόστος πιστωτικού κινδύνου, το λειτουργικό τους κόστος αλλά και το κόστος άντλησης ρευστότητας.

Παράλληλα, ο συνδυασμός των υψηλών επιτοκίων και του πληθωρισμού ασκεί πίεση στα νοικοκυριά και επιχειρήσεις γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των κόκκινων δανείων. Εξέλιξη η οποία αφορά κατά κύριο λόγο τις ελληνικές τράπεζες οι οποίες παρά τη σημαντική βελτίωση- βρίσκονται ακόμα μακριά από το μέσο όρο της ευρωζώνης σε σχέση με το δείκτη μη-εξυπηρετούμενων δανείων.

Επιπροσθέτως, η αγορά ακινήτων(ιδίως των επαγγελματικών ακινήτων ή αλλιώς commercial real estate) βρίσκεται σε τροχιά διόρθωσης και ενδέχεται να εκθέσει ορισμένες τράπεζες σε ζημιές.